Tο ‘41 µε την πείνα φυτεύαµε καλαµπόκι και βρίζα και το αλεύρι τους το ανακατεύαµε µε κάστανο για να µας χορτάσει. Κόβαµε τα κάστανα κοµµατάκια και τα ψήναµε στους χειροποίητους φούρνους µας έξω στην αυλή µέχρι να στεγνώσουν. Κατόπιν τα πηγαίναµε στους τρεις νερόµυλους της περιοχής, στου Κώστα Πάνου, στης ∆έσποινας Καµάκα ή στον κοινοτικό του Ιωάννη Γάλλου και τα αλέθαµε χωριστά από τα σιτηρά. Με σπάτουλα τα ανακατεύαµε όλα µαζί, τα κοσκινίζαµε στην πικνάδα, το µείγµα αυτό το βάζαµε µε προζύµι και αλάτι στην σκάφη και το «πνίγαµε» µε νερό. Το ζυµώναµε µε τα χέρια, το σκεπάζαµε για µία ώρα µε υφαντά σεντόνια να φουσκώσει, λαδώναµε τον ταβά, την καραβάνα ή το ταψί και µε τις χούφτες απλώναµε τη ζύµη
Διαβάστε περισσότερα στο περιοδικό Αγρόκτημα που κυκλοφορεί στα περίπτερα όλης της χώρας.