BACK TO
TOP
Ιστορία

Ο Aνδρέας Καμπάς κέρδισε το χρίσμα του θεού Διονύσου

Το πιο δραστήριο επιχειρηματικά αποδείχθηκε το ένα εκ των πέντε «Α» της οικογένειας Καμπά. Ο Ανδρέας Καμπάς, ασπαζόμενος το «οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου», βάλθηκε να χτίσει μια αυτοκρατορία και να «δροσίσει» την οικουμένη με το αιώνιο ποτό.

Ο Aνδρέας Καμπάς κέρδισε το χρίσμα του θεού Διονύσου

0
0

Σε μια Ελλάδα που πάλευε για να συνηθίσει την ελευθερία της έπειτα από 400 χρόνια στον τούρκικο ζυγό έζησε και έγραψε το όνομά του στην ιστορία ο «μάγειρας» που πότισε τη χώρα με κρασί. Ο Ανδρέας Καμπάς γεννήθηκε το 1851 και ήταν το ένα εκ των πέντε «Α» της οικογένειας Καμπά• με τα αδέρφια του Αλέξανδρο, Άγγελο, Αλκιβιάδη και Αφροδίτη να συμπληρώνουν το οικογενειακό «χαρτοφυλάκιο».

Η οικογένεια με καταγωγή από τη Μεσσήνη κατοικούσε στην Αθήνα, όπου και μεγάλωσε ο Καμπάς, και εικάζεται πως η πρώτη του επαφή με το κρασί έγινε σε μικρή ηλικία, όταν το 1863 πήγε να εργαστεί σε ένα πρατήριο που πουλούσε χύμα κρασί.

Βέβαια πολλά έχουν ειπωθεί για το πώς ο πρωτομάστορας του κρασιού ασπάστηκε τη... θρησκεία του οίνου. Η  πιο πιθανή θεωρία εξηγεί το πάθος του Καμπά για το κρασί ως απόρροια της επαφής του με τη Σχολή των Φυσιοκρατικών, η οποία, με κύριο εκφραστή της τον Φρανσουά Κενέ, υποστήριζε πως στον κόσμο υπάρχει ο Φυσικός Νόμος, που πρέπει να είναι σεβαστός από όλους για να τηρείται η ισορροπία. Και όπου Φυσικός Νόμος υπάρχει η φύση και η καλλιέργεια της γης, την οποία από νεαρή ηλικία ο Καμπάς έβαλε στο «στόχαστρο» για να χτίσει τη δική του τέχνη. Άλλωστε, όπως έχει πει και ο Στίβενσον, «το κρασί είναι εμφιαλωμένη ποίηση».
 
Φυτεύει αμπέλια στα Μεσόγεια

Έτσι, σε ηλικία μόλις 18 χρονών ο Καμπάς βάζει μαζί με τα αδέρφια του μπρος τα επιχειρηματικά του σχέδια νοικιάζοντας αρχικά, κι έπειτα αγοράζοντας, βοσκοτόπια που ανήκαν στη Μονή Καισαριανής. Τα βοσκοτόπια αυτά ήταν σκορπισμένα σε διάφορες περιοχές της Αττικής, ενώ κάποια από αυτά ήταν στην Κάντζα, με την οποία συνδέθηκε κατά κύριο λόγο η δραστηριότητά του.

Στην ανατολική Αττική επομένως ξεκινάει να φυτεύει τα αμπέλια του, τα οποία λόγω του συνδυασμού των εξαιρετικών χαρακτηριστικών του εδάφους της περιοχής με τις πρωτοποριακές τεχνικές επεξεργασίας, έδιναν καλό ποιοτικά κρασί.

Μάλιστα, για να έχει τον πλήρη έλεγχο στην παραγωγή του κρασιού του, ο Καμπάς δημιούργησε μία μικρή ποτοποιία στην οδό Ρηγίλλης, κοντά στο ρέμα του Ιλισού.

Μπροστά από την εποχή του
Βέβαια το γεγονός ότι ήταν «μπροστά για την εποχή του» εφαρμόζοντας επιστημονικές μεθόδους και επιθυμώντας να ελέγξει και να σταθεροποιήσει την ποιότητα του κρασιού του, τον έφερε αντιμέτωπο με την αμφισβήτηση από τα ίδια του τα αδέρφια, από τα οποία φρόντισε να «ανεξαρτητοποιηθεί» αγοράζοντας τα μερίδιά τους στην Εταιρεία Καμπά. Παρόλο όμως που η επιχείρησή του μεγεθυνόταν, δεν συνέβαινε το ίδιο με την αγορά του κρασιού, η ζήτηση της οποίας ήταν μικρότερη από την παραγωγή!

Κι έτσι ο Ανδρέας Καμπάς, πάντα ανήσυχος επιχειρηματίας, στράφηκε στα παράγωγα του μούστου και κατά τα γαλλικά πρότυπα ξεκίνησε την παραγωγή του νεοεισερχόμενου τότε κονιάκ. Για το κονιάκ άλλωστε δημιούργησε ένα πρότυπο αποστακτήριο και κέρδισε την αγορά αλλά και την ίδια τη βασιλική αυλή, αφού χρίστηκε προμηθευτής της Αυτού Μεγαλειότητος.

Και βέβαια δεν σταμάτησε στο κονιάκ,  αφού επεκτάθηκε στο ούζο και τη ρετσίνα, ενώ ούτε η αγορά της Ελλάδας τον χωρούσεκαι επιχείρησε να ασχοληθεί και με τις εξαγωγές. Και κάπως έτσι ξεκίνησε η αποστολή των προϊόντων του έξω από τα σύνορα με πρώτο σταθμό την Αίγυπτο και τις ελληνικές παροικίες, για να ακολουθήσουν η Μικρά Ασία, η Συρία, η Βουλγαρία και η Ρωσία.

Τυποποίηση, ετικέτα, σύγχρονες εγκαταστάσεις και τελικά ποιοτικό κρασί έφερε η αυτοκρατορία Καµπά
«Τυρί, ρύζι, καφέ, γάλα και Καμπά»


Το ταξίδι των ελληνικών οίνων στο εξωτερικό πήγε κατ’ ευχήν κι έτσι δημιουργήθηκε η αυτοκρατορία του Καμπά, ο οποίος συνδέθηκε με το ποιοτικό κρασί, την τυποποίηση, τις ετικέτες και κυρίως τις υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις και τον «επαγγελματισμό».

Πορευόμενος με τις υψηλότερες αξιώσεις ο Καμπάς σχεδίαζε το επόμενο βήμα της οινοποιητικής του πορείας, σχεδιάζοντας να αφοσιωθεί αποκλειστικά στα κρασιά, ενώ ταυτόχρονα προετοίμαζε το διάδοχό του, τον γιο του δηλαδή Παναγιώτη, τον οποίο έστειλε στην Ευρώπη για να σπουδάσει χημικός. Στο πλευρό όμως του πατέρα του δεν ήρθε μόνο ο Παναγιώτης αλλά και ο Άγγελος Καμπάς, οι οποίοι στελέχωσαν την επιχείρηση φέρνοντας νέες ιδέες και τεχνογνωσία. Με την στήριξη της οικογένειας συνεχίστηκε η πορεία του Καμπά, ο οποίος βγήκε δυνατός και από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, με το τέλος του οποίου, το 1918, αποφάσισε τη μετατροπή της επιχείρησής του σε Ανώνυμη Εταιρεία και την εισαγωγή της δύο χρόνια μετά στο Χρηματιστήριο.

Η μετατροπή αυτή δεν θα φέρει καλοτυχία στον Καμπά, μιας και λίγα χρόνια αργότερα, και συγκεκριμένα το Μάρτιο του 1924, φεύγει από τη ζωή. Η μετά τον πρωτομάστορα εποχή «διαποτίστηκε» από το όραμα και την ανάμνησή του, γι’ αυτό και τα πρώτα τουλάχιστον χρόνια οι επιτελείς της εταιρείας Καμπάς συνέχισαν να υλοποιούν τα ημιτελή σχέδιά του.
 
Ο ιδανικός αμπελώνας
Έτσι ολοκληρώθηκε το εγχείρημα που είχε ξεκινήσει όταν προσέγγισε Γάλλους τεχνικούς και επιστήμονες για να τον βοηθήσουν να βρει στο χάρτη μια περιοχή με ιδανικές συνθήκες για την παραγωγή κρασιών και αποσταγμάτων. Η μελέτη είχε δείξει την περιοχή της Μαντίνειας, και εκεί ακριβώς, στη Μηλιά, στεγάστηκαν οι πρώτοι αμπελώνες και το οινοποιείο της εταιρείας.

Στα σχέδιά του επίσης ανήκαν η παραγωγή του πρώτου παλαιωμένου κρασιού, το άνοιγμα στην αγορά της Αμερικής και το να αποκτήσουν τα προϊόντα του  Ονομασία Προέλευσης, στόχοι που οι διάδοχοί του πέτυχαν στις περισσότερες περιπτώσεις.

Βέβαια, ούτε αυτό δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει  την επιτυχή πορεία της εταιρείας.

Με τη γενικότερη οικονομική αστάθεια της περιόδου γύρω από το κραχ του ‘29 αλλά και με λανθασμένους χειρισμούς των ιθυνόντων τα κέρδη έπεφταν και τα δάνεια προς τις τράπεζες ανέβαιναν τόσο ώστε σταδιακά το μεγαλύτερο μέρος των μετοχών της εταιρείας πέρασε στον έλεγχο της Εθνικής Τράπεζας.

Τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά και η εταιρεία παρουσίαζε εξαιρετική αστάθεια στην εμπορική της απόδοση, τη διοίκηση και τη φιλοσοφία της αλλά και τις σχέσεις της πια με τους κρατικούς φορείς.

Το βασικό «κατηγορώ» απέναντι σε κάθε νέα προσπάθεια διοικητικής σύσταση ήταν πως αποτελούνταν από άτομα που καμία σχέση δεν είχαν με τη γη και το κρασί ή πως επειδή επρόκειτο ουσιαστικά για «διπλοθεσίτες», που διατηρούσαν ταυτόχρονα και κάποια άλλη θέση στην Εθνική Τράπεζα, δεν μπορούσαν να αφοσιωθούν  στο κρασί.
 
Νέος τιμονιέρης κάθε δύο χρόνια
Από την άλλη, αν κάτι χαρακτηρίζει την περίοδο που η εταιρεία Καμπάς βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Εθνικής αυτό είναι από τη μία οι διακυμάνσεις και από την άλλη το όραμα του ιδρυτή της, που ενέπνεε τις καρδιές των εργαζομένων. Φυσικά ακόμη και με αποτελεσματική διοίκηση μια εταιρεία που αλλάζει τιμονιέρη ανά δύο χρόνια είναι εξαιρετικά δύσκολο να ακολουθήσει σταθερή πορεία, και δη επιτυχημένη.

Το κρασί που πότισε τον έρωτα του πρίγκιπα Αλέξανδρου για την Ασπασία Μάνου
Στα μεγάλα βασιλικά σαλόνια της Ευρώπης έπιναν Καμπά

Σε πολλαπλές διακρίσεις σε διεθνείς εκθέσεις στο Παρίσι, το Σαν Φρανσίσκο και τις Βρυξέλλες οδήγησε η εξαγωγική δραστηριότητα της Εταιρείας Καμπά ενώ ο ίδιος είχε αναγορευτεί προμηθευτής του τσάρου της Ρωσίας και των βασιλέων Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας. Μάλιστα τέτοια ήταν η αναγνώριση στην ποιότητα των προϊόντων του που έφτασε στο σημείο να τιμηθεί με το ελληνικό παράσημο του «Ιππότη του Αργυρού Σταυρού του Βασιλικού Τάγματος».

Έτσι χτίζονται οι καλές σχέσεις με τα βασιλικά σαλόνια που καταλήγουν στα συχνά γαλαζοαίματα «τραπεζώματα» που τους προσέφερε στη βίλα του στην Κάντζα, σε ένα από τα οποία μάλιστα λέγεται ότι σκίρτησε η καρδιά του τότε πρίγκιπα, και στη συνέχεια βασιλιά των Ελλήνων, Αλέξανδρου για μία «κοινή θνητή», την Ασπασία Μάνου.
Και τη συγκεκριμένη βίλα φαίνεται πως προτιμούσαν όχι μόνο οι γαλαζοαίματοι, αλλά και οι σταρ του σινεμά, αφού χρησιμοποιήθηκε πολλάκις για σκηνικό σε μεγάλες διεθνείς κινηματογραφικές παραγωγές.

Την αναγνώριση που έχαιρε ο Καμπάς συνέχισε να την απολαμβάνει η εταιρεία και μετά το θάνατό του αποσπώντας βραβεία και κατοχυρώνοντας με Ονομασία Προέλευσης τα κρασιά της. Βέβαια τον Καμπά μπορεί να τον διακατείχε το επιχειρηματικό δαιμόνιο, αυτό όμως δεν σήμαινε πως δεν έκανε λάθη. Ατυχής για παράδειγμα είχε αποδειχθεί η κίνησή του να υπογράψει σύμβαση με την Προνομιούχο Εταιρεία για την Προστασία του Εμπορίου της Σταφίδας. Το αντικείμενο της εν λόγω Εταιρείας ήταν να μετατρέπει την ξηρή σταφίδα σε οινόπνευμα ή γλυκά κρασιά για τις αγορές Γαλλίας και Γερμανίας. Η δραστηριότητα όμως στέφθηκε από απόλυτη αποτυχία όταν η Γαλλία απαγόρευσε τις εισαγωγές σταφιδίτη οίνου.

Θέρος, τρύγος, πόλεμος...

...αποσταμό δεν έχουν» αναφέρει μια παλιά παροιμία, για να τονίσει το γεγονός πως ο τρύγος δεν είναι δουλειά του ενός μόνο μήνα, αλλά αποτελεί μία μόνιμη μάχη που διαρκεί όλο το χρόνο. Κι όπως τα προβλήματα δεν έχουν σταματημό κατά τη διάρκεια του χρόνου για τα αμπέλια, έτσι τα προβλήματα δεν είχαν σταματημό για την εταιρεία Καμπάς μετά το θάνατο του ηγέτη της.

Τουναντίον κορυφώθηκαν την περίοδο από το 1975 κι έπειτα, δίχως φυσικά να λείπουν οι ανάσες ανάκαμψης, που ωστόσο δεν ήταν δυνατές να αναστρέψουν την ήδη προδιαγεγραμμένη πορεία.
 
Στον Όμιλο Μπουτάρη και σήμερα στην Κάντζα ΑΕ
Με σκαμπανεβάσματα η εταιρεία περνάει το χρόνο της με τις οινοποιητικές της δραστηριότητες και υπό την κεφαλή της Εθνικής ως τη δεκαετία του ‘80, οπότε και τα προβλήματα διογκώνονται με τον ανταγωνισμό να «σηκώνει κεφάλι» και τις εξωτερικές συνθήκες, όπως η πετρελαϊκή κρίση, να μην βελτιώνουν την κατάσταση. Οι αναποδιές λοιπόν οδηγούν την Εθνική, αντίθετα με την αρχική της αρνητική στάση να παραχωρήσει σε ιδιωτικά χέρια την επιχείρηση, να θέσει τη θυγατρική της οινοποιητική προς πώληση προκηρύσσοντας διαγωνισμό τον οποίο κερδίζει τον Ιούνιο του 1991 ο Όμιλος Εταιρειών Μπουτάρη.

Σήμερα η εταιρεία ανήκει στην εταιρεία Κάντζα Α.Ε, η οποία αγόρασε τις μετοχές της «Καμπάς Α.Ε.» από τις δανείστριες τράπεζες της εταιρείας «Ι. Μπουτάρης και Υιός Holding Α.Ε.», που στόχο έχει τη δημιουργία ενός πρωτοποριακού εμπορικού και ψυχαγωγικού πάρκου», δομημένης έκτασης 112.000 τ.μ..

Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί πως ένα μέρος της περιουσίας του Καμπά παρέμεινε στα χέρια της απογόνου του, Ρωξάνης Μάτσα, η οποία το 1976 πήρε την απόφαση να εγκατασταθεί στο κτήμα της Κάντζας διεκδικώντας την περιουσία της και ασκώντας το επάγγελμα που κληρονόμησε από τον προπάππου της.


Εκεί σε μια έκταση 122 στρεμμάτων στεγάζεται το κτήμα Μάτσα που αναβιώνει την τέχνη της οινοποίησης με τον τρόπο που δίδαξε ο... πρωτομάστορας.

Από το 374ο τεύχος της Agrend
Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία