Κερδισμένοι αλλά πολύ λιγότερο θα βγουν και οι αμπελουργοί, των οποίων το εισόδημα θα ενισχυθεί κατά 3,1 με 3,6% εάν υπαχθούν στο καθεστώς της ενιαίας ενίσχυσης. Ωστόσο το κέρδος τους θα είναι μικρό καθώς, όπως παρατηρούν οι μελετητές, η έκταση των αμπελώνων είναι μικρή σε σχέση με αξία της παραγωγής και το σημερινό εισόδημα των αμπελουργών. Το ίδιο ισχύει και για τους παραγωγούς οπωροκηπευτικών που θα δουν το εισόδημά τους να αυξάνεται ανεπαίσθητα κατά 0,2%-0,3%.
Από την άλλη, στους χαμένους συγκαταλέγονται οι παραγωγοί που έχουν αροτραίες καλλιέργειες και οι οποίοι θα δουν το εισόδημά τους να μειώνεται κατά 2,5% με 3% αλλά και οι γαλακτοπαραγωγοί με πτώση -2,4 % ως -3,1 %) . Ανεξάρτητα από τον τρόπο ανακατανομής των ενισχύσεων, ιδιαίτερα ευνοημένοι θα βγουν οι αγρότες με εκμεταλλεύσεις που βασίζονται σε χορτολιβαδικές εκτάσεις (11,1 % με +11,4%).
Υπενθυμίζεται ότι από το 2015 θα ξεκινήσει η ανακατανομή των άμεσων ενισχύσεων ώστε ως το 2019, κάθε κράτος να έχει καλύψει το ένα τρίτο της απόστασης που το χωρίζει από το 90% του κοινοτικού μέσου όρου των ενισχύσεων ανά στρέμμα.
Χαμένος ο ελληνικός κάμπος από την ενιαία ενίσχυση
Απώλειες της τάξης του 13% θα δουν οι Έλληνες αγρότες με αροτραίες καλλιέργειες όταν και αν εφαρμοστεί η ενιαία στρεμματική ενίσχυση. Αντίστροφα, οι Έλληνες κτηνοτρόφοι που εφαρμόζουν την εκτατική βόσκηση θα έβλεπαν το εισόδημά τους να αυξάνεται κατά 14%. Μικρότερες είναι οι μεταβολές για τις μικτές εκμεταλλεύσεις (-5%) και τους αμπελουργούς (-2%) της πατρίδας μας, σύμφωνα με τη μελέτη.
Όπως επισημαίνεται, η μετακίνηση προς την ενιαία στρεμματική ενίσχυση και η ανακατανομή πόρων ανάμεσα στα κράτη μέλη θα επηρεάσουν ιδιαίτερα κράτη όπως η Ελλάδα, που εφαρμόζουν το ιστορικό μοντέλο.
Όπως σημειώνει η έκθεση, «στα κράτη αυτά, τα δικαιώματα έχουν κατανεμηθεί μόνο σε ένα ποσοστό των επιλέξιμων στρεμμάτων που στήριζαν συγκεκριμένες παραγωγές κατά τις περιόδους αναφοράς. Συνεπώς , ανεξάρτητα από τη μέθοδο ανακατανομής των ενισχύσεων ανάμεσα στα κράτη μέλη, η μετατόπιση προς μια κατανομή των δικαιωμάτων σε όλα τα επιλέξιμα εκτάρια θα έχει αρνητικές επιπτώσεις ιδίως σε εκείνους τους κλάδους που ωφελήθηκαν από τα ιστορικά μοντέλα, ιδίως σε κράτη μέλη που σήμερα λαμβάνουν υψηλό επίπεδο άμεσων ενισχύσεων ανά εκτάριο και τα οποία θα επηρεαστούν αρνητικά από την ανακατανομή των ενισχύσεων ανάμεσα στα κράτη μέλη.
Ωστόσο οι συνέπειες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τους βασικούς κλάδους της παραγωγής σε κάθε κράτος μέλος.
Όσον αφορά τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο, σημειώνεται ότι «η ισχύουσα κατανομή των άμεσων ενισχύσεων βάσει ιστορικών κριτηρίων και αναφοράς παραγωγής οδηγεί σε συγκέντρωση στις πλέον παραγωγικές περιοχές χωρίς να υπάρχει προσαρμογή σε περιβαλλοντικούς και κλιματικούς στόχους, πέραν της σύνδεσης με την πολλαπλή συμμόρφωση». Την εικόνα αυτή επιχειρεί να αλλάξει η νέα ΚΑΠ εισάγοντας την οικολογική συνιστώσα των ενισχύσεων.