BACK TO
TOP
Ελαίας Καρπός

Η βρώσιμη ελιά βρίσκει αγορές και ψάχνει καλλιεργητές

Στην πελατοκεντρική των εξαγωγικών επιχειρήσεων βρώσιµης ελιάς, δηλαδή στο κατά πόσο θα είναι ικανές να φέρουν προϊόντα στο ράφι, που θα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του καταναλωτικού κοινού και της σύγχρονης εποχής, θα κριθεί µελλοντικά η «µάχη» για τα κοµµάτια της παγκόσµιας πίτας.

Η βρώσιμη ελιά βρίσκει αγορές και ψάχνει καλλιεργητές

2
0
Αυτό µεταξύ άλλων προκύπτει από όσα αποκάλυψε στην Κατερίνη, σε εκδήλωση απονοµής βραβείων της Agrenda για τον «Αγρότη της Χρονιάς», το «µυαλό» της «Olymp Olives», Προκόπης Κωνσταντόπουλος. Έφερε µάλιστα ως παράδειγµα την εταιρεία του που λάνσαρε εδώ και πολλά χρόνια καινοτόµα προϊόντα, αλλά και την ιδιαίτερη περίπτωση της αγοράς του Βελγίου

Εκεί, τόνισε, η κατανάλωση βρώσιµης ελιάς παραµένει µεγάλη αλλά δεν αυξάνεται γεωµετρικά, κυρίως γιατί στη χώρα αυτή υπάρχουν επιχειρηµατίες που έριξαν στην αγορά προϊόν στοχευµένα, όπως τις φρέσκιες ελιές, µε λιγότερο αλάτι, που καταναλώνονται ως σνακ

Μεγάλα περιθώρια ανάπτυξηςΣύµφωνα µε το διευθύνοντα σύµβουλο της εταιρείας που απασχολεί σήµερα 220 άτοµα, το µέλλον των εξαγωγών βρώσιµης ελιάς, είναι κάτι παραπάνω από ευοίωνο, αν αναλογιστεί κανείς και τα µεγάλα περιθώρια για αύξηση της κατανάλωσης, σε αγορές χωρών που παραµένουν στόχοι για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις της Ελλάδας. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι ήδη παρατηρείται αύξηση της κατανάλωσης ελιάς κατά 2,5 φορές από το 1990 ως το 2015, καθώς τότε καταναλώνονταν µόλις 1 εκατ. τόνοι παγκοσµίως, ενώ σήµερα πάνω από 2,6 εκατ. τόνοι, κάτι που αποδίδεται κατά κύριο λόγο στην προβολή της Μεσογειακής διατροφής, αλλά και στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου
Όπως σηµείωσε ο κ. Κωνσταντόπουλος, «πρέπει να στοχεύσουµε σε αγορές όπως η Αγγλία, που µπορεί να εµφανίζει 7,5 φορές αυξηµένη κατανάλωση από το 1990, ωστόσο έχει και προοπτικές, αρκεί ν’ αναλογιστεί κανείς ότι ελιές γεύεται µόλις το 20% του πληθυσµού και µάλιστα αγοράζοντας µια φορά το χρόνο»

Σε Γερμανία και ΗΠΑΕξίσου µεγάλα παραµένουν τα περιθώρια διείσδυσης για τις ελληνικές επιχειρήσεις σε δυο ακόµα χώρες. Στη Γερµανία, όπου η κατανάλωση το ίδιο διάστηµα ανέβηκε τρεις φορές, αν και το συγκεκριµένο προϊόν «φεύγει» µόνο σε ορισµένα χρονικά διαστήµατα, περιορισµένα, (Ελληνικές Εβδοµάδες) από τα τοπικά σούπερ µάρκετ, που δεν πουλάνε όλο το χρόνο, αλλά και στις ΗΠΑ που ζητούν ελαιόλαδο και καρπό

Η Πίτσα έφερε επιτυχία στην Αυστραλία Σε µια τεχνική µάρκετινγκ αλλά και στην ποιότητα του ελληνικού προϊόντος οφείλεται η επιτυχία της ελληνικής βρώσιµης ελιάς, στη µακρινή Αυστραλία. Εκεί σύµφωνα µε τον Προκόπη Κωνσταντόπουλο, οι ελληνικές ελιές που από το 1990 παγκοσµίως αύξησαν µερίδια 6,5 φορές, παραµένουν ψηλά στις προτιµήσεις των καταναλωτών, κυρίως από τότε που το προϊόν µπήκε στην πίτσα

Το 15% της ντόπιας παραγωγής στην εταιρεία Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1956, ξεκινώντας δραστηριότητα µε κατάστηµα λιανικής πώλησης επιτραπέζιας ελιάς και ελαιολάδου στην πόλη της Κατερίνης και µετέπειτα επέκταση σε άλλα σηµεία του νοµού. Το 1965 δηµιουργήθηκε ο πρώτος αποθηκευτικός χώρος στην είσοδο της πόλης, το 1970 ξεκίνησαν εξαγωγές σε Βέλγιο και Γερµανία, ενώ το 1980 η εταιρεία µετεγκαταστάθηκε. Τη χρονιά εκείνη ανέλαβε ρόλο ο Προκόπης Κωνσταντόπουλος, ενώ µια δεκαπενταετία αργότερα η βιοµηχανία επένδυσε µε ένα δεύτερο κτήριο, µε γραµµή πλήρους τυποποίησης- παστερίωσης ελιάς σε γυάλινα βάζα, αλλά και προώθηση νέων προϊόντων, όπως ελιές µε αµύγδαλο, σκόρδο κ.λπ
Το 2005 ως το 2008 στο συγκρότηµα προστέθηκε ένα τρίτο κτίριο και αποθηκευτικοί χώροι µε νέα γραµµή παραγωγής, µε την εταιρεία το 2015, να επεξεργάζεται πλέον 20.000 τόνους ελιές βρώσιµες, που αντιστοιχεί στο 10-15% της εγχώριας παραγωγής

Σύνθετος ο τρόπος φύτευσης του ελαιώνα στη ΧαλκιδικήΚατά έναν ενδιάµεσο τύπο, µεταξύ παραδοσιακού και σύγχρονου φυτεύεται το σύνολο των ελαιώνων στην Χαλκιδική, σύµφωνα µε τον πρόεδρο του Αγροτικού Συνεταιρισµού Σηµάντρων Χαλκιδικής, Ευάγγελο Μισαηλίδη. Αυτό σηµαίνει πως οι αποστάσεις µεταξύ των δένδρων κυµαίνονται από 6 × 6,5, 6,5 × 6,5 και 6 × 7 µέτρα, ενώ οι περισσότεροι παραγωγοί, µέσω των οργανώσεών τους, εφαρµόζουν τεκµηριωµένο σύστηµα ολοκληρωµένης παραγωγής (Integrated Crop Management).  Για να αντιµετωπίσουν, µάλιστα, το φαινόµενο της παρενιαυτοφορίας οι αγρότες, αλλά και για να εξασφαλίσουν µεγάλου µεγέθους και υψηλής ποιότητας καρπούς εφαρµόζουν συστηµατικά χειµερινά και θερινά κλαδέµατα και βλαστολογήµατα στα ελαιόδεντρα. Σηµειωτέον ότι οι αποδόσεις, κατά µέσο όρο, κυµαίνονται σε 900 κιλά ανά στρέµµα κατ’ έτος κι ενώ η καλλιέργεια εκτείνεται σε µια έκταση 230.000 στρεµµάτων µε 5 εκατ. δέντρα

Κείμενο από το περιοδικό EL, μηνός Φεβρουαρίου 201


Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία