Έτσι, την ώρα που τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ κάνουν λόγο για αύξηση του αγροτικού εισοδήµατος, τα φορολογικά έσοδα καταγράφουν σηµαντική υποχώρηση. Οι πληροφορίες θέλουν το ποσό της συνεισφοράς των αγροτών στο σκέλος της άµεσης φορολογίας µε βάση τα εισοδήµατα του 2015 όχι µόνο να µη φθάνει στο επίπεδο που προέβλεπαν οι παραδοχές των τεχνοκρατών και του κουαρτέτου αλλά και να πέφτει κάτω από τα αντίστοιχα επίπεδα που απέδωσε η χρήση του 2014.
Τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Agrenda δείχνουν καθήλωση των φορολογικών εσόδων στα 179 εκατ. ευρώ από 187 εκατ. ευρώ την προηγούµενη χρονιά.
Μάλιστα, επιβεβαιώνουν την αδυναµία των συντελεστών της αγροτικής παραγωγής να διατηρήσουν την κερδοφορία των εκµεταλλεύσεων και να συµβάλουν στον κρατικό κορβανά µε βάση τον αντίστοιχο σχεδιασµό των ιθυνόντων και την ίδια ώρα πιστοποιούν τις µειωµένες αποδόσεις και τα στενά περιθώρια µέσα στα οποία είναι υποχρεωµένοι να κινούνται οι συντελεστές της παραγωγής.
Με άλλα λόγια, πάει καιρός τώρα που οι αγροτικές επιχειρήσεις «τρώνε από τα έτοιµα», χωρίς οι διαχειριστές τους να είναι σε θέση να αντιληφθούν την πραγµατικότητα και να δροµολογήσουν µε οποιονδήποτε τρόπο αλλαγή πορείας. Έχοντας µάθει αλλιώς, οι περισσότεροι αγρότες περιµένουν εδώ και χρόνια πως κάποιος από µηχανής θεός θα παρέµβει. Στην αρχή της κρίσης ήταν η αθέτηση υποχρεώσεων προς τους πιστωτές, στη συνέχεια η αξιοποίηση των ισχνών αποθεµατικών που διέθεταν, ενώ τελευταία η συνέχιση της παραγωγικής διαδικασίας βασίζεται στην εγκατάλειψη κάθε επένδυσης, στην πληµµελή συντήρηση των µηχανηµάτων και στη δραστική µείωση των εισροών. Σε όλα αυτά, που µεταφράζονται σε χαµηλότερες αποδόσεις, θα πρέπει να προστεθούν οι εµφανείς επιπτώσεις της κλιµατικής αλλαγής και, φυσικά, η πίεση (διεθνώς και εγχωρίως) από το µέτωπο των τιµών.
Μ’ αυτή την έννοια, οι αγρότες δεν πρέπει να φοβούνται την αύξηση της φορολογίας και κατ’ επέκταση των εισφορών που συνδέονται µε το φορολογητέο εισόδηµα, την ίδια στιγµή όµως δεν έχουν και σε τίποτα να ελπίζουν, καθώς ο δρόµος προς τη φτώχεια είναι περίπου προδιαγεγραµµένος. Αυτό είναι που τους κρατάει καθηλωµένους στις τηλεοπτικές οθόνες, αυτό είναι που τους αφαιρεί το δυναµισµό άλλων εποχών, αυτό είναι που τους έχει κάνει να χάσουν την εµπιστοσύνη τους σε κόµµατα και οργανώσεις του χώρου.
∆εν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι οργανώσεις του ΚΚΕ και το στρατόπεδο του Μπούτα (ΠΑΣΥ) είναι τα µόνα που διατηρούν επιρροή στον αγροτικό κόσµο, παρά το γεγονός ότι η διάταξή τους είναι αµυντική και το δίχτυ προστασίας που ίσως µπορούν να παράσχουν αφορά τα πιο αδύναµα κοινωνικά στρώµατα.
Ένα άτυπο αγροτικό ΚΥΣΕΑ
Σε ό,τι αφορά το πολιτικό περιβάλλον µέσα στο οποίο κινούνται οι αγρότες, οι άλλοτε «στρατηγοί του κάµπου» µε τα µεγάλα τρακτέρ έχουν αποδεκατιστεί, οι νεότεροι που επιχείρησαν να τους διαδεχθούν δεν δείχνουν να έχουν αντιληφθεί τα κελεύσµατα των καιρών, οι κοµµατικοί µηχανισµοί (ΠΑΣΟΚ και Ν∆) που παλιότερα παρείχαν υποστήριξη, τώρα αναζητούν τη δική τους ταυτότητα, ενώ η κοινωνία της περιφέρειας µουδιασµένη δεν έχει διάθεση να «ξεσπιτωθεί» για µια «περιπέτεια» που δεν την εµπνέει.
Μέσα σ’ αυτό το κλίµα, οι τελευταίες καθαρές φωνές καλούν σε συναίνεση, την οποία όµως, όσο την κυνηγάς τόσο αποµακρύνεται. Τελευταία, από το Ποτάµι, για παράδειγµα, γίνεται έκκληση για ένα φρένο στον κατήφορο της γεωργίας, µαζί µε µια προτροπή για τη συγκρότηση ενός άτυπου «αγροτικού ΚΥΣΕΑ», το οποίο θα δει τα ζητήµατα του χώρου (εκπρόσωποι από όλα τα εµπλεκόµενα υπουργεία και όλους τους δηµόσιους οργανισµούς) που θα πάρει αποφάσεις για την αντιστροφή της κατάστασης πριν να είναι πολύ αργά.