«∆υσκίνητα µοντέλα» σαν αυτό που περιγράφεται παραπάνω, προσελκύουν εταιρείες που θέλουν να ταράξουν τα νερά στον κλάδο, σχολιάζει το Economist. Η Endless West µε έδρα το Σαν Φρανσίσκο είναι µια τέτοια περίπτωση. Έχει αποδεσµευθεί τελείως από την ωρίµανση σε βαρέλια και µε τη χρήση ενός χρωµατογράφου µε αέριο, διαχωρίζει το µείγµα στα συστατικά του, πραγµατοποιώντας παράλληλα ανάλυση του, µε τους ερευνητές της εταιρείας να ισχυρίζονται ότι έχουν εντοπίσει τα µόρια που χαρίζουν στο ουίσκι τη γεύση του.
Ο Josh Decolongon, επικεφαλής προϊόντων στην Endless West µιλά στο Economist για µια χηµική ένωση µε το όνοµα τετραεθυλγουαϊκόλη και για την αιθυλική βουτανοάτη. Ο ίδιος και η οµάδα του χρησιµοποιούν ένα συνδυασµό τεχνικών, ανάµεσα στις οποίες η απόσταξη και ο διαχωρισµός διαλυτών εκµεταλλευόµενοι τις διαφορετικές διαλυτότητες των περισσότερων χηµικών στοιχείων στο νερό και σε υγρά µε έλαια για να εξάγουν αυτές και άλλες ενώσεις από φυτά, ζυµοµύκητες και το ξύλο του βαρελιού. Μόλις έχουν στη διάθεσή τους τις συγκεκριµένες γεύσεις, τις προσθέτουν σε καθαρή αιθανόλη που προµηθεύονται από εξωτερικό πάροχο. Το αποτέλεσµα είναι το Glyph, ένα ποτό που χρειάζεται περίπου 24 ώρες για να γίνει και διατίθεται σε τιµή γύρω στα 40 δολάρια το µπουκάλι.
Η Σκωτσέζικη Ένωση για το οΟυίσκι εµφανίζεται θυµωµένη µε την ιδέα η βιασύνη να κυριαρχήσει στην παραγωγή ή µε την προοπτική η τελευταία να πολλαπλασιαστεί. Όπως επισηµαίνει, αυτό που συµβαίνει στα χρόνια που περνά µέσα στο βαρέλι, αποτελεί µέρος του υπέροχου µυστηρίου γύρω από το ουίσκι.
Η Endless West έχει περιορίσει εντελώς την ωρίµανση, άλλες εφτά έχουν βρει τρόπο να επιταχύνουν τη διαδικασία
Σύµφωνα µε το Economist, στο Λος Άντζελες εταιρεία µε την επωνυµία «Lost Spirits» εισάγει θερµαινόµενο ξύλο βαρελιού σε απόσταγµα και το τοποθετεί σε αντιδραστήρα (reactor) για να επισπεύσει την ολοκλήρωση του κύκλου που εδώ διαρκεί έξι ηµέρες και δίνει το ποτό «Abomination: Sayers of the Law». O ιδρυτής της Lost Spirits, Bryan Davis υποστηρίζει ότι αυτός ο ελάχιστος χρόνος σηµαίνει ότι οι παρασκευαστές αποσταγµάτων θα µπορούσαν να χρησιµοποιούν τα µηχανήµατά του για να πειραµατιστούν µε ταχείς ρυθµούς µε όλα τα είδη νέων γεύσεων. Σε ό,τι αφορά τη µαζική παραγωγή, το κόστος της διαδικασίας θεωρείται απίθανο να µπορέσει να συναγωνιστεί οικονοµίες κλίµακας που βρίσκουµε χαµηλότερα (low end) στην αγορά. Ωστόσο, ο ίδιος διαβλέπει οφέλη και εκτιµά ότι θα µπορούσε να παράγει φιάλες των 50 δολαρίων, που εάν αναπτύσσονταν µε συµβατικό τρόπο, θα κόστιζαν 250 δολάρια.
Αναλυτικό ρεπορτάζ στην Agrenda που κυκλοφορεί το Σάββατο 16 Μαρτίου