Ο ίδιος ξετυλίγει στη συνέχεια, µε περίσσεια άνεση, το νήµα της εξέλιξης του κλάδου στην Ελλάδα και να φθάσει στα τελευταία 4 µε 5 χρόνια, τα οποία σύµφωνα µε τον ίδιο ορίζουν την τελευταία φάση ανάπτυξης της craft µπύρας.
«Αυτό που είναι ξεκάθαρο, είναι ότι, εκτός από τους θετικούς ανθρώπους, στην ανάπτυξη αυτή συνέβαλε το ΕΣΠΑ» σηµειώνει συµπληρώνοντας παράλληλα: «Υπήρξα κάποια στιγµή σε ένα πάνελ, νοµίζω στην πρώτη ή τη δεύτερη Ζυθογνωσία, όπου το κοινό από κάτω το µόνο που ρωτούσε ήταν αν ξέρουµε κάτι για το ΕΣΠΑ για να ανοίξει κάποιος µικροζυθοποιείο. Απηύδησα λοιπόν και λέω, παιδιά, είστε απαράδεκτοι. ∆εν µπορώ να συζητώ µε ανθρώπους που δηλώνουν εραστές της µπύρας µέσω ΕΣΠΑ...».
Επιλογή τελικά ή παραστράτηµα ήταν η ενασχόλησή σας µε την µπύρα;
Η Σχολή Bauhaus που ήθελα να σπουδάσω είναι στο Μόναχο. Εκεί, εν έτει 1980, δοκίµασα τις πρώτες Weiss. Γύρισα στο Ντίσελντορφ, που είχε άλλες µπύρες, και στο δρόµο της επιστροφής, ταξίδι µε αυτοκίνητο µε έναν ξάδελφό µου, µόνιµο κάτοικο Μονάχου, στο Μπάµπεργκ δοκίµασα και τις καπνιστές. Αυτά σε ηλικία 18 ετών. Μετά στο Ντίσελντορφ βρήκε ο θείος µου έναν διευθυντή ζυθοποιίας που έβγαζε µόνο Αlt µπύρα και κανόνισε να µου βγάλουν ένα πάσο. Μπαινόβγαινα ένα εξάµηνο και µου εξηγούσαν όλες τις διαδικασίες. Μετά ξεκινήσαµε τα ταξίδια σε Ολλανδία, Β. Γαλλία, Βέλγιο... Ήταν επιλογή.
Αναλυτικό ρεπορτάζ στο περιοδικό Beer & Brunch που κυκλοφόρησε στις 21 Ιουλίου μαζί με την εφημερίδα Agrenda