BACK TO
TOP
Farming

Τα αρωματικά έλαια δραστικό συστατικό φυτοπροστασίας

Ανεκμετάλλευτος πλούτος με μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης αλλά και με ανεπάρκειες στην αλυσίδα παραγωγής, τυποποίησης και εμπορίας, που φρενάρουν τις δυνατότητές του, χαρακτηρίζεται ο εγχώριος τομέας των αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών. Αποτέλεσμα; Το μερίδιό τους στη διεθνή αγορά, που ξεπερνά, πλέον, τα 20 δισ. δολ., ετησίως, αν και αυξάνει, είναι μικρότερο από ό,τι πραγματικά θα μπορούσαν να έχουν κατακτήσει, με βάση το ποιοτικό δυναμικό και την ποικιλομορφία τους.

aromatika_fyta

Λεωνίδας Λιάμης

77
0

Οι προοπτικές αξιοποίησης των αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών της πλούσιας ελληνικής χλωρίδας -ως αιθέριο έλαιο, στην κοσμετολογία και στη φαρμακευτική ή τη φυτοπροστασία- αποτέλεσαν το αντικείμενο ημερίδας που οργάνωσαν την περασμένη Παρασκευή στη Θεσσαλονίκη η Αμερικανική Γεωργική Σχολή και το τμήμα Γεωπονίας του ΑΠΘ, με τον καθηγητή του ΑΠΘ Χρήστο Δόρδα να αναλύει την κατάσταση στη χώρα.

Όπως ανέφερε, αυτή τη στιγμή υπάρχουν καταγεγραμμένα περίπου 500 –600 είδη αρωματικών φυτών στην Ελλάδα, από τα οποία, όμως, αυτά που έχουν κεντρίσει το ουσιαστικό ενδιαφέρον των παραγωγών για να καλλιεργηθούν σε μεγάλες εκτάσεις, συστηματικά και προκειμένου να αξιοποιηθούν εμπορικά, μετρώνται στα δάκτυλα των δύο χεριών.

Βάσει των στοιχείων που παρέθεσε, τα πιο σημαντικά, από άποψη των εκτάσεων που καλύπτουν, αρωματικά φυτά στη χώρα είναι η ρίγανη, ο κρόκος, τα μαστιχόδεντρα, η λεβάντα, το τσάι του βουνού, ο δίκταμος, ο μάραθος και ο γλυκάνισος, ενώ σε δεύτερο επίπεδο ακολουθούν το χαμομήλι, η δάφνη, ο βασιλικός, το δεντρολίβανο, το μελισσόχορτο, το φασκόμηλο, η μέντα και το τριαντάφυλλο.

«Υπάρχει δυνατότητα για αύξηση των στρεμματικών αποδόσεων, με βελτίωση του γενετικού υλικού και των καλλιεργητικών τεχνικών και πρακτικών» είπε και σημείωσε ότι οι τάσεις επιτάσσουν τη βελτίωση της ποιότητας και τη χρήση τεχνικών φιλικών προς το περιβάλλον.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η στρατηγική για την ανάπτυξη των αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών στην Ελλάδα, θα πρέπει να εστιάζει στον εκσυγχρονισμό τόσο των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, όσο και των καλλιεργητικών πρακτικών. Επίσης, κρίσιμο είναι να ενσωματώνεται προστιθέμενη αξία με ενέργειες στο επίπεδο της τυποποίησης και της συσκευασίας προϊόντων, να υιοθετούνται συστήματα ποιότητας, όπως τα ΠΟΠ και ΠΓΕ, ταυτόχρονα με την προώθηση της βιολογικής και ολοκληρωμένης διαχείρισης της καλλιέργειας.

Πρόσθετα «βαρίδια» ανάσχεσης του ρυθμού ανάπτυξης του κλάδου αποτελούν, κατά τον ομιλητή, η ανεπαρκής ενημέρωση των αγροτών γύρω από την καλλιέργεια των αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών (σ. σ. ως προς τις γνώσεις καλλιεργητικών φροντίδων, τη σύνδεση της πρωτογενούς παραγωγής με τη βιομηχανία σε σχέση με τη συσκευασία, απόσταξη και παραγωγή αιθέριων ελαίων), η έλλειψη πιστοποιημένων σπόρων και εν γένει πολλαπλασιαστικού υλικού, η περιορισμένη εκμηχάνιση των περισσότερων καλλιεργειών που ανεβάζει το κόστος, η συγκέντρωση των κυριότερων μονάδων μεταποίησης σε Μακεδονία, Αθήνα και Κρήτη, καθώς και η ελλιπής στρατηγική προώθησης των τελικών προϊόντων σε επίπεδο συσκευασίας και αιθέριων ελαίων.

Ανερχόμενη τάση τα αρωματικά φυτά ως μέσο φυτοπροστασίας

Στη δυναμική που εμφανίζει η αξιοποίηση των αρωματικών φυτών για την καταπολέμηση ασθενειών κι εχθρών στις καλλιέργειες, αναφέρθηκε η καθηγήτρια στο τμήμα Γεωπονίας του ΑΠΘ, Ουρανία Μενκίσογλου – Σπυρούδη, τονίζοντας μεταξύ άλλων πως η αυξημένη ζήτηση προϊόντων χωρίς χημικά υπολείμματα και οργανικής γεωργίας έχει οδηγήσει σε αύξηση της χρήσης τους στην Ευρώπη (σ. σ. αντιστοιχούν στο 5,04% της αγοράς σκευασμάτων φυτοπροστασίας), όσο και στη Βόρειο Αμερική.

Βάσει των στοιχείων που παρουσίασε η παγκόσμια αγορά του τομέα έφθανε σε 1,3 δισ. δολάρια το 2011, αυξήθηκε στα 2,3 δισ. δολ., το 2015, και αναμένεται να φθάσει στα 4,2 δισ. δολ., το 2023, με ετήσια αύξηση 15,8% από το 2012 έως το 2017 και 9,9% έως το 2023.

«Η έρευνα που διεξάγεται σε παγκόσμιο επίπεδο προχωρά ολοένα και περισσότερο και στα αμέσως επόμενα χρόνια οι αγρότες θα μπορούν να χρησιμοποιούν στην καταπολέμηση μικροοργανισμών και φυτικής προέλευσης γεωργικά φάρμακα, ενίοτε και σε εναλλαγή με ήπια κάποια συνθετικά χημικά φάρμακα, όταν το πρόβλημα είναι μεγάλο», ανέφερε η κ. Μενκίσογλου – Σπυρούδη, σημειώνοντας πως τα αρωματικά φυτά περιέχουν βιοδραστικές ουσίες, που είναι αποτελεσματικές και έναντι φυτοπαθογόνων μικροοργανισμών, και εντόμων και παρασίτων. Τόνισε δε, πως ήδη η ανάπτυξη τέτοιων προϊόντων και η χρησιμοποίησή τους ως φυτοπροστατευτικά στις καλλιέργειες προωθείται και νομοθετικά, μέσα από τον κανονισμό για τα γεωργικά φάρμακα της ΕΕ.

Νοθεία και παραεμπόριο πλήττουν τον κρόκο

Την περίπτωση της καλλιέργειας του κρόκου στην περιοχή της Κοζάνης αλλά και διεθνώς ανέλυσε η χημικός δρ Στέλλα Ορδούδη, τονίζοντας ότι η ετήσια παγκόσμια παραγωγή είναι μικρή, της τάξης των 200 τόνων και αυτό αυξάνει την τιμή του, έως τα 3.500 δολάρια το κιλό, καθιστώντας το προϊόν ως το πιο ακριβοπληρωμένο μπαχαρικό στον κόσμο.

Οι δύο αυτές παράμετροι, όπως ανέφερε, αποτελούν και τους κύριους λόγους για την ανάπτυξη της νοθείας και του παραεμπορίου στον κρόκο, που έχει λάβει σημαντικές διαστάσεις στη διεθνή αγορά, με πιο συνηθισμένη πρακτική τη «βάφτιση» του κουρκουμά ή του κάρδαμου σε σαφράν, καθώς ο χρωματισμός τους προσομοιάζει και οι αμύητοι δεν μπορούν να το αναγνωρίσουν. Ενίοτε δε, η εξαπάτηση του κοινού των καταναλωτών γίνεται με παραπλανητική δήλωση προέλευσης του προϊόντος, αλλά και με μείγματα χημικών ουσιών, που δεν έχουν καμία σχέση με το σαφράν.

Στην Ελλάδα, πάντως, η κ. Ορδούδη είπε πως βάσει της εικόνας που έχει η ίδια το φαινόμενο της νοθείας δεν είναι εκτεταμένο και αυτό γιατί κατά βάση η εγχώρια αγορά τροφοδοτείται από τον κρόκο της Κοζάνης, όπου καλλιεργούνται περίπου 2.000 στρέμματα συμβατικού κι άλλα 1.000 στρέμματα βιολογικού σαφράν, με την ετήσια παραγωγή να φτάνει τους 2-3 τόνους και να αντιστοιχεί στο 1-2% της παγκόσμιας παραγωγής. Η καλλιέργεια, όπως είπε, είναι εξαετής με στρεμματική απόδοση στα περίπου 6 κιλά και παρά τη δυσκολία της, δεδομένου ότι σε μεγάλο βαθμό είναι χειρωνακτική, αφήνει κέρδος έως 1.200 ευρώ για τον παραγωγό.

Το πρόβλημα που έχει αρχίσει να διαπιστώνεται στην περίπτωση της Κοζάνης, κατά την ομιλήτρια, έχει να κάνει με το γεγονός πως αρκετοί παραγωγοί θέλουν να εμπορεύονται την παραγωγή τους εκτός του αναγκαστικού συνεταιρισμού Κοζάνης και αυτό έχει οδηγήσει ακόμη και σε νομικές διενέξεις.

Ως αποτέλεσμα, όπως πληροφορείται η Agrenda από πηγές που έχουν γνώση του τί ακριβώς συμβαίνει στην Κοζάνη, σε αρκετές περιπτώσεις οι αγρότες μπαίνουν στη λογική της παραεμπορίας. Σε μια τέτοια, ένας τοπικός παραγωγός βρήκε μέσω διαδικτύου πελάτη στην Ολλανδία, ο οποίος πρόσφερε 5.000 ευρώ για 2 κιλά σαφράν Κοζάνης και όπως μας μεταφέρθηκε η παράδοση έγινε σε βαλίτσα από τον αγρότη, ο οποίος μετέβη αεροπορικώς στην Ολλανδία για το σκοπό αυτό.

Συμβόλαιο με αμερικανική εταιρία για τη Vessel

Στην ίδια εκδήλωση ο Βασίλης Βαρσάμης, χημικός μηχανικός και συνιδιοκτήτης της Vessel Essential Oils, μιας καθετοποιημένης επιχείρησης από τη Θεσσαλονίκη, αποκάλυψε πως η μεταποιητική του εταιρεία υπέγραψε ένα τριετές συμβόλαιο με έναν αμερικανικό διανομέα αιθέριων ελαίων, ύψους 800.000 ευρώ. «Στο πλαίσιο αυτό, εμείς ως επιχείρηση φέτος θα φυτέψουμε 600 στρέμματα λεβάντας και καλούμε όποιον παραγωγό το επιθυμεί να συμμετέχει κι αυτός στο πλαίσιο συμβολαιακής γεωργίας, με σταθερή τιμή στα 60 ευρώ το λίτρο», ανέφερε ο κ. Βαρσάμης, θεωρώντας πως αυτό το επίπεδο τιμής είναι δίκαιο, αν κανείς δει πως έχει εξελιχθεί διαχρονικά η τιμή της λεβάντας. Η διευκρίνισή του αυτή, βέβαια, είχε να κάνει με το γεγονός ότι και φέτος -όπως συνέβη και το 2017, λόγω μειωμένης παγκόσμιας παραγωγής- η τιμή της λεβάντας κινείται σε επίπεδα πάνω από 80-90 ευρώ το λίτρο, αλλά όπως τόνισε, αυτό δεν θα συνεχιστεί εσαεί, θυμίζοντας πως πριν τρία χρόνια ή τιμή της ήταν στα 40 ευρώ το λίτρο.

 

Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

Ροή Ειδήσεων

Ροή Ειδήσεων Προγράμματα Farming Πληρωμές