«Οι τελευταίες όμως εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού λόγω των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα και στην ενεργειακή κρίση θέτουν τις νομισματικές αρχές ενώπιον διλλημάτων καθώς από τη μια πρέπει να υπάρξει κάποιος περιορισμός της νομισματικής επέκτασης ενώ, από την άλλη, πρέπει ν’ αποφευχθεί μια νέα κρίση χρέους καθώς η εγκατάλειψη της ποσοτικής χαλάρωσης και η αύξηση των επιτοκίων θα οδηγήσουν σε αύξηση του κόστους δανεισμού των κρατών», αναφέρει μεταξύ άλλων στην ομιλία του ο πρόεδρος της Eurobank
Η ομιλία του προέδρου της Εurobank:
ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΡΟΣ ΕΝΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΣΕ ΜΕΤΑΒΑΣΗ & ΑΝΑΠΤΥΞΗ: ΜΙΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ
Την τελευταία μιάμιση σχεδόν δεκαετία η κατάσταση κρίσης τείνει να εξελιχθεί σε κανονικότητα. Οι δύο πρώτες (διεθνής χρηματοπιστωτική και η κρίση χρέους) έχουν περισσότερο ενδογενή χαρακτηριστικά ενώ οι δύο τελευταίες (υγειονομική και γεωπολιτική) μπορούν να θεωρηθούν κυρίως ως εξωγενείς για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Όπως συνήθως συμβαίνει στις κρίσεις, ο ρόλος του κράτους αυξάνεται, κυρίως μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής, καθώς και ο ρόλος των νομισματικών αρχών. Οι τελευταίες, στην περίπτωση της Ευρωζώνης, φαίνεται πως ωρίμασαν μέσα από τις απανωτές κρίσεις και, ιδιαίτερα στην περίπτωση της υγειονομικής κρίσης, έδρασαν με μεγάλη «δύναμη πυρός» αλλά και αποτελεσματικά. Αυτός ο ενισχυμένος ρόλος βοηθήθηκε από την συμμετρικότητα της κρίσης, δηλαδή αφορούσε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, ενώ δεν υπήρχε και θέμα ηθικού κινδύνου.
Οι τελευταίες όμως εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού λόγω των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα και στην ενεργειακή κρίση θέτουν τις νομισματικές αρχές ενώπιον διλλημάτων καθώς από τη μια πρέπει να υπάρξει κάποιος περιορισμός της νομισματικής επέκτασης ενώ, από την άλλη, πρέπει ν’ αποφευχθεί μια νέα κρίση χρέους καθώς η εγκατάλειψη της ποσοτικής χαλάρωσης και η αύξηση των επιτοκίων θα οδηγήσουν σε αύξηση του κόστους δανεισμού των κρατών. Το δίλλημα των νομισματικών αρχών ενισχύεται και από το γεγονός πως είναι τέτοιο το μείγμα των αιτίων του σημερινού πληθωρισμού, δηλαδή δεν οφείλεται σε υπερθέρμανση της οικονομίας αλλά σε σοκ από την πλευρά της προσφοράς, που η αποτελεσματικότητα των μέτρων νομισματικής πολιτικής μπορεί να μην έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Οι λόγοι παρέμβασης βέβαια αυξάνονται αν επηρεαστούν σημαντικά οι πληθωριστικές προσδοκίες και αρχίσει να δημιουργείται το γνωστό από το παρελθόν σπιράλ πληθωρισμού-μισθών, το οποίο ακόμη δεν έχει ενεργοποιηθεί σε ανησυχητικό βαθμό.
Επειδή όμως ο τρέχων πληθωρισμός και ιδιαίτερα το ενεργειακό κόστος επηρεάζει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, κάποιο ρόλο καλείται να διαδραματίσει και εδώ η δημοσιονομική πολιτική για να μετριαστεί η πτώση των πραγματικών εισοδημάτων, ν’ αποφευχθούν κάποια κοινωνικά προβλήματα και τα χειρότερα στην οικονομία. Τα περιθώρια όμως και σε αυτή την περίπτωση έχουν περιοριστεί λόγω της δημοσιονομικής γενναιοδωρίας που υπήρξε στο πλαίσιο της υγειονομικής κρίσης, και περιέσωσε βέβαια τη χώρα από τα χειρότερα, αλλά και λόγω του πολύ υψηλού δημόσιου χρέους στην περίπτωση της χώρας μας. Γι’ αυτό, οι οποιεσδήποτε δημοσιονομικές παροχές πρέπει να είναι στοχευμένες εκεί που πραγματικά υπάρχει ανάγκη. Επίσης, η επάνοδος στη δημοσιονομική πειθαρχία στην περίπτωση της χώρας μας χρειάζεται και για δυο επιπλέον λόγους: πρώτον, πρέπει να είμαστε σε επενδυτική βαθμίδα όταν σταματήσουν τα «δεκανίκια» της ΕΚΤ, και δεύτερον γιατί πρέπει να σταματήσει η επάνοδος στη νοοτροπία να περιμένουμε γενναιόδωρες παροχές από το κράτος, που είχε στο πρόσφατο παρελθόν τα γνωστά αποτελέσματα
Είναι θετικό πάντως πως τα περισσότερα μέτρα που έχουν ληφθεί είναι one-offs και δεν επιβαρύνουν σε σημαντικό βαθμό μελλοντικούς προϋπολογισμούς.
Η επόμενη μέρα και τα κόκκινα δάνεια:
Η πρόοδος που έχει γίνει στη μείωση των κόκκινων δανείων, ιδιαίτερα τα δυο τελευταία χρόνια, είναι τεράστια. Η διαδικασία της γρήγορης μείωσής τους ξεκίνησε το 2018 από την Eurobank και σήμερα δυο από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας έχουν μονοψήφιο ποσοστό κόκκινων δανείων ενώ οι άλλες δύο έχουν χαμηλό διψήφιο ποσοστό. Μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους όλες οι συστημικές τράπεζες αναμένεται να έχουν μονοψήφια ποσοστά.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα το μέγεθος αυτής της βελτίωσης, να υπενθυμίσουμε πως κάποια στιγμή τα κόκκινα ήταν περισσότερα από τα ενήμερα δάνεια. Η διαδικασία μείωσής τους συνεχίζεται και μετά την επίτευξη μονοψήφιων ποσοστών προκειμένου να πλησιάσουν περισσότερο τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που βρίσκεται κάτω του 3% ή τα ποσοστά των κόκκινων δανείων που υπήρχαν πριν το 2008 και κυμαίνονταν στο 4-5%.
Η νέα γεωπολιτική κρίση δεν έχει προς το παρόν οδηγήσει σε αύξηση των κόκκινων δανείων αλλά παρακολουθούμε στενά την κατάσταση γιατί η μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος λόγω του πληθωρισμού, και ιδιαίτερα του ενεργειακού κόστους, μπορεί να δημιουργήσει κάποια προβλήματα, τα οποία όμως αν προκύψουν θα είναι διαχειρίσιμα.
Με τις εξελίξεις αυτές, οι ελληνικές τράπεζες γίνονται πλέον “good banks” από “bad banks” που ήταν στα χρόνια της κρίσης χρέους και μπορούν πλέον ν’ ασχοληθούν με την κύρια δουλειά τους που δεν είναι άλλη από την χρηματοδότηση της ανάπτυξης της χώρας. Με αυτό ασχολούνται πλέον οι ηγεσίες και το προσωπικό του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, ο ανταγωνισμός δε για την χρηματοδότηση είναι πολύ μεγάλος, ενώ συνέχεια αναπτύσσονται νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
Εκτός από αυτό τον αναπροσανατολισμό των προτεραιοτήτων των ελληνικών τραπεζών, η δραστική μείωση των κόκκινων δανείων μείωσε πολύ, αυτό που λέμε, το κόστος του ρίσκου και αύξησε σημαντικά την οργανική κερδοφορία των τραπεζών. Η κερδοφορία αυτή αποτελεί μόνιμη πλέον πηγή αύξησης των κεφαλαίων των τραπεζών, τα οποία κεφάλαια μετά την εξυγίανση των ισολογισμών μπορούν πλέον να χρησιμοποιούνται για την αύξηση της χρηματοδότησης της οικονομίας, βοηθούμενες και από τη σημαντική ρευστότητα που τώρα διαθέτουν. Στην Eurobank πχ, εμείς σχεδιάζουμε για την επόμενη τριετία νέες εκταμιεύσεις άνω των 8 δισ. ευρώ. Αν όλες οι ελληνικές τράπεζες έχουν παρόμοιους στόχους, τότε μιλάμε για 30-40 δισ. εκταμιεύσεων τα επόμενα τρία χρόνια.
Η αύξηση χρηματοδότησης από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι μονόδρομος γιατί αυτή τη στιγμή τα εξυπηρετούμενα δάνεια ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ελλάδα βρίσκονται κοντά στο 60% ενώ πριν την κρίση ξεπερνούσε το 100% και ήδη σε παρόμοιες χώρες όπως η Πορτογαλία το ποσοστό αυτό ήδη βρίσκεται στο 110%.
Ενώ βέβαια αυτές είναι θετικές εξελίξεις, πρέπει να σημειωθεί πως η αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, η οποία τώρα έχει ανατεθεί στους λεγόμενους servicers, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη και αποτελεί μια εκκρεμότητα. Οι τράπεζες προσβλέπουν σε μια γρήγορη αναδιάρθρωση προκειμένου να προχωρήσει γρήγορα η εξυγίανση και της οικονομίας, η οποία βέβαια έχει ήδη ξεκινήσει, και μια σειρά από επιχειρήσεις να επανέλθουν στον τραπεζικό δανεισμό.
Συμπερασματικά:
Οι τράπεζες είναι έτοιμες να υλοποιήσουν τον αναπτυξιακό τους ρόλο. Όχι μόνο μέσω των δικών τους χρηματοδοτήσεων αλλά και μέσω του σημαντικού ρόλου που έχουν στην αποτελεσματική κατανομή των πόρων του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης.
Αυτή τη στιγμή, και μετά από τόσες απανωτές κρίσεις, η χώρα βρίσκεται μπροστά σε μια περίοδο ανάπτυξης χτίζοντας πάνω στις ευκαιρίες που δημιουργήθηκαν μετά από τόσα χρόνια κρίσης, στις μεταρρυθμίσεις που έγιναν αλλά, και πολύ σημαντικό, στους τεράστιους πόρους που για πρώτη φορά είναι τόσοι πολλοί διαθέσιμοι μέσω του Ταμείου Ανθεκτικότητα και Ανάκαμψης αλλά και των Διαρθρωτικών Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων.
Ο ρόλος των Τραπεζών στην αποτελεσματική κατανομή των κεφαλαίων αναμένεται να είναι καθοριστικός. Αυτό αποτυπώνεται στις ικανότητές τους να αξιολογούν, χρηματοδοτούν και στη συνέχεια να παρακολουθούν την υλοποίηση επιχειρηματικών σχεδίων, μέσα από συγκεκριμένο πλαίσιο κανόνων και διαδικασιών.
Στο πλαίσιο των πόρων του Ταμείου, στην Eurobank, αναμένεται να προχωρήσουμε σε σημαντικές χρηματοδοτήσεις άνω των 2 δισ. ευρώ ενώ στοχεύουμε μέσω της τεχνογνωσίας μας να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις για να αξιοποιήσουν τους πόρους του προγράμματος και να υλοποιήσουν επενδύσεις που ενισχύουν τη βιώσιμη ανάπτυξη, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την ανθεκτικότητα και την καινοτομία.
Η ομιλία του Σταύρου Ιωάννου, Προέδρου της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών & Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank:
Η πανδημική κρίση επιδείνωσε βαθιά ριζωμένες ανισότητες, που επηρέασαν δυσανάλογα γυναίκες, νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, παιδιά και νέους, εργαζόμενους με χαμηλή ειδίκευση, εργαζόμενους μερικής απασχόλησης και αυτοαπασχολούμενους. Σήμερα στην Ευρώπη μιλούμε ήδη για μια μεγάλη ανθρωπιστική κρίση και ένα σοβαρό οικονομικό σοκ αβέβαιης διάρκειας και μεγέθους. Ήδη, πάνω από τρία εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει την Ουκρανία και ο αριθμός θα αυξάνεται όσο διαρκούν οι εχθροπραξίες.. Παράλληλα και ταυτόχρονα εκατομμύρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις στην Ευρώπη αντιμετωπίζουν μια τεράστια αύξηση στο ενεργειακό κόστος και ακρίβεια σε είδη πρώτης ανάγκης, ενώ κυρίαρχος είναι ο προβληματισμός για το ενδεχόμενο μιας επισιτιστικής κρίσης τους επόμενους μήνες εξαιτίας των διαταραχών στην παραγωγή βασικών ειδών λόγω του πολέμου. Αντιμέτωποι πλέον με ιστορικές προκλήσεις, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να αναζητήσουμε κατά πόσο και πως μπορούν οι επιχειρήσεις να εφαρμόσουν πραγματικές στρατηγικές ESG, αυτή τη φορά on the ground, σε ένα εφιαλτικό σκηνικό δίνοντας προτεραιότητα στην ευημερία των κοινωνιών στις οποίες δραστηριοποιούνται.
Mind the Gap!
Που είναι το κενό? Τι ονομάζουμε σήμερα κοινωνική διάσταση λειτουργίας των επιχειρήσεων;
Εξαιρετική ευκαιρία να αναφερθούμε σε ορισμένα κακώς κείμενα στο ταξίδι του ESG. Να αναγνωρίσουμε τα κενά που υπάρχουν στην όλη διαδικασία ώστε να πετύχουμε ένα καλύτερο τελικό αποτέλεσμα.
Οι επιχειρήσεις έχουν διανύσει μεγάλη απόσταση από την εποχή που το κοινωνικό αποτύπωμα των επιχειρήσεων εξαντλούνταν αποκλειστικά και μόνο στο ύψος των χορηγιών που επέλεγε να κάνει η κάθε εταιρεία. Σήμερα, η υιοθέτηση των σύγχρονων προτύπων ESG κυριαρχεί. Μέσω αυτών, οι επιχειρήσεις καλούνται να ανταποκριθούν, έμπρακτα, μετρήσιμα και στοχευμένα σε πραγματικές κοινωνικές απαιτήσεις, να προσαρμοστούν ρεαλιστικά στις ανάγκες της εποχής και σε παγκόσμιους στόχους.
Είναι μια τέλεια διαδικασία? Η απάντηση είναι απερίφραστα όχι!
Έχουμε περάσει από το “pay as you pollute” που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια, στο “Do Not Pollute” βρες εναλλακτικές, άλλαξε τρόπο λειτουργίας και εάν δεν υπάρχει πρέπει να αντικατασταθείς προοδευτικά, όχι βίαια αλλά θα αντικατασταθείς, μέσα από κανόνες, πολιτικές, προσωρινές αλλά και μόνιμες προσαρμογές.
Είναι όλα αυτά σωστά δομημένα? Αυτό είναι το ζητούμενο σήμερα.
Ας μπούμε λοιπόν στην ουσία και να ξεκινήσουμε την κουβέντα μας με την ποικιλομορφία. Εκατομμύρια μετανάστες από την Ουκρανία πλημμυρίζουν αυτές τις εβδομάδες πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Άνθρωποι υψηλού μορφωτικού επιπέδου οι οποίοι βρίσκονται ξαφνικά να ζουν σε συνθήκες ανέχειας. Ποιος είναι ο ρόλος των επιχειρήσεων ώστε να αποφευχθεί η γκετοποίηση αυτών των ανθρώπων, κάτι που είδαμε να συμβαίνει σε προηγούμενες προσφυγικές ροές;
Η ροή προσφύγων που βιώνει η Ευρώπη εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία είναι πρωτοφανής. Στον πρώτο μήνα των εχθροπραξιών, πάνω από τρία εκατομμύρια άνθρωποι έχουν ήδη εγκαταλείψει την Ουκρανία και ο αριθμός αυτός αυξάνεται δραματικά, μέρα με την ημέρα. Μέσα σε ένα μήνα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερος από την ετήσια ροή αιτούντων άσυλο στις ευρωπαϊκές χώρες στο αποκορύφωμα της προσφυγικής κρίσης της Συρίας κατά την περίοδο 2015-16. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνούμε πως το ζήτημα της ενσωμάτωσης των προσφύγων δεν είναι κάτι νέο για την Ευρώπη. Έξω από πολιτικές, συμφέροντα και διαμάχες, πρόκειται για μια κρίση που μόνο αδιάφορους δεν μπορεί να μας αφήσει. Πρέπει να ενεργήσουμε, να αναρωτηθούμε, να στεναχωρηθούμε και να φροντίσουμε να βοηθήσουμε. Το δυστύχημα είναι ότι πρόκειται για ένα επαναλαμβανόμενο φαινόμενο που πρέπει να μας απασχολήσει.
Σήμερα βιώνουμε μια, μεγάλη, πράξη ενός δράματος που βλέπουμε διαρκώς τα τελευταία χρόνια, και το οποίο σύμφωνα με διεθνείς μελέτες θα είναι υπαρκτή πρόκληση για την Ευρώπη και τις επόμενες δεκαετίες. Στα προσφυγικά κύματα, και φυσικά σε μεγάλο βαθμό και στο κύμα των προσφύγων από την Ουκρανία, βλέπουμε να εισρέει ένα ανθρώπινο δυναμικό εξαιρετικού μορφωτικού επιπέδου και υψηλής προστιθέμενης αξίας για μια επιχείρηση.
Εδώ η ευθύνη βαρύνει πρωτίστως την πολιτεία για να οργανώσει ταχύτατα συνθήκες υποδοχής και ενσωμάτωσης (το παράδειγμα της Σουηδίας μπορεί να λειτουργήσει ως οδηγός) και να συνεργαστεί με τις επιχειρήσεις ώστε αυτοί οι άνθρωποι να απορροφηθούν και να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία αλλά και την εγχώρια επιχειρηματική κοινότητα.
Από την πλευρά τους όμως και οι επιχειρήσεις πρέπει να δουν την ευκαιρία πίσω από το πρόβλημα και να μετατρέψουν την ανθρωπιστική κρίση σε μια ευκαιρία ανάπτυξης, αξιοποιώντας ανθρώπινο δυναμικό σε τομείς και κλάδους όπου υπάρχει ανάγκη.
Στην Ουκρανία, η Τράπεζά μας, η Eurobank, είχε από το 2006 μια μεγάλη παρουσία που τελικά πούλησε το 2016. Μπορώ να σας πω με βεβαιότητα ότι διαθέτει ένα νέο, τεχνολογικά άριστο και πλήρως καταρτισμένο προσωπικό που έχουμε μεγάλη ανάγκη στη χώρα. Σύμφωνα με μια έρευνα που πρόσφατα δημοσιεύθηκε, η Ελλάδα χρειάζεται 400.000 ειδικούς στο πεδίο της τεχνολογίας για να επιτύχει τους στόχους που έχει θέσει η Ε.Ε. για τον ψηφιακό μετασχηματισμό μέχρι το 2030.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει προκαλέσει μια τεράστια ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη. Το πλαίσιο αυτό ενισχύει ή αποδυναμώνει το E κομμάτι των ESG;
Πρώτα απ’ όλα επιτρέψτε μου να τοποθετηθώ ως εξής: Το συγκεκριμένο ερώτημα πιστεύω ότι έχει μια πολύ απλή απάντηση. Το ESG είναι ένα ταξίδι που έχει αρχή αλλά δεν έχει ακόμη σαφή προορισμό, αυτός θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, που δεν είναι εύκολο να καθοριστούν. Έχει επίσης μια δυναμική που μεταλλάσσει το σκηνικό πολύ συχνά πυκνά άρα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για ισχυρές αναταράξεις, κάποιες ήδη τις βιώνουμε.
Δυστυχώς ο τρόπος που ξεκίνησε - και αναφέρομαι στην ενέργεια - κάθε άλλο, παρά ρεαλιστικός ήταν αφού προσπαθήσαμε να βάλουμε ένα extra extra small jacket σε ένα extra extra large άνθρωπο, σκίσαμε μανίκια, σπάσαμε φερμουάρ, φύγανε κουμπιά κοκ. Και μάλλον αποφασίσαμε να αδυνατίσουμε πολύ τον άνθρωπο (με όλα αυτά που ακούμε) αντί να ανοίξουμε λίγο παραπάνω το jacket, κάνοντας και black χιούμορ.
Θα έλεγα λοιπόν πως η ενεργειακή κρίση ενισχύει τους υπέρμαχους των πρωτοβουλιών για το περιβάλλον που περικλείονται στη φιλοσοφία ESG και τη γενική αίσθηση περί της ορθότητας της στρατηγικής για πράσινη ανάπτυξη στην ΕΕ.
Αυτή τη στιγμή για παράδειγμα κεντρικό θέμα ενδιαφέροντος είναι το πόσο γρήγορα θα μπορέσει η Ευρώπη να αποκτήσει ενεργειακή ανεξαρτησία και αυτονομία μέσω Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, κάτι που θα κρίνει φυσικά και το πόσο γρήγορα θα κατορθώσει τελικά να φτάσει στο στόχο των μηδενικών εκπομπών άνθρακα.
Οι κινήσεις όμως που έχουν ήδη γίνει πράξη κάθε άλλο παρά επιτυχημένες θεωρούνται αφού πίεσαν ασφυκτικά το θέμα της ενέργειας, γεγονός που επέφερε αλυσιδωτές αντιδράσεις που ακόμη δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε το κόστος - κοινωνικό και πραγματικό. Διαφαίνεται ότι ο χρονικός ορίζοντας που έχει δοθεί δεν είναι αρκετός για τις απαραίτητες προσαρμογές. Η ταχύτητα με την οποία έτρεξε η Ευρώπη να το υλοποιήσει, μπροστά από πολύ μεγαλύτερες οικονομίες όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, επιτρέποντας να υπάρχει ένα μεγάλο νομοθετικό και κοινωνικό κενό, επιβάλλει τη δημιουργία μιας πολύ ευρείας συναίνεσης των φορέων, θεσμών, πολιτικών κατεστημένων.
Εδώ βρίσκεται το gap που θέλω να αναδείξω. Επιβάλλεται από όλους να υπάρξει αλλαγή κουλτούρας, είναι κάτι το όποιο θα έπρεπε να έχει προηγηθεί.
Το θέμα λοιπόν δεν είναι τι λέμε αλλά τι κάνουμε για όλα αυτά. Οι επιχειρήσεις πιέζονται βίαια να προσαρμοστούν χωρίς να έχουν δοθεί τα κατάλληλα κίνητρα και η επιβράβευση που αρμόζει. Ο κόσμος μας δεν είναι τέλεια φτιαγμένος και πρέπει η όποια προσαρμογή να γίνει σταδιακά, όχι απότομα.
Ο πόλεμος ξέρετε έφερε δυναμικά στο προσκήνιο και τον τρόμο ενός πυρηνικού ατυχήματος. Όλοι βιώνουμε την αγωνία για παράδειγμα του τι θα μπορούσε να συμβεί στο Τσέρνομπιλ και είναι λογικό να ενισχυθεί το debate γύρω από το εάν πρέπει να ενθαρρυνθεί η παραγωγή ενέργειας μέσω πυρηνικών εργοστασίων, που για πολλούς στην Ευρώπη ενδείκνυται ως λύση, απέναντι σε πιο ασφαλείς μεν αλλά πιο κοστοβόρες εναλλακτικές παραγωγής καθαρής ενέργειας.
Ας περάσουμε και σε ένα θέμα governance. Ακούμε να αναφέρονται αρκετές φορές σε ESG Ratings. Πόσο σημαντικά είναι τελικά για την χάραξη στρατηγικής βιωσιμότητας των εταιρειών και τι προβλήματα δημιουργεί η εφαρμογή τους;
Θα ξεκινήσω με τα προβλήματα. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες rating agencies που καταπιάνονται με τα ESG.
Είναι ευθύνη των εταιρειών να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι, πάντα με γνώμονα το επιχειρηματικό συμφέρον και το ενδιαφέρον των επενδυτών και άλλων ενδιαφερόμενων μερών, επιλέγοντας τις αξιολογήσεις που πραγματικά έχουν ουσία. Όπως σε όλα τα πράγματα έτσι και στο πεδίο των ESG , δεν είναι όλα «καλώς καμωμένα». Υπάρχουν και καλές αλλά και κακές πρακτικές.
Παγκοσμίως σίγουρα υπάρχουν επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν αυτή την πρόκληση ως μόδα ή ακόμη χειρότερα ως ένα προπέτασμα καπνού για να καλύπτουν μη ορθές εταιρικές πρακτικές.
Η εφαρμογή πιο αυστηρών εποπτικών κανόνων, περιορίζει τα περιθώρια συγκάλυψης. Σημαντικό ρόλο έχει παίξει ο νέος κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που τέθηκε σε εφαρμογή τον Μάρτιο του 2021. Ο SFDR (Sustainable Finance Disclosure Regulation) απαιτεί πολύ υψηλότερο επίπεδο διαφάνειας και πολύ λεπτομερείς αναφορές απ' όλους τους διαχειριστές κεφαλαίων και τους επενδυτικούς συμβούλους, με βασικό στόχο την καταπολέμηση του Greenwashing. Είναι χαρακτηριστικό το ότι από την έναρξη ισχύος του SFDR, τουλάχιστον δύο τρισεκατομμύρια δολάρια έπαψαν να πληρούν τα κριτήρια ESG, μόνο στην ευρωπαϊκή επενδυτική αγορά.
Τα ESG Ratings, αυτά των αξιόπιστων οίκων, είναι πραγματικά ένα πολύ σημαντικό εργαλείο διακυβέρνησης και χάραξης στρατηγικής και η βαθμολογία τους αποτελεί ένα κίνητρο διαρκούς αυτοβελτίωσης.
Τέλος, το Ε, το S και το G στα Ratings είναι τρεις διαστάσεις που είναι διακριτές αλλά και μέρος μιας ενιαίας προσέγγισης. Η βελτίωση του ενός πυλώνα δεν σημαίνει αυτόματα τη βελτίωση και των άλλων. Συνεπώς, είναι πολύ σημαντική η κατανόηση των δεικτών αξιολόγησης και του τρόπου βαθμολόγησης, ώστε να μη δημιουργείται αποπροσανατολισμός από μία ψευδή εικόνα. Τα ESG Ratings είναι πολύ χρήσιμα εργαλεία, αλλά βασική προϋπόθεση είναι η σωστή ανάγνωσή τους σε κάθε διάσταση.
Τοποθέτηση Κωνσταντίνου Βασιλείου, Αναπληρωτή Διευθύνων Σύμβουλου Eurobank,
Επικεφαλής Group Corporate & Investment Banking
- Η μετάβαση είναι η λέξη-κλειδί, αφού τόσο οι τράπεζες όσο και οι πελάτες βρίσκονται στη μεταβατική περίοδο.
- Σε αυτήν τη μεταβατική περίοδο, τα κριτήρια ESG δεν αποτελούν προαπαιτούμενο αλλά κοινό στόχο, τον οποίο θέλουμε να επιτύχουμε σε συνεργασία με τους πελάτες μας.
- Ο στόχος μας είναι να συνεργαστούμε με όλους τους πελάτες μας και παράλληλα να είμαστε οι αρωγοί της προσπάθειάς τους, παρέχοντας τα κεφάλαια και την τεχνογνωσία που απαιτούνται, προκειμένου να προχωρήσουν στις απαραίτητες επενδύσεις για το de-carbonization. Σε αυτό το πλαίσιο, η Eurobank δεν θα σταματήσει να χρηματοδοτεί τους πελάτες που ανήκουν σε κλάδους υψηλών εκπομπών, αλλά θα τους βοηθήσει και θα τους καθοδηγήσει ώστε να θέσουν την ESG μετάβαση ως προτεραιότητα της στρατηγικής τους.
- Πρέπει να τονίσουμε ότι οι προσδοκίες μας αυξάνονται. Συγκεκριμένα, προσδοκούμε ότι οι πελάτες μας θα αξιολογήσουν και θα καταγράψουν τις πρωτοβουλίες τους σχετικά με τα αέρια του θερμοκηπίου και τις ESG επιδόσεις. Προσδοκούμε επίσης πως θα αντιληφθούν πού βρίσκονται σήμερα, θα αναπτύξουν ένα σχέδιο για την απεξάρτηση από τον άνθρακα και στη συνέχεια θα κάνουν επενδύσεις για να σημειώσουν πρόοδο στο σχέδιο αυτό.
- Προκειμένου να δώσουμε κίνητρα στους πελάτες μας για τη μετάβαση στο net-zero (μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα), δίνουμε μεγάλη έμφαση στην εκπαίδευσή και στην ευαισθητοποίησή τους, καθώς και στην ανάπτυξη νέων προϊόντων/χρηματοδοτήσεων, που συχνά συνοδεύονται από κάποιο κίνητρο για να ενθαρρύνουμε τους πελάτες να επιταχύνουν τις ESG στρατηγικές τους.
- Ωστόσο, το κίνητρο δεν αποτελεί καθοριστικό παράγοντα, καθώς οι περισσότεροι από τους πελάτες μας κατανοούν πλήρως τη σημασία της ενσωμάτωσης του ESG στις στρατηγικές τους. Συγκεκριμένα, αντιλαμβάνονται την επίδραση που θα έχει το ESG στη βιωσιμότητα της επιχείρησής τους μακροπρόθεσμα, δεδομένης της ταχέως αυξανόμενης πίεσης των καταναλωτών και των επενδυτών καθώς και το μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό και ρυθμιστικό περιβάλλον.
- Έχουμε δει σημαντικό αριθμό ελληνικών εταιρειών να αντλούν κεφάλαια στην αγορά τη προηγούμενη χρονιά, μέσω εκδόσεων green bonds και sustainability linked bonds, κάτι που αποδεικνύει ότι οι ελληνικές εταιρείες αρχίζουν να δεσμεύονται σοβαρά από τις αρχές ESG.
- Υπάρχει λόγος που το αποκαλούμε μετάβαση. Αποτελεί μια διαδικασία που δεν μπορεί να ολοκληρωθεί από τη μια μέρα στην άλλη, χρειάζεται χρόνο και επομένως απαιτείται συγκεκριμένο επίπεδο ευελιξίας από τους επενδυτές, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τις ρυθμιστικές αρχές. Σε αυτό το πλαίσιο, το EU Taxonomy συμπεριλαμβάνει ορισμένες δραστηριότητες πυρηνικής ενέργειας και φυσικού αερίου ως μεταβατικές πράσινες δραστηριότητες, μια κίνηση που έχει σκοπό να μας εξασφαλίσει τον χρόνο που χρειαζόμαστε πριν μεταβούμε πλήρως στην πράσινη ενέργεια. Ωστόσο σίγουρα, η ευελιξία δεν θα πρέπει να θεωρείται ως δικαιολογία για τη μη μετάβαση και τη μη επίτευξη του τελικού στόχου.