Το καλοκαίρι του 1911 στην Ασίνη της Αργολίδας φτερούγισε για πρώτη φόρα η Κύκνος, κατακτώντας έτσι τον τίτλο της μητέρας της ελληνικής κονσέρβας. Η Κύκνος ήταν το αποτέλεσμα της επιχειρηματικής ανησυχίας δύο αδερφών, των Μιχαήλ και Κωστή Μανουσάκη, οι οποίοι κατά κάποιο τρόπο εφηύραν την κονσέρβα επί βαλκανικού εδάφους.
Στην πατρίδα της Κύκνος, την περιοχή της Ασίνης δηλαδή, ο Κωστής Μανουσάκης είχε ένα κτήμα, το οποίο και αποτέλεσε τις πρώτες εγκαταστάσεις της εταιρείας. Εκεί ο Μιχαήλ Μανουσάκης, ο οποίος εκείνη την περίοδο υπηρετούσε ως καθηγητής Φυσικής στο Γυμνάσιο Πειραιώς, παρασκεύασε με τη βοήθεια του αδερφού του τις πρώτες κονσέρβες της Ελλάδας.
Οι κονσέρβες περιείχαν είτε ολόκληρες ντομάτες σε συσκευασία του 1 κιλού είτε ντοματοπολτό σε συσκευασία του 1/4 κιλού. Προϊόντα δηλαδή που ακόμη και σήμερα παρασκευάζει η εταιρεία.
Αυτά τα πρώτα 1.000 μεταλλικά αεροστεγή κουτιά ντομάτας και τα υπόλοιπα με ντοματοπολτό σηματοδότησαν την είσοδο στην Ελλάδα μιας ανακάλυψης που ήδη κρατούσε έναν αιώνα στον κόσμο, και σήμερα αποτελεί το σύμβολο της καταναλωτικής κοινωνίας. Κι αυτό γιατί η κονσέρβα αποτέλεσε μία εκ των σημαντικών αλλαγών που έφερε η τεχνολογία στη ζωή του ανθρώπου, δεδομένου ότι ως το 1800 περίπου δεν υπήρχε κάποιος τρόπος για να διατηρούνται ανέπαφα και για μεγάλο διάστημα τα τρόφιμα.
Για να μη δηλητηριάζονται οι στρατιώτες του Ναπολέοντα
Η ανάγκη βέβαια υπήρχε και γινόταν ακόμη πιο επιτακτική σε περιόδους πολέμου διότι κάπως έπρεπε να εξασφαλιστούν οι επισιτιστικές ανάγκες του στρατού. Αυτό ακριβώς έβλεπε και ο Ναπολέων Βοναπάρτης όταν ζήτησε το 1795 έναντι αντιτίμου 12.00 φράγκων να βρεθεί ένας τρόπος να διατηρούνται τα τρόφιμα, τα οποία χαλούσαν με αποτέλεσμα να δηλητηριάζονται οι στρατιώτες του.
Η πρώτη προσπάθεια, που έγινε 15 χρόνια μετά, παρόλο που ήταν εύστοχη, δεν ήταν επιτυχημένη, μιας και η πρώτη κονσέρβα ήταν γυάλινη. Ο Παριζιάνος μάγειρας που τη σκαρφίστηκε, ο Νικολά Απέρ, κατάφερε να διατηρήσει τα τρόφιμα αλλά δεν έλαβε υπόψη του την ευπάθεια του γυαλιού, το οποίο δεν ήταν το κατάλληλο για μεταφορές, και δη για μεταφορές σε εμπόλεμες συνθήκες.
Βέβαια τρία χρόνια νωρίτερα στην Αγγλία είχε κατοχυρωθεί μια παρόμοια ευρεσιτεχνία στον έμπορο Πίτερ Ντιράν που κατασκεύασε την πρώτη μεταλλική κονσέρβα.
Ο Ντιράν θεωρείται ο πατέρας της κονσέρβας, όπως πατέρες της ελληνικής κονσέρβας θεωρούνται τα αδέρφια Μανουσάκη, τα οποία έπειτα από την πρώτη τους ενασχόληση με την κονσέρβα συνέχισαν να συσκευαζουν ντοματοπολτό αυξάνοντας συνεχώς την παραγωγή τους, και μάλιστα μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα.
Ντομάτες και μπάμιες
Έτσι μόλις τρία χρόνια μετά τον πρώτο κύκλο παραγωγής τους, το 1914, έφτασαν να παρασκευάσουν 100.000 κονσέρβες, επεκτείνοντας μάλιστα τις δραστηριότητές τους, αφού πλέον οι κονσέρβες τους περιείχαν πέρα από ντομάτες και μπάμιες.
Εν τω μεταξύ οι καλές δουλειές κίνησαν το επενδυτικό ενδιαφέρον της οικογένειας Παπαντωνίου που χρηματοδότησε την Κύκνος με 60.000 δρχ. Το γεγονός αυτό έκανε εμφανείς τις δυνατότητες που είχε ο παρθένος για την Ελλάδα κλάδος της κονσερβοποιίας. Τέλη του 1914, και με τις δυσκολίες που επέφερε σε παγκόσμιο επίπεδο ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η εταιρεία δεν ήταν έτοιμη να πατήσει φρένο στην ανάπτυξή της κι έτσι συνεχίζει ακάθεκτη, παράγοντας, ρισκάροντας και έχοντας μετεγκατασταθεί στο Ναύπλιο, όπου εδρεύει ως τις μέρες μας.
Με το βλέμμα στραμμένο στις τεχνολογικές εξελίξεις η εταιρεία μεγαλώνει, εξελίσσεται και κατακτά τις ξένες αγορές
Ένας «Κύκνος» βαμμένος στα κόκκινα
Την καλή πορεία της Κύκνος εγκαινίασε η «επίσημη» ίδρυσή της ως Ανώνυμος Ελληνική Εταιρεία Κονσερβών τον Απρίλιο του 1915, οπότε και συντάσσεται το καταστατικό της με το πρώτο συμβούλιο να αποτελούν οι Μιχαήλ Μανουσάκης, Αθανάσιος Παπαντωνίου, Κωστής Μανουσάκης, Βασίλειος Παπαντωνίου κι Ιωάννης Δάρμος.
Κόντρα στο ρεύμα των δύσκολων καιρών που δημιούργησε ο πόλεμος οι δύο οικογένειες που συναποτελούσαν πλέον την Κύκνος, οι Μανουσάκηδες και οι Παπαντωνίου, έθεσαν στόχο τη συνεχή ανάπτυξη, ενώ όρισαν ως βασική της αποστολή τη συντήρηση των προϊόντων της Αργολικής γης που χαλούσαν στα χωράφια.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι πρώτες ντομάτες που η εταιρεία συσκεύασε σε κονσέρβες είχαν εισαχθεί από την Αυστραλία, ωστόσο φαίνεται πως η τοπική παραγωγή που σάπιζε εκείνη την περίοδο στα κτήματα αποτέλεσε την ιδανική πρόκληση.
Και οι προκλήσεις δεν σταμάτησαν εκεί, αφού η δραστηριότητα μιας τέτοιας πρωτοεμφανιζόμενης εταιρείας δεν θα μπορούσε να περιοριστεί στα στενά όρια της Αργολίδας. Το πρόβλημα άλλωστε της καταστροφής των προϊόντων και η αναγκαιότητα μεταποίησής τους χαρακτήριζε τις περισσότερες περιοχές μιας κατεξοχήν αγροτικής χώρας, όπως η Ελλάδα. Πολύ γρήγορα έτσι η Κύκνος ξεκίνησε να εδραιώνεται και να επεκτείνει τις δραστηριότητές της και σε άλλες περιοχές.
Σε αυτό βέβαια ίσως οδήγησαν και οι συνθήκες του πολέμου, που έκαναν αναγκαίο ένα είδος που ως τότε είχε τη φήμη του προϊόντος πολυτελείας. Είναι αλήθεια άλλωστε πως η κονσέρβα ήταν όχι μόνο προϊόν πολυτελείας αλλά και σύμβολο ευμάρειας και ανάπτυξης. Και ενδεχομένως αυτό να ήθελαν να υποδηλώσουν οι εμπνευστές του ονόματος της εταιρείας, αφού ο κύκνος θεωρείται ένα μεγαλοπρεπές πτηνό.
Σταθμός στη συνεχή καλή πορεία του Κύκνου αποτέλεσε η επέκτασή του με την ίδρυση του δεύτερου εργοστασίου στην περιοχή της Αργολίδας το 1928. Οι επενδύσεις σε νέες εγκαταστάσεις μαρτυρούσαν τη φιλοσοφία της εταιρείας, η οποία ούσα πρωτοπόρα εκ φύσεως αφοσιώθηκε στην παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων, όπως θα έκανε μια σύγχρονη επιχείρηση σήμερα με την έρευνα και ανάπτυξη.
Η λειτουργία λοιπόν αυτού του δεύτερου εργοστασίου εμπλουτίστηκε με τους ταχυσυμπυκνωτές, οι οποίοι ήταν οι πρώτοι που εγκαταστάθηκαν σε μονάδα εν Ελλάδι. Επιπλέον, φαίνεται πως ήταν τόσο επιτυχής η δραστηριότητά της, που η Κύκνος πια άπλωσε τα φτερά της και στο εξωτερικό εξάγοντας τα προϊόντα της στις αγορές της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Βέβαια η κατεξοχήν δεκαετία των μεγάλων επενδύσεων για την Κύκνος ήταν η αντίστοιχη του ‘60, οπότε και αγοράστηκε το εργοστάσιο Αργολική, το οποίο λειτουργούσε ήδη στην περιοχή, ενώ ιδρύθηκε και άλλο ένα καινούριο στα Σαβάλια Ηλείας. Με την απόκτηση του τελευταίου εργοστασίου η Κύκνος διέθετε πλέον τέσσερις μονάδες, ενώ κάθε εργοστάσιό της έβαζε το λιθαράκι του στην τοπική ανάπτυξη της εκάστοτε περιοχής, μιας και η ίδρυση κάθε μονάδας «ωθούσε» τη δημιουργία και άλλων παρόμοιων βιομηχανιών.
Η δεκαετία του ‘60 όμως σημάδευσε την πορεία της Κύκνος για άλλον ένα λόγο. Ήταν το 1965 που η Κύκνος φέρνει και πάλι κάτι νέο στην Ελλάδα.
Το νεόφερτο αυτή τη φορά προϊόν ονομάζεται σάλτσα κέτσαπ, και οι αισθήσεις της εταιρείας αποδείχτηκαν για άλλη μια φορά ανοιχτές. Η μικρή Κύκνος έκανε θα λέγαμε την κίνηση ματ που την κατέστησε σε βασικό προμηθευτή μεγάλων εταιρειών τροφίμων παγκοσμίως.
Η εταιρεία τάσσεται υπέρ της διαφύλαξης της εντοπιότητας και του παρελθόντος
Τι πιο προχωρημένο από την παράδοση;
Στην περιγραφή της ανανεωμένης εταιρικής οπτικής ταυτότητας της Κύκνος, που πραγματοποιήθηκε τα τελευταία χρόνια, αναφέρεται πως παρόλο που όλα τα στοιχεία που συντελούν την οπτική εικόνα της εταιρείας, όπως η τυπογραφία και το σύμβολο, είναι καινούρια προτιμήθηκε να μοιάζουν παλιά. Αυτή ήταν μια συνειδητή επιλογή διότι υπήρχε η επιθυμία να κρατηθεί μία γέφυρα με το παρελθόν και την παράδοση. «Τι πιο προχωρημένο από την παράδοση;» αναφέρει άλλωστε μία από τις διαφημίσεις της εταιρείας.
Η ελληνικότητα, το φυσικό, απλό και καλτ στοιχείο της παράδοσης έτσι ανακατασκευάστηκαν για να προσδώσουν αφενός μια ενιαία ταυτότητα στα πολλά πλέον προϊόντα που διακινεί η εταιρία και αφετέρου να αναδείξουν την κληρονομιά της Κύκνος που συνοψίζεται στο θα λέγαμε στο ρητό «νέες γνώσεις σε παλιές βάσεις». Με αυτό τον τρόπο η εταιρεία μαρτυρά τη αδυναμία της στο παρελθόν, την παράδοση και την ιστορία. Και όπως φαίνεται από τις εξωεπιχειρησιακές της ασχολίες, αυτό είναι σαν μια φιλοσοφία ζωής που χαρακτηρίζει κάθε της δράση. Έτσι, την προσπάθεια της διαφύλαξης της τοπικής κληρονομιάς η Κύκνος την πραγματοποιεί και με έναν άλλο τρόπο που δεν σχετίζεται με το αμιγώς αντικείμενό της.
Η Κύκνος έχοντας ως μέτοχο το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα και παράλληλα ενισχύοντάς το ως χορηγός επιχειρεί με ένα διαφορετικό τρόπο να διασώσει τα ιδιαίτερα στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας. Σκοπός άλλωστε του ιδρύματος, το οποίο ιδρύθηκε προς τιμήν ενός από τους ιδρυτές της Κύκνος, του Βασίλειου Παπαντωνίου, είναι η μελέτη και προβολή του νεότερου ελληνικού πολιτισμού.
Εγώ όλα τα αλλάζω…
Μα, ένα δεν αλλάζω, την Κύκνος. Αυτό ισχυριζόταν μια κοπέλα στη διαφήμιση της εταιρείας το 1996, θέλοντας να τονίσει τη διαχρονικότητα και τη σταθερή παρουσία της Κύκνος στις προτιμήσεις των καταναλωτών και τα ράφια των λιανεμπορικών καταστημάτων. Η Κύκνος όντως είναι μια εταιρεία που άντεξε στη δοκιμασία του χρόνου, αφού αισίως δραστηριοποιείται 100 χρόνια.
Σήμερα η εταιρεία παραμένει στα χέρια των απογόνων των πρώτων ιδρυτών και είναι υπό τον έλεγχο της τρίτης και τέταρτης γενιάς τους. Η κεφαλή της Κύκνος, μάλιστα, ο επιχειρηματίας Άκης Κρητικός, είναι ο πεθερός του σημερινού πρωθυπουργού της χώρας, του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος είναι παντρεμένος με την κόρη του, Γεωργία.
Η Κύκνος συνεχίζει στο παλαιό «μοτίβο» με την προσήλωση στις επενδύσεις και την τεχνολογία. Έτσι, έχοντας μετατοπίσει το κέντρο της εταιρείας στα Σαβάλια, όπου πλέον πραγματοποιείται παράλληλα η παραγωγική και διανεμητική δραστηριότητα, το 2005 αποτέλεσε την πρώτη μεταποιητική επιχείρηση που εφάρμοσε ολοκληρωμένο σύστημα προσέγγισης και διαχείρισης της καλλιέργειας της βιομηχανικής ντομάτας,
Ούτε εκεί σταμάτησε όμως, αφού οι αισθητήρες της συνεχώς την οδηγούν σε προηγμένες τεχνολογίες και εξοπλισμούς. Και αυτό επιβραβεύεται αφενός με τη «διαιώνιση» της εμπορικής επιτυχίας της και αφετέρου με βραβεία που αναγνωρίζουν τις προσπάθειες βελτιστοποίησης της λειτουργίας της. Ένα τέτοιο βραβείο κέρδισε το 2012 στα σελφ σέρβις Εxcellence Αwards 2012, όπου παρουσιάστηκαν οι βέλτιστες πρακτικές του λιανεμπορίου τροφίμων και των προμηθευτών του. Η Κύκνος διακρίθηκε στην κατηγορία «Προμηθευτές - Καινοτομία – Νέα Τεχνολογία» αποδεικνύοντας πως η τάση της να ακολουθεί την τεχνολογία είναι αναλλοίωτη στο χρόνο.
Επιπλέον, απόδειξη της ισχυρής μάρκας που έχει χτίσει η Κύκνος όλα αυτά τα χρόνια είναι η κατάταξή της το 2010 ανάμεσα στις πιο υγιείς της Ελλάδας, και μάλιστα εν μέσω κρίσης. Φαίνεται πως όπως στο παρελθόν η εταιρεία δεν λύγισε από τις δυσμενείς πολεμικές συνθήκες που επικρατούσαν, έτσι και σήμερα η οικονομική κρίση αν δεν την απειλεί, τουλάχιστον δεν την φοβίζει. Τουναντίον, ντυμένη στο vintage στυλ της, που μοιάζει παλιό αλλά δεν είναι, δίνει προτεραιότητα στην πιστοποίηση των προϊόντων της, την προστασία του περιβάλλοντος και την ικανοποίηση του καταναλωτή.
29-01-2015 21:07Σχετακη-Στρατακη
Συγχαρητηρια απο εμας τους οικογεννειακους συγγενεις σας στην Κρητη.
Απάντηση