«Την περασμένη χρονιά, πάνω από 27 εκατομμύρια άνθρωποι, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων - οι περισσότεροι από αυτούς ξένοι τουρίστες - γεύτηκαν τα πιάτα κάποιου ελληνικού εστιατορίου, ή τουλάχιστον ψώνισαν κάποιο τοπικό προϊόν φεύγοντας από την Ελλάδα», μεταφέρει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο σεφ Νίκος Φωτιάδης, κάνοντας ακόμη γνωστή τη δημιουργία μιας ομάδας επαγγελματιών του διατροφικού τομέα που φέρει την ονομασία ‘brigade’, ή αλλιώς μπριγάδα, ταξιαρχία, που έχει ως πρωταρχικό στόχο τη στήριξη των τοπικών προϊόντων.
Ο ίδιος εξήγησε ότι καθώς οι μάγειρες διαχειρίζονται τα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα και αποτελούν έναν βασικό κρίκο στην αλυσίδα μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή, έχουν τη δυνατότητα να στηρίξουν τα τοπικά προϊόντα. «Δεν πάμε να μιλήσουμε απευθείας με τους παραγωγούς, αλλά με τους φορείς για να τους μεταφέρουμε τι χρειάζεται η μαζική εστίαση. Για παράδειγμα, έγινε μια προσπάθεια να παραχθεί γκότζι μπέρι, ενώ δεν ανήκει στην ελληνική κουλτούρα και διατροφή. Όσο και αν προσπαθήσουμε να ‘ντύσουμε’ το γκότζι μπέρι με μύθο, εκείνο που χρειαζόμαστε περισσότερο είναι η γλυστρίδα, η τσουκνίδα, το μαύρο λάχανο που εξαφανίζονται, ακόμη και το τσάι του βουνού, που απλά μαζεύεται, ή η ελληνική ρίγανη, τη στιγμή που η αγορά μας έχει κατακλυστεί από την τουρκική».
«Αυτή τη στιγμή επικοινωνούμε με διάφορους φορείς ώστε να έχουμε τη στήριξή τους, να γίνουν μέλη μας και να ενωθούν όλοι οι φορείς με στόχο τη στήριξη των τοπικών προϊόντων. Επικοινωνούμε με την Αμερικανική Γεωργική Σχολή, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Ίδρυμα Καπετάν Βασίλη, λέσχες αρχιμαγείρων, ώστε να εξασφαλίσουμε την υπογραφή τους στο μανιφέστο μας και να λαμβάνουμε αποφάσεις συλλογικά», προσθέτει.
«Πρόθεσή μας είναι να πούμε σε όλους τι χρειάζεται το ελληνικό εστιατόριο γιατί το εστιατόριο, το ακούει ο καταναλωτής. Μπορεί εμείς οι Έλληνες να αγοράζουμε λίγο αρνί όμως οι καταναλωτές το απολαμβάνουν στο εστιατόριο, όπου οι σεφ έχουν διάφορους τρόπους να το διαχειριστούν. Το κοινό επηρεάζεται από κάτι τέτοιο και εφόσον γίνει ένα πιάτο γνωστό μπορεί να προκύψει ζήτηση για το καταναλωτικό κοινό. Με την έννοια αυτή θέλουμε να γίνουμε ενδιάμεσοι και να προστατεύουμε και τον παραγωγό και τον καταναλωτή», καταλήγει ο κ. Φωτιάδης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ