Οι πωλήσεις πλήρους γάλακτος στη λιανική τρέχουν ενισχυµένες κατά 4,1% σύµφωνα µε το Bloomberg, το οποίο µιλά για «αναγέννηση» της χρήσης βουτύρου. Σε συνδυασµό µε τη σταθερά αυξανόµενη αποδοχή του γιαουρτιού στις ΗΠΑ, θα µπορούσαν τους επόµενους µήνες να βγάλουν από τη δύσκολη θέση µεγάλες κτηνοτροφικές µονάδες της χώρας. Βέβαια οι διατροφικές τάσεις που εκδηλώνονται στις ΗΠΑ, εξαπλώνονται και στον υπόλοιπο χρόνο, µε προγενέστερη έκθεση της Κοµισιόν, τον Σεπτέµβριο του 2020, να αποτυπώνει αντίστοιχες προοπτικές για την ευρωπαϊκή αγορά.
Σε αυτή τη φάση, η ζήτηση για γαλακτοκοµικά από τη λιανική είναι αυξηµένη κατά 20%, µε το κενό που έχει αφήσει το κλείσιµο της εστίασης, να υπερκαλύπτεται από την κατανάλωση των νοικοκυριών. Μάλιστα για να καλυφθεί η ζήτηση, η παραγωγή έχει ενισχυθεί κατά 6%, φτάνοντας τα υψηλά επίπεδα του 1943, όταν το προϊόν ήταν το µοναδικό λιπαρό συστατικό στην αµερικανική κουζίνα. Όπως σχολιάζει το Bloomberg, η έκρηξη της ζήτησης φέτος, είναι τµήµα µιας µακροπρόθεσµης επιστροφής του προϊόντος στις κουζίνες. Μπορεί η κατά κεφαλήν κατανάλωση να µην βρίσκεται στα επίπεδα των πρώτων δεκαετών του 20ού αιώνα, ωστόσο είναι σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα από του 1980, 1990 και της πρώτης 15ετίας του 21ου αιώνα. Έπειτα από την πτώχευση δύο ιστορικών γαλακτοκοµικών µονάδων το τελευταίο 12µηνο, η µεγάλη εικόνα θέλει την ζήτηση για ό,τι παρασκευάζεται από γάλα, να έχει εκτιναχθεί, υποβοηθούµενη και από τις συνθήκες της πανδηµίας.
Αναζητά πλήρες γάλα ο σύγχρονος καταναλωτής
Μια άλλη ενδιαφέρουσα τάση που αναδεικνύουν τα στατιστικά της αγοράς γαλακτοκοµικών προϊόντων, έγκειται στην προτίµηση των καταναλωτών για πλήρες γάλα, έναντι των προϊόντων µε λιγότερα λιπαρά. «Όταν ο καταναλωτής αποφασίζει να µην πιει σπασµένα αµύγδαλα διαλυµένα σε νερό, τότε αναζητά το πιο λιπαρό γάλα στο ράφι» σχολιάζει στο Bloomberg ο Πήτερ Βιταλιάνο, αντιπρόεδρος της Εθνικής Οµοσπονδίας Παραγωγών Γάλακτος των ΗΠΑ (NMPF) και αρµόδιος για ζητήµατα οικονοµικής πολιτικής και ανάλυσης της αγοράς. Συγκεκριµένα, για πρώτη φορά µετά από 15 χρόνια, το πλήρες γάλα προηγείται σε ποσοστό 2% επί των προϊόντων µε λιγότερα λιπαρά και διατηρεί εδώ και δύο χρόνια το προβάδισµα αυτό ως προς τις πωλήσεις. Από την άλλη, το αποβουτυρωµένο γάλα ακολουθεί µια πτωτική πορεία. Φαίνεται ότι η δυναµική αυτή είναι σηµαντική, αφού το πλήρες γάλα είναι και το προϊόν µε το µεγαλύτερο περιθώριο κέρδους, δεδοµένου ότι απαιτεί την µικρότερη µεταποιητική προσπάθεια, σε αντίθεση µε το αποβουτυρωµένο που υπόκειται περαιτέρω επεξεργασία.
Διαμόρφωση αγορών για νέα υποπροϊόντα
Η βιοµηχανία γάλακτος, την ίδια ώρα, βρίσκεται σε αναζήτηση νέων προϊόντων γάλακτος αλλά και αγορών, προσπαθώντας εν προκειµένω να αδράξει την ευκαιρία που διαµορφώνει η σταθερά αυξανόµενη ζήτηση για γάλα στις αγορές της Ασίας. Ως γνωστόν, οι Κινέζοι καταναλωτές όσο γνωρίζονται καλύτερα µε το προϊόν, τόσο περισσότερο το αναζητούν, µε την γαλακτοκοµία της χώρας να βρίσκεται ακόµα σε πρώιµο στάδιο ανάπτυξης. Πέραν αυτού όµως, πρωτεΐνη γάλακτος, λακτόζη, σκόνη ορού γάλακτος, δηλαδή υποπροϊόντα της παραγωγής τυριών, διαµορφώνουν µια νέα αγορά, που έρχεται να καλύψει ανάγκες της φαρµακοβιοµηχανίας, για συµπληρώµατα διατροφής που καλύπτουν κυρίως τις ανάγκες των πιο φτωχών περιοχών του πλανήτη. Ενδεικτικό της δυναµικής που αναπτύσσεται γύρω από τα γαλακτοκοµικά, στα οποία εδώ και αρκετά χρόνια η Ευρωπαϊκή Ένωση διατηρεί ηγετική θέση στην αγορά, είναι και η διαµόρφωση εξαγωγικού προφίλ στη βιοµηχανία των ΗΠΑ. Πριν 40 χρόνια οι Αµερικανοί µετά βίας έστελναν µετρηµένες παλέτες µε γαλακτοκοµικά. Πλέον, Μεξικό, Νότια Κορέα και Ιαπωνία αγοράζουν αρκετά από τις ΗΠΑ, ενώ και η Άπω Ανατολή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για τους Ευρωπαίους παραγωγούς.