BACK TO
TOP
Συνεντεύξεις

Η ελληνική γεωργία είναι ζωντανή, τονίζει ο Νίκος Μπουνάκης

«Επαγγελµατίες που ενσωµατώνουν στις καλλιέργειές τους νέες τεχνολογίες και ορθές πρακτικές. Πιστοποιούν, τυποποιούν, συνεργάζονται σε σχήµατα Οµάδων Παραγωγών και χτίζουν µακροχρόνιες σχέσεις µε σηµαντικούς εξαγωγείς. Παράγουν για την ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά, λαµβάνοντας υπόψη τους τις νέες απαιτήσεις των καταναλωτών, είναι οι αγρότες µε τους οποίους έρχοµαι κάθε µέρα σε επαφή», σηµειώνει ο διευθύνων σύµβουλος της Proactive AE, ο οποίος πιστεύει ακράδαντα ότι η αγάπη για τη γη αποτελεί κινητήριο δύναµη για κάθε είδους δηµιουργία.

Η ελληνική γεωργία είναι ζωντανή, τονίζει ο Νίκος Μπουνάκης

6
1
Όπως συνέβη και στα δικά του νοσταλγικά παιδικά χρόνια «µέσα στα λιόφυτα, τις κρεβατίνες -που δυστυχώς εγκαταλείψαµε- και τα σταφιδάµπελα, πάντα να κοιτάω µε θαυµασµό το τοποθετηµένο στο σαλόνι του του Πάππου Νίκου  «Χρυσούν Βραβείο µετ’ επαίνου, ∆ια τα Σταφύλια Ροζακί και την επιµεληµένη συσκευασία των», το οποίο απονεµήθηκε στη ∆ιεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, το 1931»..

 

Υπάρχει η αίσθηση ότι παρά τη σηµαντική επιβάρυνση που είχαν οι αγρότες, κυρίως σε φορολογία και ασφαλιστικό, παρατηρείται µια αξιοπρόσεκτη αντοχή στο πεδίο της αγροτικής οικονοµίας. Τι λέτε;

Αδιαµφισβήτητα, τα τελευταία χρόνια υπάρχει τεράστια φορολογική επιβάρυνση σε όλους τους κλάδους της οικονοµίας. Αυτό, όµως, που υφίσταται τώρα η αγροτική οικονοµία είναι πρωτόγνωρο και άδικο. Επιβλήθηκαν µεγάλες αυξήσεις τόσο στους αµέσους, όσο και τους εµµέσους φόρους. Ο ΦΠΑ στα αγροτικά εφόδια, τις ζωοτροφές και σε πολλά άλλα, αυξήθηκε κατά 10%. Έχουµε ειδικούς φόρους σε προϊόντα στρατηγικής σηµασίας, όπως το κρασί, καθώς και τεράστια αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, των φορολογικών συντελεστών και προκαταβολή φόρων.
Το µείγµα αυτό είναι εκρηκτικό, αλλά δεν έχουµε δει ακόµη τις πραγµατικές επιπτώσεις του και, ίσως, γι’ αυτό δηµιουργείται µια επίπλαστη εικόνα. Οι αρνητικές συνέπειες θα αποκαλυφθούν και θα πολλαπλασιαστούν δραµατικά τα επόµενα χρόνια, πλήττοντας ιδιαίτερα τις µικρές και µεσαίες εκµεταλλεύσεις οι οποίες πολύ δύσκολα δεν θα βγουν εκτός παραγωγής.

 

Πιστεύετε ότι ο αγροτικός τοµέας δικαιούται να έχει τον πρώτο λόγο στο νέο παραγωγικό µοντέλο; Οι σκεπτικιστές υποστηρίζουν ότι εδώ τα περιθώρια να προκύψουν µεγάλες υπεραξίες είναι περιορισµένα.

Το πρώτο που θέλω να υπενθυµίσω στους… σκεπτικιστές είναι ότι στον πρωτογενή τοµέα απασχολείται περίπου το 14% του οικονοµικά ενεργού πληθυσµού. Ένα στοιχείο, επίσης,  που πολλές φορές διαφεύγει των «αναλύσεων» είναι ότι ο πρωτογενής τοµέας τροφοδοτεί µε πρώτη ύλη τη βιοµηχανία τροφίµων, που είναι το σηµαντικότερο τµήµα της Ελληνικής µεταποίησης. Και µόνο για αυτούς τους λόγους επιβάλλεται να λειτουργήσουµε όλοι µε συγκροτηµένη στρατηγική.  Ο αγροτικός τοµέας έχει πολλά περιθώρια ανάπτυξης, είναι, όµως, απαραίτητο να απεγκλωβιστεί από την «επιδοτόπληκτη» αντίληψη.
Η ελληνική γεωργία παράγει και έχει πολλά ακόµη να δώσει. Η ελληνική παραγωγή όχι µόνο µπορεί να σταθεί στα πόδια της, να δηµιουργήσει υπεραξίες και να αυξήσει το εισόδηµα του αγροτικού κόσµου, αλλά µπορεί να συµβάλλει θεµελιακά τόσο στην έξοδο από την κρίση, όσο και στην επανάκαµψη στην ευηµερία.

 

∆εδοµένων των διαρθρωτικών αδυναµιών (µικρός κλήρος, αδύναµα συλλογικά σχήµατα κ.α.) πώς νοµίζεται ότι θα µπορούσε να µπει η υπόθεση σε έναν άλλο δρόµο;

Συγκριτικά µε άλλες χώρες έχουµε πολύ µεγαλύτερες δυνατότητες, οι οποίες, ωστόσο, µένουν ανεκµετάλλευτες.  Το κρίσιµο πρόβληµα που αντιµετωπίζει η αγροτική οικονοµία είναι ότι ένα µεγάλο µέρος των αγροτών µας έχει µείνει προσκολληµένο σε ένα παραδοσιακό µοντέλο, το οποίο δεν είναι προσανατολισµένο στην αγορά. Αυτό σηµαίνει ότι παράγουµε καλά προϊόντα, αλλά δυσκολευόµαστε να τα αναδείξουµε, καθώς πολλοί παραγωγοί αρνούνται να παρακολουθήσουν τις νέες τάσεις και τις ανάγκες των καταναλωτών, εµµένοντας σε αυτό που είναι πιο βολικό, αυτό που έµαθαν να παράγουν παραδοσιακά.
Ήρθε η εποχή, όµως, που πρέπει να ξεφύγουµε από τις εύκολες λύσεις. Να αυξήσουµε την παραγωγικότητα και την προστιθέµενη αξία στη µεταποίηση, µε καινοτόµες και αειφόρες πρακτικές. Να αναδειχθούν τα συγκριτικά µας πλεονεκτήµατα και να πιστοποιηθούν τα µοναδικά προϊόντα µας, προκειµένου να αξιοποιηθούν στο έπακρο και οι διατιθέµενοι πόροι.

 

Οι νέες τεχνολογίες µας βοηθούν ή µήπως κι εκεί έχουµε µείνει πίσω;

∆εν θα είναι υπερβολή να πούµε ότι πολλές εργασίες γίνονται ακόµη µε τον παραδοσιακό τρόπο. Αυτή είναι µία από τις βασικές αιτίες που οδηγούν στη µικρή παραγωγικότητα, αλλά και στη χαµηλή προστιθέµενη αξία της ελληνικής γεωργικής παραγωγής, σε σχέση µε εκείνη των ανταγωνιστικών χωρών. Για την ανατροπή αυτής της κατάστασης, έχουµε ανάγκη αξιοποίησης της καινοτοµίας και ενσωµάτωσης των νέων τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία.
Γι’ αυτή την ανατροπή δουλεύουµε στην Proactive, δίνοντας προτεραιότητα στην ανάπτυξη συστηµάτων ολοκληρωµένης διαχείρισης και γεωργίας ακριβείας. Πολύτιµο εργαλείο µας το έξυπνο λογισµικό Proactive e-Farming, που αναπτύξαµε για τη συνεχή παρακολούθηση των καλλιεργητικών εφαρµογών και σε συνδυασµό µε την επέκτασή του σε κινητά smart phones, κατάφερε -µέσα µόλις σε ένα χρόνο ζωής- να γίνει ο απαραίτητος συνεργάτης του αγροτικού κόσµου.

 

Τι ελπίδες έχει το νέο 5ετές Πρόγραµµα Αγροτικής Ανάπτυξης να µην έχει την τύχη των προηγούµενων;
Καταρχάς, δεν θεωρώ ότι όλες οι προηγούµενες δράσεις, δεν είχαν καλή τύχη. Αν σήµερα έχουµε τυποποιηµένα προϊόντα, εφαρµογή συστηµάτων ποιότητας και επενδύσεις στην αγροτική οικονοµία, αυτά τα οφείλουµε, σε µεγάλο βαθµό, και στα προηγούµενα Προγράµµατα Αγροτικής Ανάπτυξης.
Αυτό που λείπει από το νέο Πρόγραµµα είναι ότι δεν εντάσσεται σε έναν ολοκληρωµένο Στρατηγικό Σχεδιασµό για την αγροτική οικονοµία έως το 2020. Και αυτό γίνεται εµφανές και στην κατανοµή των πόρων και στις κατευθύνσεις αξιολόγησης. Με απλά λόγια, δεν φτάνει να γίνουν, τα επόµενα χρόνια, αποσπασµατικά «κάποιες επενδύσεις» στον αγροτικό χώρο, θα πρέπει -δίχως καθυστερήσεις- να προχωρήσουν στοχευµένες παρεµβάσεις που θα δώσουν µεγαλύτερη υπεραξία στα αγροτικά µας προϊόντα, ούτως ώστε να χτιστεί συγκριτικό πλεονέκτηµα έναντι των ανταγωνιστών.

 

Οι αγρότες µε τους οποίους καθηµερινά έρχεστε σε επαφή τι είναι αυτό που περιµένουν; Μήπως κάτω από τον όρο «αγρότης» συστεγάζονται πλέον πολύ διαφορετικές και συχνά αντιφατικές προσδοκίες;

Οι αγρότες µε τους οποίους συνεργαζόµαστε, τολµώ να πω, ότι έχουν πιάσει το «νόηµα των καιρών». Είναι επαγγελµατίες που ενσωµατώνουν στις  καλλιέργειες τους νέες τεχνολογίες και ορθές πρακτικές. Πιστοποιούν, τυποποιούν, συνεργάζονται σε σχήµατα Οµάδων Παραγωγών και χτίζουν µακροχρόνιες σχέσεις συνεργασίας µε σηµαντικούς εξαγωγείς. Παράγουν για την ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά, λαµβάνοντας υπόψη τους τις νέες απαιτήσεις των καταναλωτών.
Έχετε όµως δίκιο, είναι γεγονός ότι κάτω από τον όρο αγρότης συστεγάζονται πλέον πολύ διαφορετικές και συχνά αντιφατικές προσδοκίες. Από τη µια ο αγρότης που καινοτοµεί, επιδιώκει την ποιότητα, είναι ανταγωνιστικός και επιχειρεί σε διεθνές επίπεδο, και, από την άλλη εκείνοι που αρκούνται στη διαχείριση των επιδοτήσεων και δεν φροντίζουν να εκσυγχρονίσουν τις καλλιέργειές τους. Το µέλλον αδιαµφισβήτητα ανήκει στους πρώτους.

 

Μια γεωργία που δεν αναπτύχθηκε όταν υπήρχε σηµαντικά ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς και περισσότεροι κοινοτικοί πόροι, πώς θα κάνει την ανατροπή σήµερα;
Κύριε Πανάγο, να µου επιτρέψετε να διαφωνήσω στο «δεν αναπτύχθηκε». Η αγροτική µας οικονοµία είναι ζωντανή, αναπτυσσόµενη και µε σηµαντική συµβολή στην οικονοµία της χώρας. Ωστόσο, το ότι δεν αξιοποιήσαµε όσο έπρεπε τις µεγάλες ευκαιρίες που έφερε η συµµετοχή µας στην ΕΕ και η εισροή σηµαντικών ενισχύσεων επί δεκαετίες, είναι γεγονός αδιαµφισβήτητο και λυπηρό.
Αυτό που πρέπει και µπορούµε να κάνουµε τώρα, είναι η ρήξη µε το κακό παρελθόν τόσο στην αντίληψη, όσο και στη διαχείριση, προκειµένου να αξιοποιήσουµε τα µεγάλα περιθώρια για περαιτέρω ανάπτυξη. Επιµένω και θα επιµένω. Η ελπίδα στην κρίση είναι η ελληνική γη, η ελληνική γεωργία. Και πρέπει να την αξιοποιήσουµε, διδασκόµενοι όλοι -πολιτεία και παραγωγοί- από τα λάθη του παρελθόντος. 

 

Ζείτε και εργάζεστε στην Κρήτη και σε µια κατ’ εξοχήν αγροτική περιοχή. Γιατί τα τελευταία χρόνια οι συµπατριώτες σας διαµαρτύρονται τόσο;

Γιατί όπως είναι γνωστό από την ιστορία, οι Κρήτες πάντα ήταν στην πρώτη γραµµή των κοινωνικών, πολιτικών και εθνικών αγώνων. Χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι όλα τα αιτήµατα είναι δικαία ή ότι υιοθετώ ακραίες αντιδράσεις.  Μην ξεχνάµε, όµως, ότι τα τελευταία χρόνια υφίστανται ραγδαία επιδείνωση της οικονοµικής τους κατάστασης, παρά τις µεγάλες τους προσπάθειες και την στροφή τους στην πραγµατική οικονοµία.  

 

Από την άλλη πλευρά, θα µπορούσαµε να πούµε ότι οι παραγωγοί στην Κρήτη είναι πιο µπροστά στα θέµατα που συνδέονται µε την ανάδειξη και πιστοποίηση της ποιότητας;

Από τη φύση της, η αγροτική παραγωγή της Κρήτης δεν µπορεί πάρα να είναι εξωστρεφής. Αυτό προϋποθέτει την εφαρµογή διεθνών προτύπων ποιότητας και αναγνωρισµένες πιστοποιήσεις, προκειµένου να διατηρηθεί το µερίδιο αγοράς και να αυξηθεί η παρουσία της διεθνώς. Τα θετικά αποτελέσµατα της γρήγορης ενσωµάτωσης αυτών των διεθνών κανόνων οργάνωσης και ασφάλειας παραγωγής, είναι ορατά. Οι εξαγωγές Κρητικών αγροτικών προϊόντων συνεχώς αυξάνονται, µε τα τελευταία στοιχεία να δείχνουν ότι το πρώτο τετράµηνο του 2016 είχαµε 11,5 % αύξηση των εξαγωγών, σε σχέση  µε το αντίστοιχο του  2015. 

  

Έχετε δουλέψει και προσωπικά, ως παραγωγός, στο επιτραπέζιο σταφύλι. Τι παραπάνω χρειάζεται για να δικαιωθεί αυτό το προϊόν διεθνώς;

Επιτρέψτε µου µια προσωπική εξοµολόγηση. Είχα την τύχη να γεννηθώ και να περάσω τα παιδικά µου χρόνια σε ένα ευλογηµένο τόπο, στις Αρχάνες. Λίγα µέτρα από τα αµπέλια της οικογένειας µου, στο Βαθύµετρο, βρίσκεται το αρχαιότερο οινοποιείο στον κόσµο. Μεγάλωσα και δούλεψα από παιδί µέσα στα λιόφυτα τις κρεβατίνες -που  δυστυχώς  εγκαταλείψαµε- και τα σταφιδάµπελα, ενώ πάντα  κοιτούσα µε θαυµασµό το τοποθετηµένο στο σαλόνι του σπιτιού του Πάππου Νίκου  «Χρυσούν Βραβείο µετ’ επαίνου, ∆ια τα Σταφύλια Ροζακί και την επιµεληµένη συσκευασία των», το οποίο απονεµήθηκε στη ∆ιεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, το 1931.
Και το αναφέρω γιατί αυτό το περιβάλλον, πέρα από την αγάπη που µου έδωσε για τη γη, µε έκανε να γνωρίσω από «πρώτο χέρι» την καλλιέργεια του επιτραπέζιου σταφυλιού, µέσα στις ιδανικές εδαφοκλιµατικές συνθήκες του τόπου µας.
∆υστυχώς, όµως, τα τελευταία χρόνια χάνουµε µερίδιο σε µια αγορά που συνεχώς διευρύνεται. Η απάντησή µας πρέπει να είναι η απόδοση διακριτής ταυτότητας στο ελληνικό σταφύλι και η διεύρυνση των ποικιλιών και της περιόδου διάθεσης, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις των διεθνών αγορών.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Νίκος Μπουνάκης έχει σπουδάσει Γεωπονία, Αγροτική Οικονοµία και Πολιτική,  ∆ιοίκηση Επιχειρήσεων και Μάρκετινγκ (B.Sc, Pg.Dip,M.Sc,MBA), στην Ελλάδα την Ιταλία και την Μεγάλη Βρετανία.  Ξεκίνησε την επαγγελµατική του πορεία το 1996 εργαζόµενος  ως στέλεχος σε επιχειρήσεις αγροτοχηµικών και τροφίµων.  Το 2004 ίδρυσε στο Ηράκλειο Κρήτης την Proactive Α.Ε -Σύµβουλοι Επιχειρήσεων. ∆ραστηριοποιείται και ο ίδιος επιχειρηµατικά ως παραγωγός Επιτραπέζιων Σταφυλιών και Ελαιολάδου, ενώ είναι συνιδρυτής και Πρόεδρος της Οργάνωσης Παραγωγών «ΕΛΑΙΗ-ΑΡΧΑΝΕΣ». Από το 2006 έως σήµερα, διδάσκει στη Σχολή Τεχνολόγων Γεωπόνων του ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ και είναι µέλος της Συµβουλευτικής Επιτροπής του Συνδέσµου Επιχειρήσεων Μάνατζµεντ Ελλάδος.

 

Συνέντευξη στον Γιάννη Πανάγο.

Σχόλια (1)
Προσθήκη σχολίου

21-10-2016 13:29A.Karvellas

Αν επιχειρματιες και συμβουλοι σαν τον κο. Μπουνακη εχουν τις απαντησεις σ ενα αρθρο, γιατι οι διαπλεκομενοι δεν ακουν, διαβαζουν, εφαρμοζουν τις καλες πρακτικες της αγορας οπως εχουν αναλυθει στο αρθρο σας?

Απάντηση
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία