Πληρώνουν έως 35 λεπτά την α' ποιότητα σκληρού σίτου οι μύλοι, πίεση τιμών διεθνώς
Σε αυτό το περιβάλλον και με τα αποθέματα που χτίζουν οι μύλοι να φέρνουν προσεχώς και ένα αίσθημα κορεσμού, φαίνεται πως η αγορά δεν ευνοεί την συγκράτηση ποσοτήτων στα σιλό των παραγωγών. Το απόγευμα της Τρίτης 13 Φεβρουαρίου, η αγορά στο Μπάρι έγραψε νέες απώλειες στην περιοχή των 380 ευρώ ο τόνος για την πρώτη ποιότητα ιταλικού σκληρού σίτου, ενώ στα 430 ευρώ υποχωρούν τα καναδέζικα στάρια με πρωτεΐνη 15%.
Τουρκία και Παρίσι δίνουν τον τόνο
Μεγαλώνει το βάθος της διεθνούς αγοράς σκληρού σίτου, σε μια συνθήκη που για το 2024 καλείται να ισορροπήσει αυξημένες και αντίθετες μεταξύ τους παραμέτρους οι οποίες θα καθορίσουν και τη δυναμική των τιμών τους επόμενους μήνες, κατά τους οποίους αναμένεται μια αύξηση των αποθεμάτων και μια πτωτική μεταβλητότητα στα μεταφορικά κόστη.
Μια από τις βασικές συνιστώσες που αιφνιδίασαν το 2023 την αγορά και σε σημαντικό βαθμό ανέτρεψαν το μομέντουμ ανόδου που επιχειρήθηκε να αναπτυχθεί το περασμένο καλοκαίρι, είναι ο παράγοντας Τουρκία. Όλα δείχνουν ότι η Τουρκία θα απασχολήσει και το 2024 την αγορά.
Ενδιαφέρον έχει πάντως η στρατηγική που αναπτύσσεται από τους παραδοσιακούς παίκτες της αγοράς, με την Ευρώπη να κινείται χρηματιστηριακά και τον Καναδά… ποσοτικά.
Στην Ευρώπη, με δεδομένη την αποτυχία της αγοράς να σταθμίσει εγκαίρως, δηλαδή από τον περασμένο χειμώνα του 2023 την μεγάλη επιστροφή της γειτονικής χώρας στο διεθνές εμπόριο σκληρού σίτου, μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί η προσπάθεια εισαγωγής του προϊόντος στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο εμπορευμάτων του Παρισιού. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να διευκολύνει στο μέλλον τον προγραμματισμό της καλλιέργειας, αφού θα επιτρέπει έναν προσδιορισμό του εύρους τιμών σε βάθος αρκετών μηνών.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η αγορά, ενώ γνώριζε για την πρόθεση της Τουρκίας να αυξήσει τις εκτάσεις με την καλλιέργεια πέρυσι, δεν είχε προβλέψει πως η χώρα θα έβγαινε στις αγορές με πάνω από 1,2 εκατ. τόνους σκληρού σίτου, σε μια εξέλιξη που στοίχησε εκ πρώτης όψεως αρκετά σε όλους τους εμπλεκόμενους στην αλυσίδα εφοδιασμού στην Ε.Ε. Για το 2024, αναμένεται μια αντίστοιχη, αν όχι μεγαλύτερη διαθεσιμότητα από την πλευρά της Τουρκίας, κάτι που φέρνει σε δύσκολη θέση τους Καναδούς, έχει ήδη αποθαρρύνει τους αγρότες στην Ιταλία και δυσκολεύει την υπόθεση διατήρησης των τιμών στα σημερινά επίπεδα, ήτοι των 30 με 33 λεπτών το κιλό για την ελληνική αγορά.
Στον Καναδά, η αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου γεωργίας της χώρας, κατευθύνει τους παραγωγούς της χώρας σε μια αύξηση των επενδύσεων τους στην καλλιέργεια κατά 2%, είτε σε καλύτερα εφόδια είτε σε περισσότερες εκτάσεις. Η οδηγία βασίζεται σε δυο σενάρια:
- Το βραχυπρόθεσμο, το οποίο εστιάζει στις πιθανές ανοδικές προοπτικές της αγοράς μόλις εκτονωθεί η επίδραση και του τελευταίου διαγωνισμού διάθεσης 150.000 τόνων σκληρού σίτου που ανακοίνωσε πριν από μια εβδομάδα η κρατική εταιρεία εξαγωγών σιτηρών της Τουρκίας.
- Αν αυτό το «στοίχημα» δεν βγει, τότε ο Καναδάς ενεργοποιεί έναν στρατηγικό σχεδιασμό αναπλήρωσης αποθεμάτων, που θα του επέτρεπε να διατηρήσει το ελεύθερο κατεύθυνσης των τιμών λόγω ποσοτήτων. Θέλουν δηλαδή οι Καναδοί, να αυξήσουν τα αποθέματά τους, αξιοποιώντας τόσο μια πιθανά καλή σοδειά του 2024, όσο και τις αδιάθετες ποσότητες της σοδειάς του 2023. Αυτό είναι το δεύτερο, μεσοπρόθεσμο σενάριο.
Όλα αυτά πάντως, συγκλίνουν στο ότι στην αγορά αναπτύσσονται στρατηγικές ανταγωνισμού με αιχμή τις ποσότητες, τα αποθέματα αλλά και τον ορθολογικό προγραμματισμό των παραγωγικών δυμάμεων, «ξορκίζοντας» μεν τις θετικές επιδράσεις που είχε στις τιμές η ελλειμματική προσφορά, δίνοντας δε αφορμές για μια διαφορετική προσέγγιση της καλλιέργειας από τους παραγωγούς.
Πιο απλά, η κερδοφορία για το 2024 θα επιδιωχθεί στα τονάζ και τις ποιότητες, όχι στις ελλείψεις που απλά «τυχαίνουν», αφού είναι δύσκολο να σταθμιστούν μιας και κυρίως αποδίδονται στις καιρικές συνθήκες.