BACK TO
TOP
Σπάνιες Μελέτες

Τέσσερις λύσεις απογείωσης των γεωργικών αποδόσεων

Εντείνονται οι ανησυχίες της πανεπιστημιακής κοινότητας για την εύρεση μιας αειφορικής λύσης ώστε να αυξηθούν οι αποδόσεις των καλλιεργειών και να σταματήσει να βρίσκεται κάτω από τα όρια του υποσιτισμού σχεδόν το 1/7 του πληθυσμού της γης.

Τέσσερις λύσεις απογείωσης των γεωργικών αποδόσεων

1
0
Με αυτή την αφορμή, σε πρόσφατη δημοσίευση τους στο διεθνούς φήμης περιοδικό Nature με τίτλο «Λύσεις για έναν καλλιεργημένο πλανήτη», αρκετοί ερευνητές απ όλο τον κόσμο προτείνουν τέσσερις βασικούς άξονες που αν επιτευχθούν, τότε θα είναι δυνατή η αύξηση της παραγωγής κατά 100-180%.
Σήμερα οι άνθρωποι καλλιεργούν τον πλανήτη περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή στην ιστορία, καταναλώνοντας τις πρώτες ύλες με έντονους ρυθμούς, ενώ ο αντίκτυπος στο περιβάλλον έχει αρχίσει να κάνει εμφανή τα σημάδια του. Παράλληλα παρατηρείται μια στροφή στους τρόπους κατανάλωσης των αγροτικών προϊόντων, τα οποία από τρόφιμα μετατρέπονται σε ζωοτροφές, βιοκαύσιμα και άλλες βιομηχανικές χρήσεις. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO), οι καλλιεργούμενες εκτάσεις στη γη καλύπτουν 1,53 δισεκατομμύρια εκτάρια (περίπου το 12% των συνολικών εκτάσεων γης), ενώ η δραστηριότητα της κτηνοτροφίας καλύπτει 3,38 δισεκατομμύρια εκτάρια (περίπου το 26%). Συνεπώς το 38% της γης καλύπτεται από την αγροτική δραστηριότητα, ποσοστό που ξεπερνά κάθε άλλη δραστηριότητα. Οι εκτάσεις αυτές είναι οι περισσότερο κατάλληλες για τη γεωργία, αφού οι υπόλοιπες αποτελούνται από ερήμους, βουνά, τούνδρα και μεγάλες πόλεις, περιοχές ακατάλληλες για τη γεωργία. Την ίδια στιγμή όμως υπολογίζεται πως σχεδόν ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι δεν έχουν τη δυνατότητα να τρέφονται καθημερινά. Ο υποσιτισμός των ανθρώπων αποτελεί κοινή απαίτηση να εξαλειφθεί και αυτό θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μέσω της μετατροπής της γεωργίας σε τέτοιο βαθμό ώστε να καταφέρει να ανταποκριθεί στην διπλή πρόκληση της ασφάλειας τροφίμων και την περιβαλλοντική αειφορία.
Οι τέσσερις βασικές στρατηγικέ
Στην ανάλυση τους οι ερευνητές ισχυρίζονται πως η ταυτόχρονη εφαρμογή τεσσάρων βασικών στρατηγικών, είναι ικανή να πετύχει την επαρκή διατροφή ολόκληρου του πλανήτη, με φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο και θέτοντας τις βάσεις για μια οριστική λύση. Αρχικά θεωρούν πως οι ερευνητές θα πρέπει να επικεντρωθούν στην δημιουργία ενός πιο ευέλικτου κι ελαστικού διατροφικού συστήματος. Η υψηλοαποδοτική, πλήρως εκβιομηχανισμένη γεωργία έχει μεν αρκετά οφέλη, ωστόσο είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στις φυσικές καταστροφές, τις νέες ασθένειες και τις οικονομικές μεταβολές. Δεύτερος σημαντικός πυλώνας για την έξοδο από τη διατροφική κρίση είναι η βελτίωση των μεθόδων ανταλλαγής και μεταφοράς των αγροτικών προϊόντων. Είναι συνεπώς επιτακτική ανάγκη να υπάρξει διαφάνεια σε σημαντικά στοιχεία παραγωγής και αποθεμάτων των σημαντικότερων αγροτικών προϊόντων όπως τα δημητριακά, ενώ θα πρέπει η μεταφορές να γίνονται με έναν πιο φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο. Μια τρίτη και πολύ σημαντική στρατηγική είναι η όσο το δυνατόν πιο «ανοιχτόμυαλη» προσέγγιση της λύσης μέσα από διαφορετικές μορφές της σύγχρονης γεωργίας. Έτσι δεν θεωρείται σωστό να υπάρχει μια μονόπλευρη προσέγγιση της λύσης με δογματικές αντιλήψεις μεταξύ της συμβατικής γεωργίας, της βιολογικής γεωργίας και των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών. Τέλος θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν όλα εκείνα τα βιοφυσικά και οικονομικά εργαλεία που θα επιτρέψουν τη βελτίωση των αποδόσεων των καλλιεργειών, με τις ελάχιστες κλιματικές επιπτώσεις.
Βελτίωση των αποδόσεω
Η βελτίωση των αποδόσεων αποτέλεσε το κορυφαίο μέλημα των ερευνητών με την ανάπτυξη της σύγχρονης γεωργίας. Σήμερα για να αυξηθεί η παραγωγή τροφίμων παγκοσμίως, δεδομένου ότι δεν μπορούν να αυξηθούν οι καλλιεργούμενες εκτάσεις, θα πρέπει να αυξήσουμε τις αποδόσεις στις υπάρχουσες αγροτικές εκτάσεις. Ο καλύτερος τρόπος για να συμβεί κάτι τέτοιο είναι η βελτίωση των αποδόσεων σε γεωργικές εκτάσεις που υποαποδίδουν. Πρόσφατες έρευνες έχουν αποδείξει πως παρατηρείται μια εξαιρετική ανομοιομορφία στις αποδόσεις ακόμα και σε περιοχές με παρόμοιες εδαφοκλιματικές συνθήκες, με αποτέλεσμα να γίνεται λόγος για ένα «χάσμα αποδόσεων». Οι σημαντικότερες προοπτικές για αύξηση των αποδόσεων συναντώνται σε πολλές περιοχές της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Ανατολικής Ευρώπης, όπου παρατηρείται έλλειψη θρεπτικών στοιχείων και νερού. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί ερευνητές έχουν στραφεί στην επιλογή ποικιλιών που αποδίδουν καλύτερα σε σύγκριση με άλλες σε συνθήκες υδατικής και θρεπτικής καταπόνησης. Σύμφωνα με τους συντάκτες της μελέτης, μια αύξηση των αποδόσεων σε αυτές τις περιοχές, θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά τα διαθέσιμα τρόφιμα σε παγκόσμιο επίπεδο. Μια ανάλυση των εκτιμήσεων δείχνει πως εάν οι 16 σημαντικότερες καλλιέργειες καταφέρουν να αποδώσουν το 95% των δυνατοτήτων τους, θα μπορούσαν να προσθέσουν 2,3 δισεκατομμύρια τόνους τροφίμων, μια αύξηση δηλαδή κατά 58%. Αλλά και εάν η αύξηση της αποδοτικότητας των καλλιεργειών ήταν μικρότερη και έφτανε στο 75%, τότε η παγκόσμια παραγωγή αγροτικών τροφίμων θα αυξανόταν κατά 1,1 δισεκατομμύριο τόνους, δηλαδή κατά 28%. Όμως η αύξηση της χρήση των λιπασμάτων αλλά και του νερού θα μπορούσε να προκαλέσει δυσμενείς συνέπειες στο περιβάλλον. Άρα θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη χρήση τους παίρνοντας ιδέες από την βιολογική γεωργία και την γεωργία ακριβείας. Έκτος όμως από την θρέψη και την άρδευση, σημαντικό εργαλείο για την αύξηση των αποδόσεων μπορεί να είναι η γενετική βελτίωση, καθώς και οι ποικιλίες που δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς και θεωρούνται «ορφανές» από πλευράς βελτίωσης.
Κάθε χρόνο για την άρδευση των καλλιεργειών σε όλο τον κόσμο, εκτός από το νερό της βροχής, απαιτούνται περίπου 2.800 κυβικά χιλιόμετρα νερού τα οποία βρίσκονται σε λίμνες και ποτάμια. Άρδευση χρησιμοποιείται στο24% των καλλιεργούμενων εκτάσεων και είναι υπέυθυνη για το 34% της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων. Συνεπώς μια έλλειψη νερού είναι ικανή να προκαλέσει μια πτώση στην παγκόσμια παραγωγή της τάξης του 20%.
Τα χημικά λιπάσματα, η κοπριά και τα ψυχανθή αποτελούν επίσης ένα σημείο κλειδί για την εντατικοποίηση της γεωργίας. Ωστόσο και οι τρεις αυτές κατηγορίες έχουν συμβάλει με τον τρόπο τους στη μόλυνση των υδατικών δεξαμενών του περιβάλλοντος, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως για την παραγωγή τους απαιτείται μεγάλη χρήση ενέργειας που επίσης επιβαρύνει το περιβάλλον. Η αλόγιστη χρήση των λιπασμάτων εντοπίζεται κυρίως στην Κίνα, τη Βόρεια Ινδία, τις ΗΠΑ και τη Δυτική Ευρώπη. Σημειώνεται επίσης πως το 10% των καλλιεργούμενων εκτάσεων είναι υπεύθυνο για το 32% του πλεονάσματος στο άζωτο και το 40% του πλεονάσματος στη χρήση φωσφόρου.
Η επίτευξη των στόχων για αύξηση των διαθέσιμων τροφίμων για τον πληθυσμό της γης σίγουρα δεν αποτελεί μια εύκολη υπόθεση, ειδικότερα όταν αυτή θα πρέπει να γίνει με όσο το δυνατόν λιγότερες επιπτώσεις για το περιβάλλον της γης που έχει ήδη υποστεί σημαντικές μεταβολές τις τελευταίες δεκαετίες. Έτσι θα πρέπει να μειωθούν οι εκπομπές των αέριων του θερμοκηπίου, να διατηρηθεί η βιοποικιλότητα, να γίνεται ορθολογική χρήση νερού και να μειωθεί η μόλυνση του. Ήδη τα τελευταία χρόνια οι εξελίξεις στη σύγχρονη γεωργία κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση και ορισμένες τεχνικές βρίσκονται ήδη στα χέρια των αγροτών, όπως η γεωργία ακριβείας, η άρδευση με σταγόνες, η βελτίωση του εδάφους με μικροοργανισμούς, αποστράγγιση περιοχών, ζώνες προστασίας από τη διάβρωση, νέες ποικιλίες χαμηλών εισροών, καθώς και επιδοτήσεις με περιβαλλοντικά κίνητρα. Εκτός όμως από την έρευνα, σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν και οι πολιτικές αποφάσεις. Για παράδειγμα, αρκετοί μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί εδώ και αρκετά χρόνια είναι υπέρμαχοι της πλήρης απελευθέρωσης του παγκόσμιου εμπορίου, απελευθερωμένο από κάθε είδους επιδότηση που επηρεάζει τις τιμές της αγοράς.

Αναδημοσίευση από το Nature
Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία