BACK TO
TOP
Παρουσιάσεις

Ασύμφορη η παραγωγή χλωρομάζας με υδροπονία για τους κτηνοτρόφους

Με τις σημερινές τιμές στο τριφύλλι, η επένδυση σε θάλαμο υδροπονίας για την παραγωγή χλωρομάζας για ζωοτροφή μοιάζει ασύμφορη, εκτός από κάποιες ιδιαίτερες περιπτώσεις, και δεν διασφαλίζει την οικονομική βιωσιμότητα του κτηνοτρόφου, σύμφωνα με στοιχεία του Εργαστηρίου Διατροφής Ζώων.

Ασύμφορη η παραγωγή χλωρομάζας με υδροπονία για τους κτηνοτρόφους

2
0

Οι κτηνοτρόφοι της χώρας µας τα τελευταία χρόνια αντιµετωπίζουν σοβαρές οικονοµικές δυσκολίες µε αποτέλεσµα να δοκιµάζεται σοβαρά η οικονοµική βιωσιµότητα των εκµεταλλεύσεών τους, µε ότι αυτό συνεπάγεται για τη συνέχιση της άσκησης της κτηνοτροφικής τους δραστηριότητας. Η φορολογική και ασφαλιστική επιβάρυνσή τους απο πλευράς πολιτείας και οι σχετικά χαµηλές τιµές διάθεσης των προϊόντων τους (γάλα-κρέας) στην αγορά, σε συνδυασµό µε την καθυστέρηση πληρωµής των προϊόντων τους, σε πολλές περιπτώσεις, απο τους εµπόρους (τυροκόµους κ.α.) τους έχουν δηµιουργήσει, και εξακολουθούν να τους δηµιουργούν, προβλήµατα στη διαχείριση (τεχνική και οικονοµική) των µονάδων τους.

 

Οι τιµές δεν λύνουν από µόνες τους το πρόβληµα

Οι κτηνοτρόφοι (παραγωγοί) εστιάζουν συνήθως το πρόβληµα κυρίως στις τιµές πώλησης των προϊόντων τους τις οποίες θεωρούν χαµηλές. Όµως οι τιµές (π.χ. γάλακτος, κρέατος) απο µόνες τους δεν λύνουν το πρόβληµα δεδοµένου ότι ο καταναλωτής, ιδιαίτερα όταν βιώνει µια οικονοµική κρίση, δεν µπορεί να ανταποκριθεί και αντιδρά µε µείωση της κατανάλωσης η οποία συνεπάγεται µείωση των τιµών πώλησης, που τελικά καταλήγει στον παραγωγό.

Εποµένως, πού πρέπει να αναζητηθεί η λύση για την αντιµετώπιση του προβλήµατος; Η µόνη λύση είναι η παραγωγή προϊόντων σε ανταγωνιστικές τιµές, γεγονός που µπορεί να επιτευχθεί µε αύξηση της παραγωγικότητας του ζωικού κεφαλαίου και µείωση του κόστους παραγωγής (διατροφής).

 

Άµεσα διαφορά στο κόστος

Η αύξηση της παραγωγικότητας του ζωικού κεφαλαίου που διαθέτει κάθε παραγωγός µπορεί να επιτευχθεί µε διάφορους τρόπους (γενετική βελτίωση, διαχείριση, υγιεινή κ.λ.π.), ο σηµαντικότερος των οποίων είναι η ορθή και ισόρροπη διατροφή η οποία επιτρέπει άµεσα στο ζώο να εκπτύξει πλήρως το παραγωγικό του δυναµικό, στο βαθµό που το καθορίζει η γενετική του υπόσταση. ∆εδοµένου ότι το κόστος διατροφής αντιπροσωπεύει το 60 - 70% του συνολικού κόστους παραγωγής των κτηνοτροφικών προϊόντων, η µείωσή του επηρεάζει άµεσα και θετικά την οικονοµική αποτελεσµατικότητα της εκτροφής και κατά συνέπεια την ανταγωνιστικότητά της και µακροπρόθεσµα την οικονοµική της βιωσιµότητα.

 

Επιλογή ζωοτροφών µετά από οικονοµική αξιολόγηση

Πώς όµως µπορεί να επιτευχθεί µείωση του κόστους διατροφής χωρίς να επηρεαστεί αρνητικά η παραγωγικότητα των ζώων; Απο επιστηµονικής πλευράς η απάντηση είναι απλή: µε ισόρροπη διατροφή (διατροφή ακριβείας) και επιλογή ζωοτροφών κατόπιν οικονοµικής αξιολόγησης. ∆υστυχώς, απο πλευράς κτηνοτρόφων, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, δεν εφαρµόζεται ούτε το ένα ούτε το άλλο. Οι κτηνοτρόφοι ταΐζουν τα ζώα τους εµπειρικά, αγνοώντας επιδεικτικά την επιστήµη της διατροφής η οποία στηρίζεται σε βαθειά επιστηµονική γνώση, αλλά και στην εµπειρία που αποκτάται απο τις εφαρµοσµένες πειραµατικές µελέτες διατροφής.

Η επιστήµη της διατροφής προσδιορίζει αρχικά τις ανάγκες των προς διατροφή ζώων και στη συνέχεια προσπαθεί να τις καλύψει µε τη χορήγηση ισόρροπων, για κάθε περίπτωση, σιτηρεσίων, χρησιµοποιώντας τις καταλληλότερες απο τις διαθέσιµες ζωοτροφές, αξιολογώντας τις µε βάση τη θρεπτική τους αξία (ενεργειακό περιεχόµενο) και την περιεκτικότητά τους σε θρεπτικά συστατικά (π.χ. πρωτεΐνες), σε συνδυασµό µε την τιµή διάθεσής τους στην αγορά.

 

Η διαφορά του απλού από τον επιχειρηµατία κτηνοτρόφο

Το κριτήριο του απλού κτηνοτρόφου, σε αντίθεση µε τον επιχειρηµατία κτηνοτρόφο, για την επιλογή και αγορά µιας ζωοτροφής είναι η τιµή πώλησης µιας συγκεκριµένης συσκευασίας (π.χ. 40 κιλών). Βέβαια, µέχρις ενός ορισµένου σηµείου δικαιολογείται γιατί δεν µπορεί να αξιολογήσει τα στοιχεία της χηµικής σύστασης που αναγράφονται στην ετικέτα της συσκευασίας. ∆εν µπαίνει όµως και στον κόπο να ρωτήσει κάποιον ειδικό ώστε να είναι ενήµερος για το τι αγοράζει. Και καλά όταν πρόκειται για µείγµατα ζωοτροφών (φυράµατα όπως λανθασµένα έχει επικρατήσει ο όρος) που αναγράφουν τα προβλεπόµενα απο το νόµο στοιχεία για τη χηµική τους σύσταση. Όταν όµως πρόκειται για απλές ζωοτροφές, και ιδιαίτερα αυτές που έχουν υψηλό ποσοστό υγρασίας (όπως για παράδειγµα ενσίρωµα κάποιων υποπροϊόντων γεωργικών βιοµηχανιών), γνωρίζουν τί ακριβώς αγοράζουν και ποιο είναι το πραγµατικό τους κόστος;

 

Τεχνοοικονοµικά παραδείγµατα

Για παράδειγµα, αγοράζουν νωπά στέµφυλα χυµοποιίας  (π.χ. πορτοκάλι) συσκευασµένο σε σάκους (ενσιρωµένα) σε τιµή ελκυστική κατά την άποψή τους (π.χ. 7 λεπτά το κιλό) και είναι ιδιαίτερα ικανοποιηµένοι. Όταν όµως η τροφή αυτή έχει 80% υγρασία, µε θρεπτική αξία (ενέργεια) και περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες περί το 70% της αντίστοιχης του καρπού αραβοσίτου, τότε η τιµή ενός κιλού στεµφύλων είναι κατά µέγιστον το 17,5% της τιµής του καρπού αραβοσίτου (διότι 4 κιλά στεµφύλων ισοδυναµούν µε 1 κιλό καρπού αραβοσίτου, οπότε 0,25 Χ 0,7 = 0,175). Αν, λοιπόν, ο καρπός αραβοσίτου έχει τιµή παράδοσης στη µονάδα 20 λεπτά/κιλό, τότε τα στέµφυλα πρέπει να έχουν τα πολύ 20 Χ 0,175 = 3,5 λεπτά το κιλό, παραδοτέα στη µονάδα.

Ανάλογο παράδειγµα αποτελεί και η παραγωγή χλωροµάζας µε τη µέθοδο της υδροπονίας. Η µέθοδος αυτή χρησιµοποιεί ένα θάλαµο µε ράφια, ποικίλης δυναµικότητας, µε αυτόµατη ρύθµιση θερµοκρασίας, υγρασίας και άρδευσης. Στα ράφια τοποθετείται σπόρος κριθής, σίτου ή αραβοσίτου, µε υπόστρωµα άχυρο (ή χωρίς άχυρο) και υδατικό διάλυµα για το φύτρωµα του σπόρου. Σε 7 - 15 ηµέρες, στο κατάλληλα ρυθµιζόµενο περιβάλλον (απο πλευράς θερµοκρασίας, υγρασίας, φωτισµού), αναπτύσσεται χλωροµάζα η οποία µπορεί να χρησιµοποιηθεί άµεσα για διατροφή των ζώων. Το ριζικό σύστηµα των φυτών, µε ή χωρίς το άχυρο, δηµιουργεί ένα πλέγµα, οπότε το υλικό αυτό απαιτεί κάποιο τεµαχισµό για ευκολότερη πρόσληψη απο τα ζώα (αιγοπρόβατα - βοοειδή).

 

Ένα κιλό αραβοσίτου ίσον τέσσερα κιλά χλωροµάζας

Απο δηµοσιευµένα στοιχεία χηµικής ανάλυσης (π.χ. ΤΕΙ Λάρισας) και αυτά του Εργαστηρίου µας, προκύπτει ότι η ξηρή ουσία της χλωροµάζας είναι κ.µ.ο. 8 - 9% (υγρασία 91 - 92%) και η περιεκτικότητά της σε πρωτεΐνες (ΟΑΟ) 14-16% στη ξηρή ουσία, και σε λιπαρές ουσίες 2,5 - 3,6% στη ξηρή ουσία. Εποµένως, απο πλευράς ξηρής ουσίας ένα κιλό ενσιρώµατος αραβοσίτου ισοδυναµεί µε 4 κιλά χλωροµάζας ή ένα κιλό ξηρό τριφύλλι ισοδυναµεί µε 8 κιλά χλωροµάζας. Επίσης, απο ένα κιλό καρπού κριθής παράγονται 7-8 κιλά χλωροµάζας, που µε βάση τα αναφερθέντα στοιχεία χηµικής ανάλυσης δεν προκύπτει καµία αύξηση θρεπτικών συστατικών απο τη συγκεκριµένη διαδικασία.

Στην προσπάθειά του λοιπόν ο κτηνοτρόφος να παράξει στη µονάδα του µια χονδροειδή ζωοτροφή για τα ζώα του, επειδή δεν διαθέτει καλλιεργήσιµη έκταση (όπως για παράδειγµα συµβαίνει στα νησιά µας), πρέπει να επενδύσει ένα σηµαντικό κεφάλαιο (15.000 - 35.000 ευρώ) για την αγορά του θαλάµου, να διαθέτει εγκατάσταση ηλεκτρικού ρεύµατος και νερού και να επιβαρυνθεί µε εργατικά (σπορά κ.λ.π.) και κόστος ρεύµατος και νερού.

 

Ασύµφορη η µετατροπή χλωροµάζας µε υδροπονία

Απο τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει αβίαστα ότι η µετατροπή των δηµητριακών καρπών σε χλωροµάζα µε τη συγκεκριµένη µέθοδο υδροπονίας είναι ασύµφορη. Ο κτηνοτρόφος ακούει ένα πολύ χαµηλό κόστος παραγωγής της χλωροµάζας (περί τα 4 λεπτά το κιλό), αλλά δεν υποψιάζεται τί ακριβώς παίρνει το ζώο απο µια τέτοια τροφή. Μια απλή σύγκριση ενός κιλού ξηρού τριφυλλιού µε 8-9 κιλά χλωροµάζας, που έχουν την ίδια περίπου χηµική σύσταση, οδηγεί στην απλούστερη και οικονοµικότερη επιλογή. Με 4 λεπτά το κιλό χλωροµάζας, η αντίστοιχη τιµή για το τριφύλλι είναι 32-36 λεπτά το κιλό, χωρίς επένδυση, χωρίς κόστος ηλεκτρικού ρεύµατος, χωρίς εργατικά κ.λ.π. Αφού ο παραγωγός µπορεί να αγοράσει τριφύλλι σε πολύ χαµηλότερη τιµή, γιατί να µπει σε µια τέτοια διαδικασία παραγωγής χλωροµάζας όταν µάλιστα η χλωροµάζα αυτή απο µόνη της, ως χονδροειδής ζωοτροφή, δεν καλύπτει τις ανάγκες των γαλακτοπαραγωγικών ζώων σε κυτταρικά τοιχώµατα (NDF, ADF) απο τα οποία εξαρτάται η λιποπεριεκτικότητα του γάλακτος. Πέραν αυτού, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι συνθήκες παραγωγής της χλωροµάζας ευνοούν την παραγωγή µυκοτοξινών.

 

Του Γιώργου Ζέρβα, καθηγητή Φυσιολογίας Θρέψεως και Διατροφής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών

Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία