
Η ασθένεια προκαλείται από δύο µύκητες, τον Erysiphe cichoracacearum και τον Sphaerotheca fuliginea, ενώ είναι ευρέως διαδεδοµένη τόσο στους αγρούς όσο και στα θερµοκήπια.
Τα συµπτώµατα προσβολής από τους δύο µύκητες είναι πανοµοιότυπα και χαρακτηρίζονται από αρχικά µικρές, κίτρινες κηλίδες µε λευκή εξάνθηση σε φύλλα, στέλεχος, µίσχους, καρπούς και έλικες. Σε εξέλιξη της ασθένειας η εξάνθιση γίνεται γκρι-λευκή και µοιάζει µε «µούχλα» στο πάνω µέρος της φυλλικής επιφάνειας, στους µίσχους και ακόµα και στους βλαστούς των µολυσµένων φυτών.
Αποτέλεσµα της προσβολής είναι συνήθως η χρωµατική µεταµόρφωση της πράσινης επιφάνειας σε καστανή και η σταδιακή νέκρωσή της. Οι γεωπόνοι από το Βόλο σηµειώνουν πως η άριστη θερµοκρασία ανάπτυξης είναι οι 25 µε 26οC. Για την αντιµετώπιση της ασθένειας, συστήνεται ψεκασµός µόνο µετά τη διαπίστωση της προσβολής από το παθογόνο µύκητα, κάνοντας χρήση επιτρεπόµενων και εγκεκριµένων σκευασµάτων.
Αποφύλλωση λόγω αλτερνάριας
Εν τω µεταξύ, την εµφάνιση της έκανε η αλτερνάρια στις καλλιέργειες µε καρπουζιές που υπάγονται της ευθύνης του Περιφερειακού Κέντρου Προστασίας Φυτών Βόλου. Ο µύκητας Alternaria cucumerina µολύνει κυρίως τα φύλλα και µπορεί να οδηγήσει σε αποφύλλωση, η οποία µε τη σειρά της οδηγεί σε µείωση της φωτοσυνθετικής ικανότητας και την πρόωρη ωρίµανση των καρπών. Επισηµαίνεται πως ο µύκητας µπορεί να επιβιώσει και σαπροφυτικά πολλές φορές για περισσότερο από ένα έτος.