Παίρνοντας µάλιστα αφορµή από µια σειρά κινήσεις που εκτυλίσσονται το τελευταίο διάστηµα, θα µπορούσε να πει κανείς ότι η αδράνεια της πολιτείας σε συνδυασµό µε την έλλειψη αυτοσυγκράτησης από παράγοντες που έχουν το πάνω χέρι στην αγορά, µεταφέρει συνεχώς βάρη στους πιο πολλούς, τους πιο αδύναµους και συνήθως τους λιγότερο οργανωµένους. Εν προκειµένω, τη νύφη πληρώνουν αγρότες και καταναλωτές.
Οι αγρότες πληρώνουν µε τις χαµηλές τιµές διάθεσης των προϊόντων τους, ενώ οι καταναλωτές καταβάλουν αντίστοιχο τίµηµα µε την παραπλάνηση την οποία υφίστανται σ’ αυτό το οποίο επιλέγουν να προµηθευτούν.
Η νοθεία στη φέτα για παράδειγµα, κρατάει χαµηλά την τιµή παραγωγού στο γάλα, ενώ την ίδια στιγµή, παραπλανά τους καταναλωτές, προσφέροντάς τους υποκατάστατα φέτας. Αυτοί που κερδίζουν είναι λίγοι, τα κέρδη τους όµως φαίνεται να είναι αρκετά για να διατηρούν το σύστηµα ανεξέλεγκτο.
Στο βαµβάκι τις τελευταίες ηµέρες, οι εκκοκκιστές εκµεταλλεύονται µε το παραπάνω την υποβάθµιση της ποιότητας µετά τις τελευταίες βροχοπτώσεις, ενώ αντίθετα δεν συζητούσαν κάποια πριµοδότηση όσο ο καιρός ήταν καλός και η ποιότητα εξαιρετική. Ακόµα και οι επιχειρήσεις σποροπαραγωγής πιέζουν αιφνιδίως για πλαφόν ανά στρέµµα στις παραδόσεις σύσπορου βάµβακος.
Στα ενεργειακά φυτά, επίσης ξαφνικά, δύο διυλιστήρια, απειλούν να ανατρέψουν µε το έτσι θέλω την ενδιαφέρουσα ισορροπία των τελευταίων χρόνων µεταξύ καλλιεργητών και εταιρειών παραγωγής βιοντίζελ. Κι ας κλείσουν αξιόλογες επιχειρήσεις, κι ας βγουν από τον χάρτη περί το ένα εκατοµµύριο στρέµµατα, κι ας κοστίσει ακριβά στη χώρα η εισαγωγή έτοιµου βιοντίζελ.
*Εκδότης-Διευθυντής εφημερίδα Agrenda