BACK TO
TOP
Συνεντεύξεις

Η βαθύτερη γνώση του αγρότη για τα προϊόντα θρέψης εγγυάται κέρδη

Τη διαφορά στο λίπασµα την κάνει η γνώση του αγρότη.

35_5

88
2

Συνέντευξη  

Του Γιάννη Βεβελάκη, Προέδρου του ΣΠΕΛ, Αντιπρόεδρου και Διευθύνοντα Συμβούλου της Εurochem Agro Hellas SA

Στον Γιάννη Πανάγο

 

Ενας επαγγελµατίας αγρότης δεν µπορεί να βγει κερδισµένος, αν δεν ξέρει καλά το αντικείµενό της θρέψης και στηρίζεται 100% στον προµηθευτή του. Πρόκειται για µια εικόνα που σύµφωνα µε τον πρόεδρο του Συνδέσµου Παραγωγών & Εµπόρων Λιπασµάτων (ΣΠΕΛ), Γιάννη Βεβελάκη, καθρεφτίζεται στην ελληνική αγροτική πραγµατικότητα και στερεί από τον Ελληνα παραγωγό αγροτικών προϊόντων το εισόδηµα που αναλογεί στον κόπο του. Σύµφωνα µε τον κ. Βεβελάκη η τεχνογνωσία γύρω από τα λιπάσµατα παίρνει χαρακτήρα επείγοντος, αν σκεφθεί κανείς τις νέες τεχνολογίες λίπανσης και θρέψης, που εισέρχονται όλο και πιο δυναµικά στη γεωργία, µε τα αντίστοιχα προϊόντα να υπολογίζεται ότι καταλαµβάνουν ήδη πάνω από το 25% της εγχώριας κατανάλωσης προϊόντων θρέψης.

 

Το 2020 ήταν τελικά µια χρονιά που η κατανάλωση λιπασµάτων στη χώρα βελτιώθηκε. Αν θέλουµε να µιλήσουµε για συνολικούς όγκους, µε το δεδοµένο ότι ήµασταν στους 700.000 τόνους.

Ήταν µία καλή χρονιά, είχαµε 5-6% αύξηση.  Βέβαια, κατά την άποψή µου, καλή χρονιά δεν είναι µόνο επειδή αυξήθηκε η κατανάλωση, αλλά γιατί οι τιµές των αγροτικών προϊόντων στην πλειοψηφία τους ήταν σαφώς καλύτερες από την προηγούµενη. Αυτό ώθησε, ως διάθεση και οικονοµική ευχέρεια, τους παραγωγούς στη µεγαλύτερη κατανάλωση λιπασµάτων.

 

Τι εννοείτε όταν λέτε, µε βάση τη µελέτη που κάνατε τελευταία, ότι το κόστος των λιπασµάτων στην παραγωγή είναι 7,9%;

 Ένα κοµµάτι της µελέτης αυτής, που την έκανε ο ΙΟΒΕ, υπολογίζει όλα τα συστατικά του κόστους στη γεωργική παραγωγή, την ενέργεια, το ενοίκιο, το πετρέλαιο, τα εφόδια κ.λπ.  Ο λόγος που το κάνει αυτό είναι γιατί πρέπει να ξέρουµε τα συστατικά του κόστους µας. Γιατί φαίνεται µέχρι στιγµής ότι δεν τα ξέραµε -όχι εµείς βέβαια, αλλά αυτοί που ασχολούνται µε αυτό το αντικείµενο. Και ακούγαµε κάτι τέρατα, ότι τα λιπάσµατα έχουν το 25%, το 30% του κόστους. Φάνηκε ότι σε µέσο όρο είναι γύρω στο 7,5-8% στο σύνολο του κόστους παραγωγής ενός προϊόντος. Αµα βάλουµε τα φάρµακα, τα λιπάσµατα και τα σπόρια, φθάνει στο 20%.

 

Αυτό από εσάς ερµηνεύεται ότι µπορούν άλλα κόστη να περιοριστούν έτι περαιτέρω, ενώ στη δική σας περίπτωση µπορεί να διευκολυνθεί η περαιτέρω χρήση εισροών, να το πω έτσι;

∆εν θέλω να φθάσω σε αυτό το επίπεδο. Να σας πω και κάτι; Η ουσία της δηµοσιοποίησης της µελέτης ήταν για να δείξουµε την αλήθεια και να βοηθήσουµε τον αγροτικό κόσµο να µη φοβάται να χρησιµοποιήσει τις εισροές, να του δείξουµε ότι οι εισροές θα του αυξήσουν το εισόδηµα. Αυτή ήταν η ουσία της µελέτης. Τώρα, εάν υπάρχει λόγος ή τρόπος να µειωθούν άλλα κόστη, ώστε να αυξηθούν περισσότερο οι δικές µας, αυτό είναι θέµα του καθενός χρήστη, αλλά πρέπει να ξέρει, να γνωρίζει πού βρίσκεται το κόστος του και ποιο κοµµάτι του θα του δώσει µεγαλύτερο κέρδος.

 

Πάντως η µελέτη δείχνει ότι η αύξηση της δαπάνης για λιπάσµατα αυξάνει σηµαντικά το αγροτικό εισόδηµα.

Αυτό είναι ένα άλλο κοµµάτι πολύ σοβαρό που πρέπει να ξέρει ο παραγωγός.  Όσο πιο πολύ λίπασµα χρησιµοποιείς -υπάρχει µία καµπύλη που φαίνεται ότι έχει µία πολύ µεγάλη συσχέτιση- αυξάνεται το γεωργικό εισόδηµα. ∆εν σου κρύβω ότι όσοι έχουµε ασχοληθεί µε το χώρο τα ξέρουµε αυτά και εµπειρικά και σε επίπεδο επιστηµονικό, αλλά πρέπει να τα µάθει και ο χρήστης, που πλέον είναι επιχειρηµατίας.

 

Τι φταίει, εποµένως, που οι Έλληνες αγρότες κινούνται τόσο επιφυλακτικά στα θέµατα που αφορούν τη θρέψη;

 Έλλειψη γνώσης είναι το πρώτο. Το δεύτερο είναι ότι το λίπασµα έχει το εξής χαρακτηριστικό, σε αντίθεση µε άλλες εισροές ή άλλα στοιχεία κόστους. Χωρίς πετρέλαιο δεν κινείται το τρακτέρ, δεν µπορεί να κάνει τη δουλειά του. Όταν βλέπει ο παραγωγός το έντοµο, το ψεκάζει και βλέπει ότι η δουλειά έγινε αµέσως. Με τη θρέψη αυτό δεν φαίνεται άµεσα, δεν βλέπει τη στιγµή που θα εφαρµόσει το λίπασµα την επίδραση που έχει, είτε θετική, είτε αρνητική.  Είναι ένας ψυχολογικός παράγοντας που τον προτρέπει την πρώτη εισροή που θα κόψει, όταν οικονοµικά δεν στέκεται καλά, να είναι το λίπασµα. Αυτή είναι η διαφορά. Εάν ήταν ιδανικές οι συνθήκες, ποιο θα ήταν θεωρητικά το περιθώριο όπου θα µπορούσε να φθάσει η αύξηση της κατανάλωσης λιπασµάτων; 

Με µία µέτρηση που έχουµε κάνει κατά καιρούς, θεωρητική, µε µέσους όρους ανά καλλιέργεια κ.λπ., θεωρώ ότι το optimum θα ήταν γύρω στους 1.200.000 τόνους, µε βάση τη σηµερινή κατανοµή καλλιεργειών και εκτάσεων. Παρόλα αυτά, θεωρώ ότι το 1.000.000 αντικατοπτρίζει τη δυναµική της ελληνικής γεωργίας µακροχρόνια. Αυτό, για να καταλάβει και ο κόσµος, εξαρτάται πάρα πολύ και από τα είδη των λιπασµάτων. Εάν, ας πούµε, χρησιµοποιείς κατά κόρον ουρία, που έχει 46% άζωτο, σε σχέση µε µία νιτρική αµµωνία, που έχει 33%, σηµαίνει ότι ρίχνεις περισσότερες µονάδες. Άρα, εάν µειώσεις το τονάζ, θα είσαι στα ίδια επίπεδα. Με αυτήν τη λογική, λοιπόν, κάποτε ήταν 1.400.000, αλλά δεν υπήρχε ουρία. Τώρα υπάρχει ουρία, οπότε το 1.200.000 φαίνεται πιο νορµάλ νούµερο ή το 1.000.000.

 

Υπάρχει µία θεωρία, που νοµίζω ότι και αυτή στηρίζεται στη µελέτη, που λέει ότι εάν είναι καλοταϊσµένο το φυτό, τότε κάνει καλό και στην υγεία του ανθρώπου;

Με τη λογική ότι τα λιπάσµατα παρέχουν θρεπτικά στοιχεία στο φυτό και µε βάση τη φυσιολογία που ξέρουµε, τα θρεπτικά στοιχεία το φυτό τα µετατρέπει σε οργανικές ουσίες, σε βιταµίνες κ.λπ. Βεβαίως, όσο πιο καλοταϊσµένο είναι το φυτό, τόσο πιο θρεπτικό και τόσο πιο νόστιµο εάν θέλεις -γιατί οι έννοιες του θρεπτικού και του νόστιµου είναι πολύ κοντά- είναι το παραγόµενο προϊόν. Αυτές είναι βασικές αρχές φυσιολογίας και θρέψης.

 

Γιατί κάποια στιγµή είχαµε διαφορετική άποψη για το πολύ λίπασµα.

Κι εµείς άµα φάµε πάρα πολύ και γίνουµε παχύσαρκοι, θα έχουµε αρνητικές επιδράσεις στην υγεία µας. Ένα φυτό, άµα το ταΐσουµε πολύ µε άζωτο, µία ντοµάτα ας πούµε, και την κάνουµε υδαρή, µπορεί να µην είναι τόσο νόστιµη. Εποµένως µιλάµε για τη σωστή λίπανση, για ένα φυτό εφοδιασµένο µε τα θρεπτικά που χρειάζεται.

 

Τελευταία δηµιουργήσατε ως ΣΠΕΛ κάποιες Επιτροπές που παρακολουθούν τις επιµέρους εξελίξεις στον κλάδο.  Θέλετε να µας πείτε δύο λόγια γι’ αυτό;

Οι Επιτροπές ήταν µία ανάγκη, την είχαµε δει και λίγο πιο νωρίς. Εφαλτήριο ήταν ο νέος Κανονισµός της ΕΕ για τα λιπάσµατα, που πλέον δεν περιλαµβάνει µόνο τα ανόργανα αλλά όλα τα προϊόντα θρέψης. Οπότε κρίναµε ότι ένα ∆ιοικητικό Συµβούλιο δεν µπορεί να τα βλέπει όλα µόνο του, χρειάζεται βοήθεια από ανθρώπους εξειδικευµένους σε αυτούς τους διαφορετικούς τύπους θρέψης, οι οποίοι θα µεταφέρουν πολύ πιο γρήγορα στο ∆Σ και πολύ πιο εµπεριστατωµένα τις εξελίξεις και το τι πρέπει να γίνει. Οπότε βρήκαµε ανθρώπους που έχουν αυτή την εµπειρία, οι οποίοι θα πλαισιώσουν και άλλα µέλη. Είναι ένας τρόπος να αυξήσουµε και τη συµµετοχικότητα στο Σύνδεσµο, να µπουν περισσότερα µέλη µε εµπειρία και να βοηθήσουν στο να πάµε µπροστά. 

 

Πόσες Επιτροπές δηµιουργήσατε;

Κάνουµε τρεις Επιτροπές.  Η µία, µε 15 µέλη, ασχολείται µε τους βιοδιεγέρτες που είναι και κάτι καινούργιο, έχει επικεφαλής τον Νίκο Κυριακίδη από τη Yara. Η Yara έχει µπει πολύ τελευταία στους βιοδιεγέρτες, αλλά έχει ανθρώπους που ασχολούνται, οπότε και ο Νίκος θα έχει καλύτερη πληροφόρηση. Υπάρχουν και πολλές ελληνικές εταιρείες που ασχολούνται µε τους βιοδιεγέρτες εδώ και πολλά χρόνια, όπως η Γεωλίχ του Παναγιώτη Παντελή για παράδειγµα, που είναι και αυτός στο Σύνδεσµο. Μία άλλη Επιτροπή έχει να κάνει µε τους inhibitors. Επικεφαλής είναι ο ∆ηµήτρης Ρουσσέας από την Άλφα.  Οι inhibitors, οι παρεµποδιστές, είναι πάρα πολλά χρόνια, επάνω από 20, στην ελληνική αγορά, πλέον έχουν καταλάβει ένα πολύ µεγάλο µερίδιο, αλλά θα αντιµετωπιστούν µε ένα διαφορετικό τρόπο από το νέο Κανονισµό. Μία τρίτη Επιτροπή, που έχει ένα πολύ µεγαλύτερο φάσµα, έχει τα ανόργανα, τα οργανικά, τα οργανοανόργανα και τα προϊόντα blend, όπου επικεφαλής είναι ο Νίκος Κουτσούγερας, κι αυτός ένας συνάδελφος µε τεράστια εµπειρία, 30 χρόνια στο χώρο όλων αυτών των προϊόντων και µε τεχνική εµπειρία. Για το Σύνδεσµο, θεωρώ ότι είναι ένα σηµείο σταθµός, γιατί κάνουµε κάτι διαφορετικό. Λέµε πλέον στα µέλη µας «παιδιά, πάρτε το µπαλάκι και δώστε µας εσείς πλέον, µόνοι σας, αυτά που χρειάζεται το ∆Σ».  ∆εν έχει ξαναγίνει αυτό και νοµίζω ότι θα πάει πολύ καλά.

 

Αφορµή ήταν ο Κανονισµός ο οποίος, εάν δεν κάνω λάθος, τίθεται σε εφαρµογή από τις 16 Ιουλίου 2022.

Είναι κάτι το εντελώς καινούργιο. Μέχρι στιγµής στον υπάρχοντα περιλαµβάνονταν µόνο τα χηµικά λιπάσµατα, ενώ τώρα περιλαµβάνονται όλα τα προϊόντα που µπορούν να θεωρηθούν προϊόντα θρέψης, κάτω από ορισµένες προδιαγραφές βέβαια.  Το χαρακτηριστικό του είναι ότι τα προϊόντα που θα υπάγονται θα παίρνουν τη σήµανση CE, που παίρνουν όλα τα προϊόντα που θεωρούνται ασφαλή και έχουν περάσει από µία διαδικασία αξιολόγησης. Σε δύσκολα τεχνικά προϊόντα είναι αντίστοιχα χρονοβόρα και κοστοβόρα η διαδικασία να κάνεις ένα προϊόν CE, αλλά βέβαια δίνει και µία πιστότητα οπότε δίνει και µία προστιθέµενη αξία. Ας σηµειώσουµε όµως ότι ο Κανονισµός ανοίγει και ένα παραθυράκι και σου λέει, αν είσαι µία µικρή τοπική βιοµηχανία-βιοτεχνία που δεν µπορείς, δεν έχεις τα χρήµατα να τα κάνεις τα προϊόντα σου CE, µπορείς να συνεχίσεις να τα κυκλοφορείς στη χώρα σου βάσει εθνικών κανονισµών.  Άρα, πρέπει παράλληλα να γίνει και ένας Εθνικός Κανονισµός, να αντικαταστήσει τον υπάρχοντα -υπάρχει αυτήν τη στιγµή ένας Κανονισµός για τα λιπάσµατα νέου τύπου, όπως λέγεται, αλλά πρέπει να προσαρµοστεί. Είναι αυτό που ζητάµε εντόνως από το υπουργείο τον τελευταίο ένα χρόνο. Τους έχουµε δώσει ένα σχέδιο -αυτό θέλω να το τονίσουµε- πώς πρέπει να γίνει αυτός ο Κανονισµός, µε τρεις-τέσσερις βασικές αρχές. Φάνηκε από την προηγούµενη ηγεσία ότι υπήρχε η θέληση να το περάσουν, µε κάποιες ίσως τροποποιήσεις από µεριά τους, αλλά τώρα µε την αλλαγή έχουµε πάλι καθυστέρηση. Θέλω να πιστεύω ότι θα το τρέξουν.

 

Αυτό είναι το σηµαντικότερο θέµα που έχετε σε εκκρεµότητα αυτόν τον καιρό;

Είναι το πιο επείγον. Παράλληλα έχουµε θέµατα που έχουν να κάνουν µε κάποιες, ας το πούµε, ανωµαλίες σε σχέση µε το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και την ευρωπαϊκή νοµοθεσία των λιπασµάτων και έχουµε και κάποια άλλα που έχουν να κάνουν µε τη γραφειοκρατία που εµποδίζει τις µικρές επιχειρήσεις να προχωρήσουν παραπέρα.  Ένα πολύ σηµαντικό κοµµάτι λέγεται «ηλεκτρονική πλατφόρµα», οι απόψεις για τη δηµιουργία της οποίας διίστανται. Η ∆ιοικητική Υπηρεσία λέει ότι τη δηµιούργησε για έλεγχο, η ηγεσία του υπουργείου µάς έλεγε ότι δηµιουργήθηκε για να µετρά τις καταναλώσεις των λιπασµάτων. Εµείς και στα δύο θέµατα είχαµε αντιρρήσεις.  Ο έλεγχος δεν πρέπει να γίνεται ηλεκτρονικά, ο έλεγχος πρέπει να γίνεται στην αγορά, στα µαγαζιά των γεωργικών εφοδίων, στις επιχειρήσεις που παράγουν, πρέπει να βγαίνουν τα συνεργεία και να κάνουν ελέγχους. Αυτή είναι η άποψή µας και έτσι προβλέπει και ο υπάρχων Κανονισµός της ΕΕ.  Αυτό είναι το ένα. Το δεύτερο είναι ότι εάν θέλει το υπουργείο να έχει τις καταναλώσεις, πολύ απλά ας πάρει τις δικές µας τις µετρήσεις και εάν δεν τις εµπιστεύεται, τους έχουµε προτείνει ακόµα και να συµµετέχουν στην Επιτροπή που κάνει την καταµέτρηση. ∆ηλαδή τα έχουµε λύσει και τα δύο θέµατα, παρά να έχουµε µία πλατφόρµα η οποία είναι τόσο γραφειοκρατική που πρέπει κάθε επιχείρηση να καταχωρεί κάθε ηµέρα ό,τι παραγωγές κάνει όποιου προϊόντος, έστω και µία παλέτα κ.λπ.. Κάτι που δεν είναι διαχειρίσιµο και από τους ίδιους, που, ως γνωστόν, έχουν λίγο προσωπικό και δεν µπορούν να καθίσουν να ασχοληθούν µε αυτά τα πράγµατα. Οπότε αυτό είναι ένα µόνο παράδειγµα της γραφειοκρατίας που θέλουµε να εξαλείψουµε.

 

Γιατί το θέσπισαν αυτό;  Για λόγους φορολογικούς ή για λόγους ελέγχου… 

Ελεγκτικούς. Το υπουργείο έχει έναν υπερβάλλοντα ζήλο στο ελεγκτικό κοµµάτι, το οποίο είναι εργασία πεδίου. ∆ηλαδή όταν ελέγχεις το φούρναρη εάν το ψωµί του είναι καθαρό ή δεν έχει άλλες προσµείξεις, πηγαίνει εκεί το συνεργείο της αρµόδιας υπηρεσίας και παίρνει δείγµα. ∆εν τον έχει να γράφει σε ένα computer πόσα έβαλε.

 

Πώς έχει επηρεάσει την αγορά του κλάδου ο Covid-19 και δεν εννοώ µόνο εάν είχαµε µία σχετική αύξηση της κατανάλωσης που µπορεί και να µην έχει άµεση σχέση µε την επιδηµία, αλλά και πώς λειτουργήσατε στη συνεργασία σας µε τον παραγωγό;

Πιστεύω ότι τις επιπτώσεις του Covid-19 στη γεωργία ακόµα δεν τις έχουµε δει άµεσα.  Αυτό γίνεται γιατί υπάρχουν κλάδοι που ασχολούνται µε τη γεωργική παραγωγή που βρίσκονται σε κρίση, όπως η εστίαση. Βέβαια σε γενικές γραµµές δεν φαίνεται να έχει επηρεαστεί ιδιαίτερα ούτε η γεωργική παραγωγή, ούτε το κοµµάτι των τιµών. Το ανάποδο θα έλεγα, επειδή αυτή η κρίση δηµιούργησε την ανάγκη για πληθωριστικό χρήµα στις αγορές, αυτό αύξησε τις τιµές των αγροτικών εµπορευµάτων. ∆εν έχουµε κάποια άλλη επίδραση, γιατί ανταποκρίθηκε πολύ καλά και ο αγροτικός κόσµος. Στις διαδικασίες υπήρχαν δυσκολίες. Να βρεις εργάτες για να µαζέψεις ελιές ήταν δύσκολο και οι φράουλες κάποια στιγµή δεν έφευγαν εξαγωγή γιατί η Ρωσία είχε κλείσει τα σύνορα, αλλά ήταν µεµονωµένες περιπτώσεις. 

 

Εποµένως λέµε ότι είχαµε υπερβάλλουσα ρευστότητα λόγω της πολιτικής που ακολούθησαν οι κεντρικές τράπεζες και επηρεασµό των εµπορευµάτων στη χρηµατιστηριακή τους εκδοχή. Αυτό σε ποιο σηµείο είναι τώρα; Στην αρχή, στο µέσον ή προς το τέλος; 

Αυτό δεν το ξέρει κανένας και όποιος κάνει καλή µαντεψιά θα γίνει πλούσιος. Αυτό που βλέπουµε είναι ότι οι τιµές των κύριων αγροτικών εµπορευµάτων παραµένουν υψηλά. ∆εν έχει αυξηθεί η τιµή της ντοµάτας.  Έχουν αυξηθεί οι τιµές της σόγιας, του σιταριού, του καλαµποκιού, και συνεχίζουν και αυξάνονται.  Άρα οι µεγάλες αγορές που κάνουν αυτές τις καλλιέργειες όπως η Βραζιλία, η Νότια Αµερική ή η Ασία, απολαµβάνουν καλύτερες τιµές, άρα µπορούν και αυξάνουν τα στρέµµατά τους ή ακόµα και τις εισροές τους. Και αυξανόµενης της ζήτησης, αυξάνονται και οι τιµές του λιπάσµατος. Σε αυτήν τη φάση έχουν αυξηθεί αρκετά η τιµή της ουρίας και του φώσφορου.

 

Αν θέλουµε να µιλήσουµε µε ποσοστά;

Για να µην µπερδέψουµε τον κόσµο, η τιµή του φωσφόρου ή της ουρίας πέρασε και από αυτά τα επίπεδα και στο παρελθόν και δεν µιλώ για το 2008 που ήταν µια χρονιά- υπερβολή, αλλά για τις κανονικές χρονιές.  Η τιµή του φωσφόρου είχε πέσει στα 300 δολάρια FOB και αυτή τη στιγµή είναι στα 500 δολάρια. Αυξήθηκε δηλαδή 200 δολάρια, αλλά στην ουσία έφτασε τις τιµές που ήταν πριν από επτά-οκτώ χρόνια. Το ιδιαίτερο στοιχείο της ιστορίας είναι ότι αυξήθηκε σε πολύ µικρό χρονικό διάστηµα, παράλληλα µε την αύξηση των τιµών των αγροτικών προϊόντων. 

 

Σε επίπεδο εταιρειών του κλάδου και εννοώ σε διεθνές επίπεδο, βγαίνουν σε αυτήν τη φάση κερδισµένες οι εταιρείες που ελέγχουν τις πρώτες ύλες;

Βέβαια. Αυτός που έχει τις πρώτες ύλες είναι ο αρχηγός και καθορίζει και την εµπορική πολιτική. Η αγορά χτυπά µε τη µεριά του πωλητή αυτήν τη στιγµή, γιατί τα προηγούµενα τέσσερα-πέντε χρόνια ήταν µε τη µεριά του αγοραστή.

 

Πώς µεταφράζεται αυτό για τους εγχώριους παίκτες του κλάδου;

Εκτός από τον έναν παραγωγό που έχουµε, την πρώην ΒΦΛ, που όµως δεν έχει στα χέρια του πρώτες ύλες και είναι ουσιαστικά ένας µεταπράτης, θα λέγαµε ότι όλοι οι παίκτες του κλάδου στην Ελλάδα είναι διανοµείς, αγοράζουν, βάζουν το κέρδος τους και πωλούν. Είναι µία πολύ επικίνδυνη περίοδος, γιατί οι τιµές είναι απρόβλεπτες. Φανταστείτε ότι οι άνθρωποι που δουλεύουν στην Ελλάδα, ακόµα και µία µικρή εταιρεία, θα δαπανήσει 1.500.000 δολάρια για να αγοράσει ένα φορτίο, το οποίο από τη στιγµή που θα ξεκινήσει µέχρι που θα φθάσει στην Ελλάδα µπορεί να έχουν περάσει και 20 ηµέρες και µέσα σε αυτές η τιµή να έχει αλλάξει 100 ή 200 δολάρια. Μπορεί να βρεθεί κερδισµένος, µπορεί να βρεθεί όµως και πολύ χαµένος. Αυτό το είδαµε το 2009. Εταιρείες που είχαν βγάλει υπερκέρδη το 2008, το 2009 έβγαζαν τόσο µεγάλες ζηµιές που όχι µόνο µηδένισαν τα κέρδη αλλά µπήκαν και µέσα.

 

Πείτε µου, οι νέες τεχνολογίες και η γεωργία ακριβείας, η ευφυής γεωργία όπως τη λένε, πώς βλέπετε να επηρεάζει από εδώ και εµπρός τον κλάδο;

Σαν γενικότητα θα λέγαµε ότι θα επηρεάσει πολύ καλύτερα τον κλάδο, γιατί θα αυξήσει το εισόδηµα του αγρότη και άρα θα είναι πολύ πιο ανεξάρτητος οικονοµικά και θα µπορεί να αγοράζει τα εφόδιά του. Το δεύτερο είναι ότι είµαστε πολύ επιφυλακτικοί στο πώς θα εφαρµοστεί.

 

Και η ενσωµάτωση αυτής της τεχνολογίας είναι ένα ζήτηµα. 

Θα πρέπει αυτό να γίνει µε έναν τρόπο λίγο πιο συστηµατικό, ελεγκτικό, για να µη ζηµιωθεί ούτε ο αγρότης και τελικά ούτε η γεωργία. Οι νέες τεχνολογίες όµως είναι µία πραγµατικότητα. Τις χρειάζεται, όπως φαίνεται, κάθε κράτος που θεωρεί τον εαυτό του αναπτυγµένο και θέλει να προστατέψει το περιβάλλον και τους κατοίκους του. Παρόλα αυτά το λίπασµα παραµένει ένα commodity. Αυτό είναι η φύση του, η υφή του, είναι ένα προϊόν που άγεται και φέρεται µε τη ζήτηση και την προσφορά σε µεγάλο βαθµό, ένα προϊόν όγκου. Αυτό δεν θα αλλάξει εύκολα στον παγκόσµιο χάρτη, στο κοµµάτι των αναπτυγµένων χωρών οι νέες τεχνολογίες θα πάρουν σηµαντικό µερίδιο τα επόµενα χρόνια.

 

Πότε βλέπετε η Ελλάδα να γίνεται κανονική αγροτική χώρα; 

Τι της λείπει; Η Ελλάδα είναι µία µικρή χώρα και όσο πιο πολύ το συνειδητοποιούµε τόσο περισσότερο θα διακρίνουµε και το στόχο που έχουµε για την αγροτική παραγωγή. Εάν θεωρούµε ότι είµαστε το κέντρο της γης θα χάσουµε τα πάντα. Είµαστε µικρή χώρα αλλά έχουµε κάποια συγκριτικά πλεονεκτήµατα, έχουµε έναν φοβερό καιρό, έχουµε προϊόντα που δεν µπορεί να τα παράγει κάποια άλλη χώρα µε τον τρόπο που τα παράγουµε εµείς. 

 

Μπορούµε να κάνουµε brand, προϊόντα ταυτότητας, µε αυτά τα µεγέθη;

Φυσικά µπορούµε. Υπάρχουν προϊόντα που σε ξένες αγορές είναι µπρανταρισµένα, αλλά υπάρχουν στα ειδικά super market, στα προστιθέµενης αξίας super market.  Εκεί πρέπει να στοχεύσουµε. 

 

∆ίνει ελπίδες γι’ αυτό η νέα ΚΑΠ.

Τη νέα ΚΑΠ θα περιµένουµε να τη δούµε, να δούµε πού θα στοχεύσουµε κι εµείς.  Θα στοχεύσουµε στην πράσινη γεωργία;  Στην οργανική;  Εγώ το είχα πει στον πρώην υπουργό όταν βρεθήκαµε, ότι ο στόχος είναι στα χέρια σας, πρέπει όµως να τον ξέρουµε όλοι για να προσαρµοστούµε. ∆εν κάνω εγώ την πολιτική της Ελλάδας σαν ΣΠΕΛ ή σαν εταιρεία λιπασµάτων, την πολιτική την κάνει η εκάστοτε ηγεσία.

 

Πόσο µπορεί να καταλάβει τον αγρότη ένας manager που µεγάλωσε και ζει στην Αθήνα;

Αυτή η ερώτηση είναι καταπληκτική. Αυτό το ερώτηµα θα µπορούσα να το κάνω κάποια στιγµή στον εαυτό µου.  Ήµουν πολύ τυχερός, τα πρώτα πέντε χρόνια της δουλειάς µου ήµουν γεωπόνος πεδίου, δούλευα σε µαγαζί γεωργικών φαρµάκων, έβγαινα έξω στα χωράφια και έβλεπα τους αγρότες, πήγαινα στα καφενεία τα βράδια και µιλούσα µαζί τους και πραγµατικά παρόλο που είµαι ένα 100% αστικό δηµιούργηµα, µπόρεσα σε µία πενταετία να µπω στην ψυχολογία.  Σίγουρα δεν έγινα expert αλλά είµαι µέσα στο µυαλό του αγρότη και µπορώ να καταλάβω πολλά πράγµατα.

 

Σας έχει απασχολήσει το ενδεχόµενο  να δουλέψετε εκτός Ελλάδας; Είχατε κάποια πρόταση σχετική;

Ήµουν άτυχος που ξεκίνησα να ασχολούµαι µε πολυεθνικές εταιρείες αφού ήµουν εδραιωµένος στη χώρα. Θα µου άρεσε πάρα πολύ να δουλέψω εκτός Ελλάδας, βέβαια από ένα σηµείο και µετά όταν κάνεις οικογένεια, όταν κάνεις παιδιά, αυτές οι πιθανότητες µειώνονται και από τις προτάσεις που θα δεχθείς, αλλά θα µου άρεσε πάρα πολύ. Ζηλεύω συναδέλφους που δουλεύουν και δεν µιλώ για την Ευρώπη, γιατί η Ευρώπη λίγο-πολύ έχει περίπου τις ίδιες εικόνες, θα πάρεις τις ίδιες εµπειρίες, µιλώ για τη Νότια Αµερική που είναι µία καταπληκτική περιοχή και αγροτικά πολύ προηγµένη, µιλώ για την Ασία που εκεί θα δεις κάτι διαφορετικό. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι που έχουν δουλέψει εκεί έχουν πάει πολύ µπροστά.

 

Τι έχετε µάθει αυτά τα χρόνια δουλεύοντας µε τους Ρώσους και τον Όµιλο της Eurochem;

Εγώ σαν manager έχω µάθει να εφαρµόζω τη στρατηγική του εκάστοτε εργοδότη και το λέω και στους συναδέλφους αυτό. Εµείς είµαστε εκτελεστικά όργανα και προσπαθούµε να προσαρµόσουµε τη στρατηγική ενός ιδιοκτήτη, ας το πούµε έτσι, που µας δίνει το µισθό µας, στη χώρα µας. Ο επιτυχηµένος manager είναι αυτός που καταφέρνει και την πιο παράλογη στρατηγική να την προσαρµόσει µε τον τρόπο του στη χώρα που διοικεί. Νοµίζω ότι αυτό κάνει τον πετυχηµένο παίκτη, γιατί να πάρεις µία τροφή όπως είναι και να τη δώσεις να τη φάει ένας Έλληνας που δεν τη ξέρει, θα είναι πολύ δύσκολο και θα αποτύχεις, πρέπει να την αλλάξεις και µετά να τη δώσεις να προχωρήσει.

 

Ένα σύνολο δράσεων από τον ΣΠΕΛ για την επιµόρφωση των παραγωγών

«Το ιδανικό θα ήταν να έχουµε αυτούς τους χιλιάδες παραγωγούς µε γνώση του αντικειµένου τους. Υπάρχει κανένας επιχειρηµατίας επιτυχηµένος που δεν ξέρει το αντικείµενό του;  Άρα ένα από τα µειονεκτήµατα που εµφανίζει η ελληνική γεωργία είναι η µειωµένη µόρφωση του παραγωγικού της δυναµικού. Σε ό,τι αφορά τον ρόλο του ΣΠΕΛ, πραγµατοποιεί κάθε χρόνο ένα σύνολο δράσεων προς αυτή την κατεύθυνση. Συγκεκριµένα µέσα από άρθρα στον κλαδικό έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο δηµοσιεύει πρακτικές οδηγίες για τη θρέψη των καλλιεργειών και την ανάδειξη των αρχών της ορθολογικής λίπανσης. Επίσης συµµετέχει σε εκπαιδεύσεις αγροτών σε συνεργασία µε εταιρείες της αγροδιατροφικής αλυσίδας, παρουσιάζοντας πώς µπορεί η θρέψη των καλλιεργειών να συµβάλει στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας. Τέλος ο ίδιος ο ΣΠΕΛ διοργανώνει ηµερίδες και σεµινάρια. Παράλληλα έχουµε κάνει και προτάσεις στο υπουργείο γι’ αυτό το θέµα.  Πρέπει το κράτος, πέρα από τη γνώση που έχει για τα προβλήµατα, να τα βάλει λίγο και στην ατζέντα της διόρθωσης. ∆εν είναι µόνο να δώσεις λεφτά στον παραγωγό, πρέπει να του δώσεις και κάτι άλλο για να κάνει λεφτά. ∆ώσε του γνώση λοιπόν.»

«Πρόχειρη η πολιτική Farm to Fork και θα επαναπροσδιοριστεί»

«Αυτοί οι κανονισµοί έγιναν µε µία δόση υπερβολής και θα έλεγα ότι δεν µέτρησαν τις επιπτώσεις. Πρόσφατα δηµοσιεύτηκε µία έρευνα του USDA για το πώς θα επηρεάσει παγκόσµια µεγέθη εάν εφαρµοστεί στο 100% η πολιτική «Farm to Fork». Αυτό που έδειξε κυρίως για την ΕΕ είναι ότι θα υπάρχει µείωση της παραγωγής κατά 7%-8% και θα υπάρχει και αύξηση της τιµής των τροφίµων. ∆ηλαδή και µόνο αυτά να βάλεις, γιατί αυτά είναι προσφορά και ζήτηση, η µείωση του ΑΕΠ της ΕΕ θα είναι πολύ µεγάλη.  Ποιος το θέλει αυτό; »

Αν ο Γιάννης Βεβελάκης δεν πούλαγε λιπάσµατα...;

«Αυτή είναι µία ερώτηση που κάνω κι εγώ συχνά στον εαυτό µου. Υπάρχουν πολύ πιο ωραία πράγµατα από το να πουλάς λιπάσµατα, αυτό είναι βέβαιο. Παρόλα αυτά όταν είσαι σε µία αγορά, τώρα κοντεύω τα 30 χρόνια, ταυτίζεσαι, σου αρέσει αυτό που κάνεις. Εγώ νοµίζω ότι κάνω ένα πράγµα αρκετά δηµιουργικό γιατί βοηθώ έναν παραγωγικό στο να αναπτυχθεί, βοηθώ την οικονοµία της χώρας και γι’ αυτό ασχολήθηκα µε τα κοινά του λιπάσµατος. Είµαι στον ΣΠΕΛ από το 2000, δηλαδή συµπληρώνω και εκεί 20 χρόνια παρουσίας, είτε σαν µέλος είτε σαν πρόεδρος, είτε σαν αντιπρόεδρος, είτε σαν ηραµµατέας, δεν έχει σηµασία, θέλω να συµµετέχω γιατί νιώθω ότι κάνω κάτι που αξίζει τον κόπο». 

 

Σχόλια (2)
Προσθήκη σχολίου

13-03-2021 19:45Λαζαρος Κουρουκεχαγιας

Η θρεψη ειναι συνδεμενη με την αναλυση . Και η αναλύση δειχνει εφαρμογη πρωτων υλων και ποσοτητες και συγκεκριμενη εποχη. Ολα τα αλλα ειναι μαρκετινγκ.

Απάντηση

13-03-2021 07:51Αελ

Τα λιπάσματα που πουλάτε ,είναι διαφορετικά το ένα λίπασμα από το άλλο,να κάνετε μια επιτροπή που να εξηγεί στους αγρότες τη δύναμη έχει το ένα λίπασμα και τη το άλλο λίπασμα.ο γεωπόνος που πουλάει στους αγρότες (μερικές )φορές κερδοσκοπικά δίνει παραπάνω ποσότητα από αυτό που αναλογει στη θρεψη του κτήματος.δεν υπάρχει ενημέρωση από κρατικούς γεωπόνους ,διότι πρόληψη από το κράτος κοιματε,!!!!οι αγρότες βρίσκονται στα ιδιωτικά γεωπονικά γραφεία που κοιτάνε την τσέπης τους!!!! Για τον αγρότη καμιά κρατικη πρόληψη διότι απλά απουσιάζει,!!!!!!

Απάντηση
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία