
Οι εισαγωγές σόγιας της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν από τις ΗΠΑ έχουν εκτοξευθεί αυτό το φθινόπωρο, πριν τις επικείμενες κυρώσεις που αναμένεται να ανακοινώσει ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ. Περίπου 335.000 τόνοι έχουν περάσει από τους τερματικούς σταθμούς του ποταμού Μισσισσιππή από τη στιγμή που ξεκίνησε το έτος προώθησης της σοδειάς τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα με τα στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας – πάνω από το μηδέν, όπου βρισκόταν την ίδια χρονική περίοδο πέρυσι και παραπάνω από τις ποσότητες που διοχετεύονται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Οι αποστολές σε αυτό τον ασυνήθιστο προορισμό αντικατοπτρίζουν μια πολύπλευρη ιστορία. Η Κίνα, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας σόγιας, αύξησε σημαντικά τον Ιούλιο τους δασμούς στις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, σε απάντηση των αμερικανικών δασμών στα δικά της προϊόντα, με τις τιμές της σόγιας να έχουν υποχωρήσει κατά 20% στο Σικάγο.
Εισαγωγείς στους οποίους συμπεριλαμβάνονται το Μεξικό, η Ισπανία, η Αίγυπτος, η Ταϋλάνδη και το Ιράν εκμεταλλεύτηκαν τη χαμηλή τιμή της αμερικανικής σόγιας.
Το Ιράν έχει ξεκινήσει να δημιουργεί απόθεμα σε βασικές τροφές όπως το καλαμπόκι και η σόγια προκειμένου «να μην αντιμετωπίσει καμμία έλλειψη σε στρατηγικά εμπορεύματα», μετέφερε στους Financial Times o Mani Jamshidi, ένας ειδικός της βιομηχανίας τροφίμων στην Τεχεράνη.
Ο Akbar Sebghati, γραμματέας της ιρανικής ένωσης της βιομηχανίας εξαγωγής ελαιούχων σπόρων, έκανε γνωστό ότι η αμερικανική σόγια στοιχίζει τώρα στους εισαγωγείς 50 ευρώ λιγότερα ανά τόνο απ’ ό,τι η σόγια από τη Νότια Αμερική – που αποτελεί την άλλη πηγή του παγκόσμιου εφοδιασμού. «Αγοράζουμε το εμπόρευμα από έναν παραγωγό που είναι φθηνότερος. Δεν έχει σημασία το ότι αυτός ο παραγωγός είναι οι ΗΠΑ, θα μπορούσε να είναι κάποια άλλη χώρα. Δεν έχει να κάνει με την πολιτική» υποστήριξε ο ίδιος.
Στον πίνακα οι εξαγωγές αμερικανικής σόγιας στο Ιράν σε τόνους, Financial Times
Το Ιράν είναι ένας μικρός αλλά αναπτυσσόμενος παίκτης στις διεθνείς αγορές σιτηρών. Εκτιμάται ότι οι εισαγωγές του σε σόγια έφτασαν τους 2.6 εκατομμύρια τόνους. Η ιρανική βιομηχανία πουλερικών απαιτεί ζωοτροφή από καλαμπόκι, κριθάρι, στάρι και σόγια – μέρος της οποίας καλλιεργείται στο εξωτερικό.
Η Bunge, εγγεγραμμένη στη Νέα Υόρκη ως έμπορος ελαιούχων σπόρων με τερματικούς σταθμούς στον ποταμό Μισσισσιππή αρνήθηκε να γνωστοποιήσει στοιχεία για συγκεκριμένα συμβόλαια στους Financial Times αλλά επιβεβαίωσε ότι «εξάγει αγροτικά προϊόντα στο Ιράν σεβόμενη όλους τους σχετικούς με τις οικονομικές κυρώσεις νόμους που επιτρέπουν τις πωλήσεις τροφίμων για ανθρωπιστικούς λόγους.»
Οι πωλήσεις των αμερικανικών γεωργικών προϊόντων στο Ιράν επιτράπηκαν πριν την απόσυρση του προηγούμενου κύκλου διεθνών κυρώσεων προς τη χώρα, που αποφασίστηκε το 2015. Τα μέτρα που επέβαλε ο Πρόεδρος Τραμπ τον Αύγουστο αφορούσαν αυτοκίνητα, τον χρυσό και άλλα μέταλλα και τη δυνατότητα της χώρας να αγοράζει αμερικανικά ομόλογα, εξαιρέθηκαν όμως τα αγροτικά προϊόντα.
Οι αμερικανικές κυρώσεις στις εξαγωγές πετρελαίου από το Ιράν θα επανέλθουν από τις 4 Νοεμβρίου σε συνέχεια της αποδέσμευσης των ΗΠΑ από την πυρηνική συμφωνία που είχε συναφθεί με παγκόσμιες δυνάμεις.
Αγγίζοντας τα 12 δις δολάρια, η σόγια ήταν το αμερικανικό αγροτικό προϊόν με τον μεγαλύτερο όγκο εξαγωγών στην Κίνα προτού οι δασμοί αποσταθεροποιήσουν τις πωλήσεις. Η Κίνα σαν εναλλακτική λύση κατέφυγε στη διοχέτευση πρωτεϊνών στις φάρμες με χοίρους και πουλερικά αξιοποιώντας τα εγχώρια αποθέματα και καταφεύγοντας στη σοδειά της Βραζιλίας.
Οι πωλήσεις της αμερικανικής σόγιας σε νέες αγορές όπως το Ιράν, πάντως, δεν είναι αρκετές για να καλύψουν το κενό που έχει δημιουργηθεί από τη μη διάθεση στην Κίνα, που προβλέπεται ότι θα χρειαστεί να εισάγει 94 εκατομμύρια τόνους φέτος.
Πηγή: Gregory Meyer (Νέα Υόρκη), Monavar Khalaj (Τεχεράνη) – έντυπη έκδοση Financial Times (27-28 Οκτωβρίου 2018)