BACK TO
TOP
Ειδικά Αφιερώματα

Κίνδυνος διαταραχής της αγροτικής παραγωγής από τα πράσινα οράματα

Όσο πλησιάζει ο χρόνος για την υιοθέτηση της στρατηγικής «Από το χωράφι στο πιάτο» (Farm to Fork) στην ΕΕ που θα συνοδευτεί µε την υποχρεωτική δραστική µείωση χρήσης αγροεφοδίων, τόσο εντείνονται και οι ανησυχίες για την επίδραση που θα έχουν οι ευρωπαϊκές φιλοπεριβαλλοντικές πολιτικές στο εισόδηµα των αγροτικών εκµεταλλεύσεων.

27-30_cover

75
1

Πρόσφατα µάλιστα ξεκίνησαν οι σχετικές διαβουλεύσεις σε επίπεδο Ευρωβουλής µε αφορµή µία αµφιλεγόµενη µελέτη επιπτώσεων από το Κοινό Κέντρο Ερευνών (Joint Research Centre, JRC) της εσωτερικής επιστηµονικής υπηρεσίας της Κοµισιόν, η οποία είδε το φως της δηµοσιότητας µετά τη γενική συµφωνία του Ιουλίου για τη νέα ΚΑΠ, παρά το γεγονός ότι ήταν έτοιµη από τον περασµένο Φλεβάρη. Ακόµα λοιπόν και µε τις µετριοπαθείς εκτιµήσεις του ιδρύµατος της Κοµισιόν η εισοδηµατική µείωση στις εκµεταλλεύσεις από την υιοθέτηση των πράσινων πολιτικών έως το 2030 θα φτάσει το 26% στα σιτηρά και το 5% στα φρουτολαχανικά. Την ίδια ώρα το πανεπιστηµιακό ίδρυµα Kiel στη Γερµανία, λέει πως στην κτηνοτροφία η µείωση της παραγωγής θα κυµανθεί από -20% για το βόειο κρέας, -6,3% για το γάλα και 17% στο χοιρινό.

Η αντίστοιχη µελέτη από το ολλανδικό πανεπιστήµιο Wagenigen δείχνει κατά µέσο όρο µείωση παραγωγής 10-20% και σε κάποιες περιπτώσεις 30% ανά κλάδο, όταν το αµερικανικό υπουργείο Γεωργίας λέει πως θα φανεί πτώση κατά µέσο όρο 16% στα αγροτικά εισοδήµατα από την υιοθέτηση της στρατηγικής Farm to Fork.  Με αφορµή τις παραπάνω µελέτες το σύνολο των φορέων που εκπροσωπούν την πρωτογενή παραγωγή, τη βιοµηχανία αγροεφοδίων και την αγροτική µεταποίηση σε επίπεδο ΕΕ µε κοινή τους επιστολή προς την Κοµισιόν λένε πως «ο χρόνος για πολιτικά µηνύµατα γύρω από τη στρατηγική Farm to Fork έχει περάσει. Ήρθε η ώρα να αναλύσουµε τα διαθέσιµα δεδοµένα». Μάλιστα κάνουν λόγο για προφανή προσπάθεια της Ευρώπης να σαµποτάρει τον εαυτό της, την ώρα που οι εταίροι (ΗΠΑ κ.λπ) τρίβουν τα χέρια τους, κοιτώντας ήδη πώς θα γεµίσουν τα παραγωγικά κενά που θα δηµιουργηθούν. «Τα οκτώ χρόνια (σ.σ 2030) για τον αγροτικό τοµέα δεν είναι τόσο πολλά», αναφέρει η επιστολή στην οποία η Κοµισιόν απαντά πως «οι σχετικές µελέτες (σ.σ ακόµα και εκείνη από το δικό της ίδρυµα) δεν λαµβάνουν υπόψη όλα τα δεδοµένα που θα έπρεπε».

Με σημαντικές απώλειες σιτηρά και ζωικά προϊόντα

Με το στίχο «Οι εποχές αλλάζουν» του Μποµπ Ντίλαν (1964), επέλεξε να συµπυκνώσει τα ευρήµατα από το report των 93 σελίδων η εσωτερική επιστηµονική υπηρεσία της Κοµισιόν ώστε να περιγράψει τις επιπτώσεις των δύο στρατηγικών της ΕΕ, «Από το Αγρόκτηµα στο Πιάτο» και «Βιοποικιλότητα» στο ύψος παραγωγής, τις τιµές παραγωγού και το εισόδηµα.

Αναµφισβήτητη λοιπόν, σύµφωνα µε τους συγγραφείς του JRC, θα είναι η µείωση της παραγωγής και η αύξηση των τιµών ως ένα βαθµό σε όλους τους αγροτικούς κλάδους. Η επίπτωση αυτή µπορεί λένε να µειωθεί κατά περίπου 1/5 εφόσον η ΚΑΠ στοχεύσει ειδικότερα στην επιτάχυνση της µετάβασης σε ένα πιο βιώσιµο µοντέλο γεωργίας. Ωστόσο, ακόµη και µε µία φιλόδοξη εφαρµογή της νέας ΚΑΠ, οι επιπτώσεις δεν είναι αµελητέες. Η επίτευξη των στόχων µείωσης 50% της φυτοπροστασίας, 20% των λιπασµάτων και η αύξηση 25% της βιολογικής γεωργίας είναι φυσικά οι κύριοι οδηγοί πίσω από τη µείωση της παραγωγής. Συγκεκριµένα:

Το συνολικό εισόδηµα στα σιτηρά θα µειωθεί πολύ σηµαντικά, φτάνοντας το 26%. Οι αυξανόµενες τιµές παραγωγού (+8,2%) και η µείωση στα µεταβλητά κόστη (1,6%) δεν θα αρκετά για να αντισταθµίσουν τη µέιωση στο εισόδηµα, φτάνοντας σε συνολική µείωση 8,6% που θα συνοδεύεται και από πτώση 11% στις αποδόσεις.

Λιγότερες επιπτώσεις σηµειώνονται στον τοµέα των φρουτολαχανικών που προβλέπεται αύξηση στην τιµή παραγωγή 15% η οποία θεωρείται πως θα είναι αρκετή ώστε να αντισταθµίσει τη µείωση στις αποδόσεις, οδηγώντας σε κάποια σταθερότητα. Ωστόσο, εδώ σηµειώνουν οι συγγραφείς, ότι τα αυξηµένα κόστη θα φέρουν συνολική µείωση αγροτικού εισοδήµατος 5%.

«Ακόµη και µε µία ΚΑΠ που συνδέει τις πιστώσεις του προϋπολογισµού µε τις προτεραιότητες που καθορίζονται µέσω των παραπάνω στόχων στις στρατηγικές, οι γεωργικές δραστηριότητες στην ΕΕ θα επηρεαστούν», λένε οι συγγραφείς, αν και σε µικρότερο βαθµό απ’ όσο φαίνεται παραπάνω.

Αντίθετα, εντύπωση προκαλούν τα ευρήµατα για τον ζωικό κλάδου που δείχνουν άκρως εντυπωσιακά αποτελέσµατα. Η αύξηση της τιµής του βοείου κρέατος κατά 24% θα προκαλέσει αύξηση του συνολικού εισοδήµατος κατά 126% για τις δραστηριότητες παραγωγής βοείου κρέατος. Οµοίως, η αύξηση 43% των τιµών του χοιρινού κρέατος και η αύξηση 18% των τιµών του κρέατος πουλερικών θα οδηγούσαν σε υψηλότερο συνολικό εισόδηµα για τους σχετικούς τοµείς παραγωγής ( +129% και +83%, αντίστοιχα). Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι θα µειωθεί κατά 18% το ζωικό κεφάλαιο στα βοοειδή, κατά 10% στα χοιρινά και κατά 15% στην πτηνοτροφία.

«Η αύξηση των τιµών του κρέατος οφείλεται στη συρρίκνωση του ζωικού κεφαλαίου (ως αποτέλεσµα του στόχου µείωσης του Ακαθάριστο υπόλοιπο αζώτου) και τη σχετικά ανελαστικής ζήτησης τροφίµων (όσο αυξάνεται η τιµή δεν µειώνεται θεαµατικά η κατανάλωση και το αντίθετο)». «Οι εισαγωγές κρέατος στην ΕΕ», θεωρούν οι συγγραφείς, «δεν επεκτείνονται σε βαθµό που θα διατηρούσε τις εγχώριες τιµές σε χαµηλότερα επίπεδα», λένε οι συγγραφείς. Και πάλι όµως δεν φαίνεται από τη µελέτη να εξηγείται ακριβώς από πού προέρχονται τα τόσο εντυπωσιακά θετικά νούµερα.

Παρέµβαση Pulina για πτώση στο ζωικό κεφάλαιο

Εν τω µεταξύ, η παραπάνω µελέτη έφερε την αντίδραση του διεθνούς κύριους Ιταλού ζωοτέχνη Giuseppe Pulina, από το Πανεπιστήµιο του Sassari (Σαρδηνία), λέγοντας πως η βιωσιµότητα είναι ένας δρόµος που πρέπει να ακολουθηθεί από κοινού και όχι ενάντια στον τοµέα παραγωγής κρέατος, σχολιάζοντας ειδικότερα την πτώση στο ζωικό κεφάλαιο.

Αλλαγή προτύπου κατανάλωσης

Κατά την παρουσίαση της µελέτης του Κέντρου Ερευνών της Κοµισιόν στις 11 Οκτωβρίου, ο διευθυντής της Γενικής ∆ιεύθυνσης Γεωργίας & Ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Τάσος Χανιώτης ανέφερε πως «αν θέλουµε να πετύχουµε, πρέπει να υιοθετήσουµε ένα σύστηµα τροφίµων, να αλλάξουµε τον τρόπο που παράγουµε, µεταφέρουµε, µεταποιούµε, πουλάµε και καταναλώνουµε τρόφιµα. Οι ευρωπαϊκές πολιτικές πρέπει να προσαρµοστούν αντίστοιχα».

Κατά τον ίδιο, η υιοθέτηση καινοτόµων αγρονοµικών πρακτικών και τεχνολογιών (αγρο-οικολογία, µεταφορά γνώσης, γεωργία ακριβείας, ψηφιακές τεχνολογίες), καθώς και συνέργειες που δεν θα µπορούσαν να υπολογιστούν από τη µελέτη, µπορεί να περιορίσουν τη µείωση της παραγωγής. Όπως και να έχει ο κ. Χανιώτης υποστήριξε πως το αν θα είναι επιτυχηµένο
το εγχείρηµα θα εξαρτηθεί από τα στρατηγικά σχέδια της ΚΑΠ.

Στο «κόκκινο» οι αποδόσεις από το πρασίνισμα γεωργίας

Η υλοποίηση των στόχων της πολιτικής «Από το Χωράφι στο Πιρούνι» («Farm of Fork») και οι «Στρατηγικές για τη Βιοποικιλότητα» («Biodiversity (BD) Strategies»), στο πλαίσιο της γενικότερης «πράσινης συµφωνίας» θα οδηγήσουν σε µείωση των παραγόµενων όγκων ετήσιων καλλιεργειών σε ολόκληρη την ΕΕ κατά µέσο όρο από 10% έως 20%, ενώ για κάποιες πολυετείς όπως τα µήλα η απώλεια µπορεί να φθάσει και το 30%.

Ως συνέπεια, οι διεθνείς εµπορικές συναλλαγές θα µεταβληθούν σηµαντικά: οι εξαγωγές της ΕΕ θα µειωθούν µε αποτέλεσµα οι εισαγωγές της ΕΕ να αυξηθούν (ο όγκος των εισαγωγών προϊόντων µπορεί να διπλασιαστεί).

Αναπόφευκτα, το εισόδηµα των αγροτών από τη στιγµή που τα έσοδα τείνουν να µειώνονται, θα επηρεαστεί µε ταχύτερο ρυθµό από ότι θα συνέβαινε µε τη µείωση του κόστους λόγω µικρότερης χρήσης εισροών έως 50%(µείωση 50% φυτοπροστατευτικών, µείωση 20% λιπασµάτων).

Τα «µελανά» αυτά σηµεία αποτυπώνονται στην µελέτη επιπτώσεων, για την «πράσινη» συµφωνίας της ΕΕ έως το 2030, που εκπόνησε το ολλανδικό πανεπιστήµιο Wagenigen σε έναν επιλεγµένο αριθµό ετησίων καλλιεργειών (σιτάρι, κραµβέλαιο, καλαµπόκι, ζαχαρότευτλα και ντοµάτες) και πολυετών καλλιεργειών (µήλα, ελιές, σταφύλια, εσπεριδοειδή και λυκίσκος). Μάλιστα οι επιπτώσεις στις πολυετείς εκτιµά ότι θα είναι υψηλότερες από ότι για τις ετήσιες καλλιέργειες.

Σύµφωνα µε την αξιολόγηση σε µακροοικονοµικό επίπεδο, η υλοποίηση των στόχων της πράσινης συµφωνίας θα οδηγήσει:

Μείωση των παραγόµενων όγκων ανά καλλιέργεια σε ολόκληρη την ΕΕ σε µία µέση κλίµακα από 10% έως 20% και ως και 30% για κάποιες καλλιέργειες, όπως µήλα.

Περαιτέρω µείωση του όγκου παραγωγής πολυετών καλλιεργειών έναντι των ετήσιων.

Αύξηση τιµών σε κρασί, ελιές και λυκίσκο. Ως συνέπεια, οι διεθνείς εµπορικές συναλλαγές θα µεταβληθούν σηµαντικά: οι εξαγωγές της ΕΕ θα µειωθούν µε αποτέλεσµα οι εισαγωγές της ΕΕ να αυξηθούν (ο όγκος των εισαγωγών προϊόντων µπορεί να διπλασιαστεί).

Η αύξηση της έκτασης της βιολογικής παραγωγής στο 25% θα έχει ως αποτέλεσµα µείωση της παραγωγής κάτι λιγότερο από 10%, η οποία θα συνοδεύεται µε αύξηση τιµής κάτω από 13%.

Οι στόχοι µείωσης του κινδύνου και της χρήσης φυτοφαρµάκων κατά 50% καθώς και µείωσης της απώλειας θρεπτικών συστατικών (50%) έχουν σηµαντικές επιπτώσεις στα επίπεδα απόδοσης:

  Από 0 έως 30% στο 1ο σενάριο (µείωση της χρήσης και του κινδύνου φυτοφαρµάκων).

  Από 2 έως 25% στο 2ο σενάριο (µείωση της χρήσης λιπασµάτων).

  Από 7 έως 50% στο 4ο σενάριο (στόχοι του 1ου και 2ου σεναρίου σε συνδυασµό µε 10% της αγροτικής περιοχής υπό υψηλής ποικιλίας τοπικά χαρακτηριστικά).

Επίσης σε επίπεδο αποδόσεων, ενώ οι επιπτώσεις (σε επίπεδο αγοράς) για τις αροτραίες καλλιέργειες είναι συγκρίσιµες µε εκείνες της έρευνας του Κοινού Ερευνών (Joint Research Centre, JRC) της Κοµισιόν, η παρούσα µελέτη δείχνει ότι οι απώλειες αποδόσεων για τις πολυετείς καλλιέργειες τείνουν να είναι υψηλότερες από αυτές που δείχνει το JRC.

Μειωµένη προσφορά, αυξήσεις τιµών εµπορευµάτων

Σύµφωνα µε την µελέτη, η µείωση των αποδόσεων επηρεάζει αρνητικά την παραγωγή και προκαλεί µείωση της προσφοράς στην εγχώρια αγορά της ΕΕ, γεγονός που προκαλεί αυξήσεις στις τιµές των βασικών εµπορευµάτων.

Την ίδια ώρα, οι επιπτώσεις στο εµπόριο της ΕΕ είναι σηµαντικές, και σε ποσοστιαίους όρους µεγαλύτερες από ότι τα πλήγµατα της παραγωγής. Το γενικό µοτίβο είναι ότι οι εισαγωγές της ΕΕ (πχ. καλαµπόκι, ελαιοκράµβη) αυξάνονται σηµαντικά, ενώ οι εξαγωγές της ΕΕ (πχ. σιτάρι, ελιές, κρασί) µειώνονται.

Λιγότερη παραγωγή έως 12% βλέπει το USDA

Μελέτη επίπτωσης της εφαρµογής των Ευρωπαϊκών πολιτικών εκπόνησε και το Αµερικανικό Υπουργείο Γεωργίας, ανιχνεύοντας διψήφια µείωση της παραγωγικότητας στη Ε.Ε. και γενική άνοδο στις τιµές των αγροτικών προϊόντων κατά 17% παράλληλα µε µία µείωση του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ κατά 71 δις δολάρια µέσα στην επόµενη 10ετία.

Κατασκευάστηκαν τρία σενάρια για να ερευνηθούν οι επιπτώσεις µε βάση την περιοχή εφαρµογής των στρατηγικών στόχων της Πράσινης Συµφωνίας. Στο πρώτο σενάριο, ελέγχθηκαν οι επιπτώσεις µίας αυστηρά Ευρωπαϊκής εφαρµογής των πολιτικών περιορισµένων καλλιεργητικών εισροών, µε το δεύτερο σενάριο να ανοίγεται γεωγραφικά περισσότερο, συµπεριλαµβάνοντας χώρες εµπορικούς εταίρους της Ένωσης που εξαρτώνται για τις εισαγωγές τροφίµων από εκείνη ενώ στο τρίτο σενάριο, ελέγχονται οι επιπτώσεις µίας παγκόσµιας καθολικής εφαρµογής της Πράσινης Συµφωνίας.

Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το πρώτο σενάριο, καθώς η Πράσινη Συµφωνία αποτελεί ένα Ευρωπαϊκό εγχείρηµα. Σε αυτό προβλέπεται µία µείωση της παραγωγής αγροτικών προϊόντων στην Ένωση κατά 12% και µία σταθµισµένη αύξηση των τιµών κατά 17%, η οποία θα επηρεάσει το επίπεδο τιµών παγκοσµίως, από 5% για τις ΗΠΑ, µέχρι 9% για τον υπόλοιπο Κόσµο, ενώ αναµένεται να οδηγήσει σε µία σηµαντική µείωση των Ευρωπαϊκών εξαγωγών κατά 20% και να επιβαρύνει το καλάθι της νοικοκυράς καταναλωτή µε 153 δολάρια ετησίως. Η εφαρµογή της Πράσινης Συµφωνίας στην Ε.Ε. αναµένεται να αυξήσει τα διατροφικά έξοδα παγκοσµίως κατά 50-60 δολάρια και παράλληλα προβλέπεται να χαθούν 71 δις Ευρωπαϊκού και 94 δις Παγκόσµιου ΑΕΠ, όπως και να αυξηθούν στο όριο του στατιστικού λάθους (+2%) οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων στην Ε.Ε..

Στο δεύτερο σενάριο, το «ενδιάµεσο», το Αµερικανικό Υπουργείο εντοπίζει µία εκρηκτική άνοδο στις τιµές της τάξης του 60%, µε πολύ παρόµοιες µειώσεις στην σταθµισµένη παραγωγικότητα, όµοιες µε το πρώτο σενάριο µε απόκλιση 1% για την Ευρωπαϊκή παραγωγή. Παράλληλα προβλέπει µία πολύ υψηλότερη κατά κεφαλή επιβάρυνση του καταναλωτή κατά 651 δολάρια ενδοκοινοτικά και 159 σε τρίτες Χώρες, µε τις ΗΠΑ να µην επηρεάζονται καθόλου ούτε από άποψη τιµών, ούτε από άποψη ποσοτήτων, δεχόµενες µόνο µία επιβάρυνση της τάξης των 16 δολαρίων ετησίως στο καταναλωτικό καλάθι και µία αύξηση της διατροφικής ανασφάλειας για 103 εκ. πολίτες παγκοσµίως.

Στο τρίτο σενάριο, την περίπτωση µίας παγκόσµιας εφαρµογής της Πράσινης Συµφωνίας (κάτι που µοιάζει µε σενάριο επιστηµονικής φαντασίας), το USDA προβλέπει µία γενική πτώση της παραγωγικότητας παγκοσµίως της τάξης του 7-11%, και άνοδο στις τιµές από 53% στην Ευρώπη, έως 89% σε παγκόσµια κλίµακα και 62% στις ΗΠΑ παράλληλα µε διατροφική ανασφάλεια για 185 εκατ. πολίτες ανά την υφήλιο.

Στο µισό η παραγωγή ελαιόκαρπου και σίτου

Στην περίπτωση εφαρµογής της Πράσινης Συµφωνίας µόνο στην Ε.Ε., δηλαδή στην περίπτωση εφαρµογής του πρώτου σεναρίου, το Αµερικανικό Υπουργείο Γεωργίας υπολογίζει πως η παραγωγή συγκεκριµένων καλλιεργειών θα µειωθεί στο µισό της τωρινής. Πιο συγκεκριµένα, η µελέτη προβλέπει µείωση της παραγωγής ελαιόκαρπων κατά 61%, του σίτου κατά 49% και άλλων εκτατικών καλλιεργειών κατά 44%. Το Αµερικανικό Υπουργείο εντοπίζει τα αίτια της µεγάλης αυτής πτώσης σε έναν συνδυασµό εξωτερικού ανταγωνισµού και της οργανικής ενδοκοινοτικής αύξησης των τιµών αυτών των αγροτικών προϊόντων. Στην περίπτωση του σίτου, η µείωση της παραγωγής αναµένεται να είναι η λογική συνέχεια της µείωσης της χρήσης λιπασµάτων κατά 20%, όπως έχει ανακοινωθεί και της µη αποτελεσµατικής χρήσης της γης, τα οποία αποτελούν τις κύριες εισροές που καθορίζουν το ύψος της παραγωγής σε εκτατικές καλλιέργειες.

Τα αγροτικά εισοδήµατα θα αυξηθούν µόνο εάν δεν µειωθεί  η κατανάλωση και ο καταναλωτής πληρώσει την υπεραξία

Μεγάλη πτώση της παραγωγικότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αύξηση των αγροτικών εισοδηµάτων υπό όρους συµπεραίνει µελέτη προσοµοίωσης επιτυχούς εφαρµογής των στρατηγικών στόχων της Πράσινης Συµφωνίας, προϊόν σύµπραξης µεταξύ του Πανεπιστηµίου του Κιέλου και της Eurocare. Πιο συγκεκριµένα, οι µειώσεις στην παραγωγικότητα αναµένονται να ξεπεράσουν το 20% για τα δηµητριακά (-21,4%), όπως και για ελαιόκαρπους και βοδινό. Η γαλακτοπαραγωγή θα επηρεαστεί λιγότερο, µε την αναµενόµενη πτώση να µην ξεπερνά το 6,3%. ∆εν θα µπορούσε να πει κανείς το ίδιο για την κτηνοτροφία όµως, µε τον αριθµό των κρεατοπαραγωγικών ζώων να κόβεται στο µισό, µε µείωση της τάξης του 45% και των γαλακτοπαραγωγικών κατά 13,3%. Σχετικά ανεπηρέαστη προβλέπεται να µείνει η παραγωγή δηµητριακών εντός της Ε.Ε. µε µία οριακά αισθητή µείωση του 2,6%. Σε διπλάσια επίπεδα µείωσης η παραγωγή ελαιόκαρπων, µε τις αναµενόµενες ποσοτικές µειώσεις να υπολογίζονται κοντά στο 6%. Στο πεδίο των τιµών, την µεγαλύτερη αύξηση στις ενδοκοινοτικές τιµές αναµένεται να έχει το βοδινό (+58%) και το χοιρινό (+48%), ακολουθούµενο από το απαστερίωτο γάλα (+36%). Σηµαντικές επίσης προβλέπονται οι αυξήσεις σε φρούτα και λαχανικά (+15%), στους ελαιόκαρπους (+18%) και στα δηµητριακά (+12,5%). Όπως επισηµαίνεται στην έκθεση τα παραπάνω µπορούν να µεταφραστούν σε αύξηση στο αγροτικό εισόδηµα κατά 21,8 ευρώ το στρέµµα, αν και µόνο αν, η κατανάλωση παραµείνει στα ίδια επίπεδα και αυξηθεί η υπεραξία των προϊόντων που παράγονται µε περιβαλλοντικές βιώσιµες πρακτικές κατά 30 ευρώ το στρέµµα κατά µέσο όρο.




Σχόλια (1)
Προσθήκη σχολίου

29-10-2021 08:37Αγροτης

Πράσινη ανάπτυξη με πράσινα αλογα(Trakter Deutz ,από Γερμανία) και στο τέλος παπαλα φτώχεια και πείνα χρέη για τους αγρότες και εισαγωγές από Κινα τρίτες χώρες λόγου χαμηλού κόστους κλπ.Γνωστο παραμύθι δεκαετιών.

Απάντηση
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία