«Παρά τις δυσχέρειες, τα καταστήματα και οι εταιρείες παραγωγής και εμπορίας εφοδίων συνέχισαν απρόσκοπτα τη λειτουργία τους», σημείωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος και Αντιπρόεδρος στην εταιρεία Eurochem Agro Hellas SA κος Γιάννης Βεβελάκης. Παρά ταύτα, οι επιπτώσεις του κορωνοϊού έγιναν έκδηλες στην γεωργική παραγωγή, επηρεάζοντας τη ζήτηση της αγοράς και μειώνοντας τη χρήση λιπασμάτων και προϊόντων θρέψης στις καλλιέργειες.
«Στην αρχή της εξάπλωσης του κορωνοϊού υπήρχε έντονη ανησυχία για σημαντικές ελλείψεις στα γεωργικά εφόδια από τις από τις εταιρείες παραγωγής και εμπορίας εφοδίων. Εκείνη την περίοδο σημειώθηκε και σημαντική αύξηση των πωλήσεων λιπασμάτων, με τους παραγωγούς να προσπαθούν να δημιουργήσουν αποθέματα για να αντιμετωπίσουν την πιθανή έλλειψη. Εντούτοις, δεν επιβεβαιώθηκε αυτή η τάση, καθώς δε συνεχίστηκε και οι πωλήσεις του τετραμήνου δεν επηρεάστηκαν σημαντικά. Συμπερασματικά, είναι μια πρωτόγνωρη κατάσταση και υπάρχει μεγάλη επιφυλακτικότητα» επισήμανε o πρόεδρος του Ομίλου εταιρειών PHYTOGROUP κ. Νίκος Κουτσούγερας.
Από τις άμεσες συνέπειες της πανδημίας, παρατηρήθηκαν μόνο κάποιες καθυστερήσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού. «Δημιουργήθηκαν μικρά προβλήματα στις μεταφορές, καθώς δεν υπήρχαν φορτηγά, αλλά και οδηγοί, δημιουργώντας μικρές καθυστερήσεις», επισήμανε ο κ. Βεβελάκης. Συνεπώς, οι ανησυχίες των παραγωγών μετατοπίστηκαν στις αλλαγές της αγοράς και της γεωργικής παραγωγής, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς.
Πιο αναλυτικά, το μεγαλύτερο πρόβλημα στην εγχώρια παραγωγή, φάνηκε να ήταν η αναστολή των υπαίθριων αγορών και το κλείσιμο των ξενοδοχείων, που μείωσε τη ζήτηση των νωπών οπωροκηπευτικών, και αποθάρρυνε τους παραγωγούς από την καλλιέργεια τους. Σύμφωνα με τον Γενικό Διευθυντή του ΣΕΠΥ κ. Αλέξανδρο Διαμαντίδη, « Υπήρξε ένα μούδιασμα από τον Μάρτιο, και παρατηρήθηκε μείωση της ζήτησης των κηπευτικών, που οφείλεται στο κλείσιμο των ξενοδοχείων και των εστιατορίων, που απορροφούν μεγάλο κομμάτι της παραγωγής. Ωστόσο, οι εξαγωγές συνέχισαν κανονικά και παρατηρήθηκε και εγχώρια αύξηση της κατανάλωσης, με αποτέλεσμα ο κλάδος να ανταπεξήλθε κανονικά σε αυτήν την κρίση».
Παρομοίως, και η καλλιέργεια του βαμβακιού φαίνεται πως αντιμετωπίζει επιπτώσεις από την αστάθεια που προκάλεσε το ξέσπασμα του κορωνοϊού, με τις καλλιεργούμενες στρεμματικές εκτάσεις της Θεσσαλίας να μειώνονται αισθητά σε σχέση με τις περσινές. Σε αυτή τη μείωση συντέλεσαν οι περσινές χαμηλές τιμές του προϊόντος, αλλά και η ανησυχία που επικρατεί μεταξύ των βαμβακοπαραγωγών για τις τιμές που θα επικρατήσουν φέτος στη διεθνή αγορά, εξαιτίας των διεθνών συνθηκών. «Για το βαμβάκι παρατηρήθηκε μείωση της καλλιεργήσιμης έκτασης, και στις εκτάσεις που μπήκε φάνηκε να χρησιμοποιήθηκαν λιγότερα λιπάσματα», σημείωσε ο κος Κουτσούγερας. Όπως επισήμανε και ο κος Διαμαντίδης, «Ως προς το κομμάτι των σπόρων για τις μεγάλες καλλιέργειες, υπήρξε επάρκεια από τις εταιρείες και οι σπορές έγιναν κανονικά. Η αγορά κινήθηκε κανονικά, παρά τις αρχικές ανησυχίες. Για το βαμβάκι παρατηρήθηκε μείωση των στρεμμάτων στον Έβρο, όπου προτιμήθηκε ο ηλίανθος, παρά ταύτα, υπήρξε επάρκεια σπόρου και το μόνο πρόβλημα της καλλιέργειας φάνηκε να ήταν ο άστατος καιρός, που καθυστέρησε τις σπορές κατά 10 μέρες, ενώ σε κάποιες περιοχές χρειάστηκε να γίνει επανασπορά».
Η επιφύλαξη των παραγωγών, αλλά και η έλλειψη ρευστότητας, μπορεί να δημιούργησαν μείωση στη χρήση λιπασμάτων στις καλλιέργειες, με άμεσες επιπτώσεις, που θα φάνουν το επόμενο διάστημα, στην ποιότητα και στην απόδοση τους. Ωστόσο, οι παρούσες καιρικές συνθήκες και η εφαρμογή ορθών γεωργικών πρακτικών προμηνύουν μια καλή παραγωγή, που αν επιτευχθεί ανάταξη της διαδικασίας και επιστροφή στην κανονικότητα, αναμένεται να δώσει ικανοποιητικές τιμές στα προϊόντα.
Οι δυσμενείς επιπτώσεις του κορωνοϊού στην ευρωπαϊκή αγορά των λιπασμάτων έγιναν πρώτα αντιληπτές στην Ιταλία. Από την αρχή της έξαρσης, η Ιταλία αντιμετώπισε προβλήματα στις οδικές μεταφορές εντός και εκτός των συνόρων. Εγχώρια, υπήρχαν περιοχές αποκομμένες από το οδικό δίκτυο, εξαιτίας του κορωνοϊού και η διανομή των εμπορευμάτων περιορίστηκε σημαντικά. Προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα παρατηρήθηκαν και εκτός των συνόρων, με πολλές εταιρίες να μην μπορούν να βρουν οχήματα αλλά και οδηγούς, εξαιτίας των διαφορετικών νόμων που ίσχυαν σε κάθε χώρα. Οι δύσκολες συνθήκες συνεχίστηκαν μέχρι και τις 3 Μαΐου που έγινε και η άρση των αυστηρών μέτρων προστασίας. Ωστόσο, σε όλο το διάστημα του εγκλεισμού, τα καταστήματα και οι διανομείς λιπασμάτων ήταν υποχρεωμένοι να διασφαλίσουν την «τροφή» των καλλιεργειών, ενημερώνοντας τις αρχές, έτσι ώστε να συνεχίσει η γεωργική δραστηριότητα απρόσκοπτα.
Παράλληλα, και η Κίνα αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα στον τομέα των γεωργικών εφοδίων στο πρώτο τρίμηνο του χρόνου, εξαιτίας της αναστολής λειτουργίας των εργοστασίων και των προβλημάτων των μεταφορών και των εξαγωγών. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα, η παραγωγική διαδικασία φαίνεται πως ομαλοποιείται.
Η παρούσα κατάσταση μπορεί να χαρακτηριστεί ιδιαίτερα αντιφατική, και είναι πολύ δύσκολο να γίνουν ασφαλείς προβλέψεις. Το πρωταρχικό μέλημα των εταιριών γεωργικών εφοδίων, ωστόσο, είναι η εξασφάλιση της παραγωγικότητας των καλλιεργειών και για να μη σημειωθούν ελλείψεις στην αγορά.