BACK TO
TOP
Food insider

Η τεχνητή νοημοσύνη σε κάνει πλέον επιχειρηματία, όταν πιάνει δουλειά στη μεταποίηση τροφίμων

Τις τελευταίες εβδοµάδες οι µεγάλοι του Silicon Valley (Google, Yahoo, Microsoft), η επιστηµονική κοινότητα και οι σύγχρονοι φιλόσοφοι δηλώνουν «µουδιασµένοι» από το περίφηµο ChatGPT, δηλαδή µιας πλατφόρµας - ροµπότ που απαντά «σαν άνθρωπος» σε οποιοδήποτε ερώτηµα του χρήστη, γράφοντας µέχρι και ποιήµατα µε σταυρωτή οµοιοκαταληξία.

42-43_64

Πέτρος Γκόγκος

5
0

Η διαπίστωση όµως ότι αντίστοιχοι εξειδικευµένοι αυτοµατισµοί και εργαλεία τεχνητής νοηµοσύνης έχουν τοποθετηθεί από καιρό στις γραµµές παραγωγής εργοστασίων, δείχνουν ότι το τοπίο στην καλλιέργεια και µεταποίηση αγροτικών προϊόντων έχει ήδη αλλάξει.

Μια όλο και πιο αποφασιστική έλευση των αυτοµατισµών στις διαδικασίες παραγωγής αποτελεί πια ιστορικό γεγονός, ωστόσο αυτοί που µπορούν να την υποστηρίξουν είναι λίγοι και ειδικά στην Ελλάδα, µετρηµένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού.

Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν και πολύ σύντοµα τα ονόµατα αυτά θα έχουν καθιερωθεί ως ασυναγώνιστοι, άπιαστοι.

Αυτή η µεγάλη µετάβαση που περιορίζει τα εργατικά κόστη και βελτιώνει το παραγωγικό και ποιοτικό αποτέλεσµα απαιτεί δυνατά πορτοφόλια µε ισχυρό πιστοληπτικό προφίλ και ταυτόχρονα πρόσβαση σε γνώση, πληροφόρηση  αλλά και τις κατάλληλες…άκρες.

Πιο απλά, παράλληλα µε τον αγώνα δρόµου για ενσωµάτωση λύσεων αυτοµατισµού στα χωράφια και τις κτηνοτροφικές µονάδες, φουντώνει ένας ακόµα πιο σκληρός ανταγωνισµός ανάµεσα στις βιοµηχανίες µεταποίησης, που τοποθετεί…30 χρόνια µπροστά όσες µπορούν να ενσωµατώσουν τελευταίας τεχνολογίας γραµµές παραγωγής.

Η έκφραση αυτής της τάσης, γίνεται πιο ξεκάθαρη στην Ελλάδα τους τελευταίους µήνες, µε τις «ανάρπαστες» εντός λίγων 24ωρων θέσεις στα προγράµµατα του Ταµείου Ανάκαµψης.

Στη δεδοµένη συγκυρία, όσοι από τους µεγάλους παίκτες στην εγχώρια µεταποίηση τροφίµων, διαθέτουν ένα οικονοµικό εκτόπισµα, υλοποιούν επενδύσεις επέκτασης και εκσυγχρονισµού στις γραµµές παραγωγής των µονάδων τους και µάλιστα προχωρούν µε γρήγορο βηµατισµό, ωθούµενοι από ένα ευνοϊκό περιβάλλον.

Το επενδυτικό κύµα ευνοείται από τις δράσεις του Ταµείου Ανάκαµψης και του Αναπτυξιακού νόµου. Θα έλεγε κανείς βέβαια πως τέτοια προγράµµατα υπάρχουν άφθονα και ίσως τα κοινοτικά προγράµµατα τα επόµενα χρόνια περιορίζονται σε τέτοιου περιεχοµένου δράσεις. Παράλληλα µε αυτά τρέχουν και δευτερογενή χρηµατοδοτικά εργαλεία, κυρίως από τις τράπεζες. Πιστοληπτικό προβάδισµα και πρόσβαση στην πληροφόρηση ωστόσο έχουν λίγοι, οι οποίοι µάλιστα ευνοούνται έτι περαιτέρω εξασφαλίζοντας καλύτερους χρηµατοδοτικούς όρους.

Η όλη κατάσταση θα µπορούσε να διευκολύνει ένα ολιγοψώνιο στην αγορά αγροτικών εµπορευµάτων, ανατρέποντας αρκετές από τις σηµερινές ισορροπίες. Καλύτερη θωράκιση σε αυτό το περιβάλλον έχουν όσοι από τη δική τους πλευρά, του αγρότη – κτηνοτρόφου, προγραµµατίσει και αυτοί τη µετάβαση τους σε αυτήν την εποχή των τεχνολογικών αναβαθµίσεων.

Άλλωστε οι απαιτήσεις σε πρώτη ύλη που συνεπάγεται η νέα εποχή στη µεταποιητική βιοµηχανία, θα χρειαστεί να καλυφθούν, προσαρµόζοντας αντίστοιχα και τη ζήτηση για αγροτικά προϊόντα. 

Η περίπτωση Θεοδωρόπουλου 

Μετά την πώληση της Chipita στην Mondelez International στο αντίτιµο των 2 δισ. δολαρίων, η περίπτωση του Σπύρου Θεοδωρόπουλου, αποτελεί θα έλεγε κανείς ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα επιχειρηµατία που εισέρχεται µε άλλον αέρα σε αυτό το νέο περιβάλλον. Η ρευστότητα που εξασφάλισε από την Chipita ο κ. Θεοδωρόπουλος, σε συνδυασµό µε τα ερεθίσµατα που έχει αφοµοιώσει στην πορεία µέχρι το cash out, του επιτρέπουν τώρα την είσοδο σε ένα ευρύ φάσµα επιχειρήσεων στον κλάδο του τροφίµου, µε όρους αναβάθµισης και ενίσχυσης της παραγωγικότητάς τους που δύσκολα θα µπορούσαν να ακολουθήσουν αρκετοί εκ των ανταγωνιστών.

Νίκας, Wonderplant, Έδεσµα-Αµβροσία, Ελληνικοί Χυµοί, η Chipita Foods, το 21,5% της ΜΕΒΓΑΛ και το 45% της ΙΟΝ, οι εταιρείες που µέχρι τώρα βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο Θεοδωρόπουλου, έχουν µεγάλες αξιώσεις στο καινούριο τοπίο που διαµορφώνει η τεχνολογική αναβάθµιση της µεταποίησης, µε το οικονοµικό εκτόπισµα που βρίσκεται πίσω από αυτές, να διευκολύνει αισθητά τις χρηµατοδοτικές ανάγκες τους στο πλαίσιο σχετικών επενδύσεων.


Πίσω η εγχώρια μεταποίηση στην «πυκνότητα ρομπότ»

Τα πρώτα αποτελέσµατα από αυτή την τεχνολογική µετάβαση, δεν θα αργήσουν να φανούν στην Ελλάδα, αν αναλογιστεί κανείς πως ως το 2020, αυτόµατα γυρνούσαν ελάχιστα γρανάζια στις γραµµές παραγωγής της χώρας. Η µικρή πρόοδος στην αυτοµατοποίηση της ελληνικής µεταποίησης ήταν άλλωστε και αντικείµενο µελέτης σε αρκετές σελίδες από την έκθεση Πισσαρίδη. Σύµφωνα µ’ αυτή, τα ροµπότ βρήκαν τις περισσότερες εφαρµογές στη µεταποίηση, µε το 99% των παραγωγικών ροµπότ να απασχολούνται σε αυτόν τον τοµέα. Κορυφαίες χώρες στη ροµποτική είναι η Νότια Κορέα και η Γερµανία. Μερικά µικρότερα ευρωπαϊκά κράτη τα έχουν επίσης εισαγάγει µε µεγάλη επιτυχία, π.χ. η ∆ανία και η Σουηδία. Η Ελλάδα είναι πολύ πίσω από αυτές τις χώρες στην αυτοµατοποίηση της µεταποίησης. Η πυκνότητα ροµπότ στην ελληνική µεταποίηση, που ορίζεται ως ο αριθµός των ροµπότ για κάθε εκατοµµύριο ωρών εργασίας, είναι 0,5 στην Ελλάδα, 15 στη ∆ανία, 10 στην Αυστρία και την Ολλανδία και 9 στην Ισπανία

Οι ηγέτιδες χώρες στις ψηφιακές τεχνολογίες είναι οι Ηνωµένες Πολιτείες, η Κίνα και πολλές χώρες της Βόρειας Ευρώπης, ιδίως η Γερµανία και οι Σκανδιναβικές χώρες. Η Νότια Ευρώπη υστερεί σε σύγκριση µε τα βόρεια µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η Ελλάδα υστερεί έναντι της υπόλοιπης νότιας Ευρώπης. «Είναι επιτακτική ανάγκη κάθε πρόγραµµα για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονοµίας να έχει ένα σχέδιο για την ανάπτυξη µιας καλής ψηφιακής υποδοµής, µε γρήγορη ευρυζωνική πρόσβαση στο διαδίκτυο για ολόκληρη τη χώρα, και ένα καλό σχέδιο για την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του δηµόσιου τοµέα», υπογράµµιζε τότε η έκθεση, προειδοποιώντας πως «η αποτυχία εφαρµογής τέτοιων προγραµµάτων θα αυξήσει το χάσµα µεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων της στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Υπάρχουν ενδείξεις ότι η αυτοµατοποίηση µέσω της ροµποτικής στη µεταποίηση αυξάνει την παραγωγικότητα.

Οι εταιρείες που εισάγουν τα ροµπότ θα χρειαστούν περισσότερο εξειδικευµένη εργασία, καθώς τα ροµπότ κάνουν το µεγαλύτερο µέρος της χειρωνακτικής εργασίας.

Βασικός στόχος της τέταρτης βιοµηχανικής επανάστασης, µέσα από την αυτοµατοποίηση των παραγωγικών διαδικασιών και τη διαχείριση µεγάλου όγκου πληροφοριών, είναι να καταστήσει τη µεταποιητική βιοµηχανία ταχύτερη και αποτελεσµατικότερη. Το ποσοστό της αυτοµατοποίησης στη διεθνή µεταποιητική βιοµηχανία αυξάνεται ραγδαία, και το ίδιο ισχύει για την χρήση πληροφοριακών συστηµάτων. Η ελληνική µεταποιητική βιοµηχανία πρέπει να παρακολουθήσει τις διεθνείς εξελίξεις, επενδύοντας σε σύγχρονες τεχνολογίες, προηγµένα πληροφοριακά συστήµατα και αυτοµατοποιηµένες διαδικασίες. Η αυτοµατοποίηση στην Ελλάδα βρίσκεται σε επίπεδο πολύ χαµηλότερο από διεθνείς ή ευρωπαϊκούς µέσους όρους.


Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία