BACK TO
TOP
Διεθνή

Άλμα 28% πριν τo 2031 στις σοδειές ζητά ο ΟΟΣΑ, έμφαση σε αποδόσεις και βελτιωµένες φυλές

Κατά 28% θα χρειαστεί να αυξηθεί η αγροτική παραγωγή πριν από το 2031 προκειµένου να καλυφθούν οι ανάγκες του πλανήτη σε τρόφιµα, εφόσον παράλληλα οι χώρες µε µεγάλο παραγωγικό αποτύπωµα στο πεδίο της γεωργίας επιδιώξουν και τις φιλοπεριβαλλοντικές δεσµεύσεις που αναπτύσσονται τα τελευταία χρόνια.

47_29

70
0

Με άλλα λόγια, η λογική «business as usual», δηλαδή η διατήρηση των συνηθισµένων µοντέλων παραγωγής και ρυθµών ενσωµάτωσης νέων τεχνολογιών στο πεδίο της γεωργίας, δεν θα µπορέσει να καλύψει τις πάγιες επισιτιστικές ανάγκες του πλανήτη, σε µια συγκυρία µάλιστα που η αγροτική παραγωγή γίνεται ολοένα και πιο ακριβή και οι σοδειές πιο αβέβαιες.

Τα παραπάνω επισηµαίνει η ετήσια έκθεση για τις προοπτικές των αγορών αγροτικών εµπορευµάτων και τις τάσεις στην αγροτική παραγωγή που δηµοσίευσε ο ΟΟΣΑ σε συνεργασία µε τον FAO. Την Τετάρτη 29 Ιουνίου, ο Οργανισµός Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης µαζί µε τον Οργανισµό Γεωργίας και Τροφίµων του ΟΗΕ, παρουσίασαν τη νέα έκθεση, καταγράφοντας ρυθµό αύξησης της αγροτικής παραγωγής µόλις 1,1% σε ετήσια βάση. Από την άλλη, η παγκόσµια κατανάλωση τροφίµων αναµένεται να αυξάνεται µε ρυθµούς 1,4% ετησίως, µε τη µεγαλύτερη ζήτηση να προέρχεται από τις χώρες χαµηλών και µεσαίων εισοδηµάτων. Με άλλα λόγια, οι αγορές στον ανεπτυγµένο κόσµο έχουν εισέλθει σε ένα σταθερό σηµείο κορεσµού, που αποδίδεται στη γήρανση του πληθυσµού τους.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη φετινή έκδοση, έχει πάντως η εκτίµηση του ΟΟΣΑ και του FAO αναλογικά µε τα άλµατα που θα χρειαστεί να γίνουν στο κοµµάτι της παραγωγής προκειµένου να καλυφθούν οι ανάγκες του πλανήτη σε αγροτικά προϊόντα. Αυτό γιατί αυτή η αύξηση 28% των αποδόσεων που αναφέρεται παραπάνω, συνεπάγεται τριπλασιασµό επί των επιδόσεων που καταγράφηκαν τις προηγούµενες δεκαετίες. Στην φυτική παραγωγή θα χρειαστεί να αυξηθούν οι αποδόσεις κατά 24%, όταν την προηγούµενη δεκαετία, η αύξηση των αποδόσεων ήταν της τάξης του 13%. Στην ζωική παραγωγή, χρειάζεται αύξηση της παραγωγικότητας κατά 31%.

Αναφορικά µε τις τάσεις της αγοράς, εξαιτίας του ιδιαίτερα ρευστού οικονοµικού περιβάλλοντος, η έκθεση αποφεύγει να υπεισέλθει σε λεπτοµερείς αναλύσεις, ωστόσο εκτιµά ότι τα υψηλά επίπεδα τιµών για τα αγροτικά εµπορεύµατα θα εξαντλήσουν την εµπορική περίοδο 2022-2023, προτού επιστρέψουν ξανά σε καθοδικό κανάλι.

Η διάρκεια της περιόδου υψηλής µεταβλητότητας στις αγορές αγροτικών εµπορευµάτων θα εξαρτηθεί άµεσα από τις εξελίξεις στο ουκρανικό µέτωπο, σηµειώνει η έκθεση, στην οποία παρουσιάζεται και ένα µοντέλο εξέλιξης των τιµών σιτηρών, ανάλογα µε τις επιπτώσεις του πολέµου, των κυρώσεων και των γεωπολιτικών βλέψεων στις εξαγωγές της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Έτσι, στην ακραία περίπτωση που οι εξαγωγές της Ρωσίας περιοριστούν κατά 50% και της Ουκρανίας κατά 100% συγκριτικά µε τον µέσο όρο της τελευταίας 5ετίας, τότε οι τιµές στα σιτηρά αναµένεται να αυξηθούν κατά 34%. Μια αµφότερη µείωση 50% των εξαγωγών συνεπάγεται ενίσχυση τιµών σιτηρών κατά 21%, ενώ 10% ενίσχυση τιµών προκύπτει από µια ταυτόχρονη µείωση εξαγωγών κατά 25%. 

Το παγκόσµιο ΑΕΠ, αναµένεται να σηµειώσει ρυθµούς ανάπτυξης 2,7%, σύµφωνα µε εκτιµήσεις του ∆ΝΤ, τις οποίες υιοθετεί η εν λόγω έκθεση, σχολιάζοντας ότι είναι χαµηλότερος ρυθµός από αυτόν που υπήρχε πριν από την πανδηµική και ενεργειακή κρίση. Ωστόσο, σηµειώνεται, ότι βασική προϋπόθεση προκειµένου όλα τα µοντέλα και οι υπολογισµοί που αναπτύσσονται να έχουν κάποιο στοιχείο ρεαλισµού σε βάθος δεκαετίας, είναι να υποχωρήσουν οι τιµές ενέργειας στα προηγούµενα επίπεδα, εντός του 2023.

Η βαρύτητα στις αποδόσεις και τις βελτιωµένες φυλές ζώων

Τη µερίδα του λέοντος σε όποια αύξηση της αγροτικής παραγωγής επιφυλάσσει η τρέχουσα δεκαετία, διεκδικούν οι επενδύσεις στη βελτίωση των αποδόσεων στη φυτική παραγωγή αλλά και της γενετικής βελτίωσης των ζώων. Σύµφωνα µε την έκθεση, οι αύξηση της παραγωγικότητας θα πρέπει να αποδίδεται κατά 80% σε αυξηµένες αποδόσεις και µόλις κατά 15% σε αύξηση των καλλιεργούµενων εκτάσεων, στο κοµµάτι της φυτικής παραγωγής, ενώ αντίστοιχα ο ετήσιος ρυθµός αύξησης της ζωικής παραγωγής κατά 1,5%
θα πρέπει και αυτός να αποδίδεται σε βελτιωµένες αποδόσεις ανά ζώο και όχι σε αύξηση του ζωικού κεφαλαίου. Το παραπάνω αποτελεί πρόκληση για τον ΟΟΣΑ, αφού συνεπάγεται σηµαντικές επενδύσεις και ειδικά σε περιοχές του πλανήτη που προς το παρόν δεν διαθέτουν τους πόρους και την τεχνογνωσία για κάτι τέτοιο.

Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία