
«Αφού µεγάλωσα τα παιδιά µου και ξεκίνησαν τις σπουδές τους, αφοσιώθηκα αρχικά στην παραγωγή και εµπορία νωπού βιολογικού πορτοκαλιού», εξηγεί.
Ταξιδεύοντας στις αγορές εκτός της Κρήτης, τα χνάρια της έφτασαν έως την Ελβετία. Εκεί διαπίστωσε την έλλειψη που υπήρχε σε συσκευασµένο βιολογικό γλυκό κουταλιού. «∆εν υπήρχε γλυκό κουταλιού στα βιολογικά καταστήµατα. Και όταν πήγα στο Harrod’s στο Λονδίνο και είδα ότι δεν διέθετε προϊόντα χωρίς ζάχαρη, αναφώνησα: εδώ είµαστε!».
Με το ερέθισµα που έλαβε, βλέποντας ότι το γλυκό κουταλιού δεν υπήρχε ούτε ως προϊόν βιολογικού φρούτου, ούτε ως προϊόν χωρίς ζάχαρη, ξεκίνησε να επεξεργάζεται τα πορτοκάλια της και να τα βάζει σε βαζάκια. Όπως περιγράφει ένιωσε µεγάλη περηφάνεια να δηµιουργεί προϊόντα µε τη γεύση και το άρωµα της Κρήτης. «Οι συνταγές µαρµελάδας και γλυκού κουταλιού βασίστηκαν από την πρώτη στιγµή στο ντόπιο πορτοκάλι και στο σταφύλι του νησιού. Το σταφύλι είναι ειδικά προορισµένο για να γίνεται χυµός και να χρησιµοποιείται ως γλυκαντική ουσία αντί της ζάχαρης. Οι συνταγές µου βασίστηκαν στις συνταγές της µάνας µου και της γιαγιάς µου, αλλά η τεχνοτροπία µου προσέγγισε τα νέα γούστα και τις τάσεις της εποχής. Ήθελα να δηµιουργήσω προϊόντα vegan και χωρίς ζάχαρη µε µοναδική γλυκαντική ουσία τον χυµό σταφυλιού. Στα γλυκά και στις µαρµελάδες µου χρησιµοποίησα πορτοκάλι ή λεµόνι κατά 100%».
Με προϊόν που ταξιδεύει σε πεντάστερα και στα delicatessen της Μυκόνου
Οι µαρµελάδες της Τhe Family Farm, όπως είναι η ετικέτα που φιγουράρει πάνω στα βαζάκια της, φιλοξενείται σε ξενοδοχεία της οικογένειας Μαµιδάκη, αλλά και στα delicatessen καταστήµατα Flora Market στη Μύκονο καθώς και σε επιλεγµένα σηµεία διάθεσης τροφίµων. Όπως περιγράφει η κυρία Ντουντουνάκη «τη µεγαλύτερη στήριξη έλαβα από την πόλη µου, τα Χανιά. Γνωρίζετε ίσως πόσο δύσκολο είναι να σε στηρίξει η τοπική κοινωνία στην οποία ανήκεις. Τα προϊόντα µου διατίθενται µέσα από το δίκτυο της ελαιουργικής βιοµηχανίας, ABEA, αλλά και στο δίκτυο δίκαιου και εναλλακτικού εµπορίου, Terra Verde, καθότι πάντοτε µε ενδιέφερε τα προϊόντα µου να εµπεριέχουν κοινωνική ευαισθησία».
«Αυτό που µε εξιτάρει περισσότερο είναι ότι γίνοµαι µε τον τρόπο µου, πρεσβευτής του καλού ελληνικού προϊόντος. Με εξιτάρει επίσης το γεγονός ότι µία αγροτισσα έχει εκτός από περιβαλλοντική συνείδηση και κοινωνική ευαισθησία, καθώς έχω εντάξει στην περιγραφή των προϊόντων µου τη γραφή Μπράιγ. Αυτά µπορεί να κάνει ο Έλληνας αγρότης, ο οποίος πλήττεται και ρηµάζεται από το κράτος. Οι δυσκολίες δεν µε πτοούν και δεν θέλω να τις συζητάω, γιατί παλεύω να βλέπω τα θετικά και αυτά είναι που µε καθοδηγούν στα επόµενά µου βήµατα», περιγράφει την διαδροµή και την φιλοσοφία της.
Πρόσφατα τα προϊόντα της προσέλκυσαν το ενδιαφέρον ενός κτήµατος βιολογικών προϊόντων στην Ιταλία. «Εκεί θα στείλω τα πρώτα µου προϊόντα εκτός Ελλάδος. Αυτό που κάνω άλλωστε είναι για µένα ένα ταξίδι άκρως γοητευτικό. Ξεκίνησα από το Ελληνικό Πρωινό το 2019 µε τη βοήθεια του Ξενοδοχειακού Επιµελητηρίου, παρουσιάζοντας τότε τα γλυκά κουταλιού και κατάφερα να φτάσω µε το «καληµέρα» της επιχείρησής µου στη Μύκονο, βλέποντας τα προϊόντα µου να ξεχωρίζουν. Σε αυτά τα χρόνια γνώρισα µία Ελλάδα όµορφη, έναν όµορφο κόσµο».