
Πρόκειται για ένα ποσό της τάξης των περίπου 4,5 εκατ. ευρώ, το οποίο είναι κατά 14,5% μικρότερο της αρχικής διεκδίκησης των σχεδόν 6 εκατ. ευρώ, για την εξόφληση της σοδειάς του 2016, που είχαν παραδώσει στη μεταποιητική εταιρεία, πριν εκείνη πτωχεύσει με πάταγο. Και αυτό, διότι, όπως τονίζεται από ανθρώπους που χειρίστηκαν την υπόθεση, ένα μέρος του ποσού χρειάστηκε να δοθεί για να πληρωθούν έξοδα για δικαστικές παραστάσεις, αλλά και για τη μεταφορά και φύλαξη των καπνών, μέχρι να μεταπωληθούν.
Το δρόμο για την ευτυχή κατάληξη, άνοιξε η οριστική απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, στις 5 Δεκεμβρίου του 2021, με την οποία απέρριψε το σκεπτικό της έφεσης που είχαν καταθέσει οι αντίδικοι και η οποία εκδικάστηκε το καλοκαίρι του 2021. Το «μπλοκ» των ελληνικών και ξένων τραπεζών (σ. σ. Εθνική, Attica Bank, Πειραιώς, Deutsche Bank, FBN) και η ΠΑΕΓΑ φαίνεται πως τελικώς δεν θα «κυνηγήσουν» και άλλο την υπόθεση, προσφεύγοντας στον Άρειο Πάγο, με αποτέλεσμα να κλείσει οριστικά κι αμετάκλητα ο κύκλος της δικαστικής περιπέτειας και της οικονομικής ομηρείας των 1.114 οικογενειών και των μελών τους.
Από τη θέση του διαχειριστή της ΙΚΕ, που είχαν συστήσει οι παραγωγοί, ώστε να μπορέσουν να διεκδικήσουν το δίκαιό τους, ο πρώην πρόεδρος της (διαλυθείσας πλέον) Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Καπνού, Βασίλης Μελενεκλής μιλά για έναν «επίπονο, μακρύ και πρωτόγνωρο δικαστικό αγώνα που μέχρι στιγμής μετρά, στα τελευταία 5 χρόνια, τη δικαίωση των καπνοπαραγωγών σε 32 δικαστήρια, προσωρινά, τακτικά, αλλά και το Εφετείο. Κάτι που δείχνει ότι όταν οι αγρότες ενωνόμαστε και προσεγγίζουμε τα προβλήματα με μια άλλη ματιά, μπορούμε να φέρουμε αποτελέσματα. Γιατί πρέπει να πούμε πως στην αρχή αυτής της υπόθεσης, κανείς δεν πίστευε πως απέναντι σε αυτούς τους αντιδίκους, θα μπορούσαμε να κερδίσουμε».
Η περιπέτεια των παραγωγών ξεκίνησε μετά τη συγκομιδή της σοδειάς του 2016. Η κραταιά μέχρι και τότε μεταποιητική βιομηχανία «Καπνική Μιχαηλίδη», παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε, είχε δώσει περί τα 2,5 εκατ. ευρώ σε προκαταβολές και οι παραγωγοί την εμπιστεύτηκαν. Άλλωστε, στα συνολικά 130 χρόνια της ιστορίας της, οι πατεράδες και οι παππούδες τους είχαν συνεργαστεί με την εταιρεία και δεν είχαν ποτέ πρόβλημα. Παρόλα αυτά, έθεσαν τον όρο και έλαβαν τη δέσμευση από τον επιχειρηματία, πως αν δεν εξοφληθούν έως τον Ιανουάριο του 2017 δεν πάρουν τα χρήματά τους, εκείνος θα τους επιστρέψει τα καπνά. Η προφορική υπόσχεση του Αλέξανδρου Μιχαηλίδη δεν τηρήθηκε ως προς το πρώτο της σκέλος, αλλά στο δεύτερο υπήρξε συναίνεση.
Έτσι, το Φεβρουάριο του ίδιου έτους, οι καπνοπαραγωγοί ζήτησαν τη συνδρομή της Εθνικής Διεπαγγελματικής Καπνού και προσέφυγαν στο δικαστήριο, καταθέτοντας ασφαλιστικά μέτρα, τα οποία εκδικάστηκαν στις 8 Μαρτίου και πέτυχαν απόφαση που τους επέτρεπε να πάρουν στα χέρια τους περίπου 1.800 τόνους καπνών. Στη συνέχεια τους μετέφεραν, τους φύλαξαν και συντήρησαν σε αποθήκες τις οποίες ενοικίασαν με δικά τους έξοδα, μέχρι να δουν τί θα πράξουν.
Περίπου 18 μήνες μετά και αφού πλέον είχαν συστήσει μια ΙΚΕ για να υπάρχει ένα νομικό πρόσωπο που θα κυνηγά την υπόθεση, τα καπνά, με δικαστική απόφαση επιτράπηκε να πωληθούν, παρά τους αρχικούς δισταγμούς των μεταποιητικών εταιρειών, που έβλεπαν ότι καλούνταν να πάρουν ένα προϊόν δικαστικής διαμάχης.
Τα χρήματα από τη συναλλαγή, με δεδομένο ότι εκκρεμούσαν ακόμη δικαστικές διαμάχες με αμφίβολη την έκβασή τους, κατατέθηκαν στο Παρακαταθηκών και Δανείων Δράμας όπου βρίσκονται μέχρι να αρχίσει η διανομή τους, μέσω ομάδων παραγωγών και συνεταιρισμών, στις αμέσως επόμενες ημέρες.
Μια απολογιστική εκδήλωση των όσων συνέβησαν αυτή την πενταετία έγινε την Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου στη Θεσσαλονίκη, παρουσία της πλειονότητας των ομάδων παραγωγών και συνεταιρισμών, που έχουν εμπλοκή στην περιπέτεια κι όπως σημειώνει ο κ. Μελενεκλής, «η τελική εκκαθάριση ολοκληρώθηκε με την ομόφωνη απόφαση ότι η υπόθεση κλείνει καλά, έστω και με μια μικρή απώλεια της τάξης του 14,5% επί της αρχικής απαίτησης, την οποία θα συνεχίσουμε να διεκδικούμε από τον επιχειρηματία, γιατί οι καπνοπαραγωγοί δεν είχαν καμία ευθύνη».