Κεντρικό ερώτηµα αποτελεί το τι θα συµβεί µε αγρότες που σήµερα κατέχουν µεγάλο αριθµό δικαιωµάτων αλλά περιορισµένη επιλέξιµη έκταση. Τα δικαιώµατα αυτά έχουν µέχρι το 2026 πραγµατική οικονοµική αξία, καθώς µεταφράζονται σε ενίσχυση ανά στρέµµα και είναι µεταβιβάσιµα. Με την κατάργησή τους από το 2027, αγρότες που δεν µπορούν να τα αντιστοιχίσουν σε έκταση κινδυνεύουν να βρεθούν µε περιουσιακό στοιχείο χωρίς καµία αποζηµίωση ή µεταβατική πρόβλεψη.
Ολόκληρο το ρεπορτάζ στην Agrenda που κυκλοφορεί
Παράλληλα τίθεται το ερώτηµα κατά πόσο το νέο σύστηµα διαφοροποίησης της φθίνουσας εκταρικής ενίσχυσης είναι συµβατό µε βασικά στοιχεία του ισχύοντος πλαισίου δικαιωµάτων, ιδίως σε ό,τι αφορά τη µεταβατική δικαιοσύνη. Τα κράτη-µέλη ζητούν να διευκρινιστεί αν µπορούν να χρησιµοποιηθούν υφιστάµενα δεδοµένα και µηχανισµοί που βασίζονται στα δικαιώµατα, ώστε να αποφευχθούν απότοµες ανακατανοµές εισοδήµατος.
Ιδιαίτερη ανησυχία εκφράζεται και για τις διοικητικές και ελεγκτικές δοµές: πολλά κράτη-µέλη έχουν οργανώσει επί χρόνια τα συστήµατα πληρωµών και ελέγχων µε βάση τα δικαιώµατα. Ζητείται σαφής διαβεβαίωση ότι η κατάργηση της έννοιας των δικαιωµάτων δεν θα οδηγήσει σε δυσανάλογο διοικητικό κόστος ή σε αποδυνάµωση των ελεγκτικών µηχανισµών.
Επιπλέον, τίθεται το ζήτηµα της µη ολοκληρωµένης σύγκλισης των δικαιωµάτων σε ορισµένα κράτη-µέλη. Σε αυτό το πλαίσιο, ζητείται να διευκρινιστεί αν, σε περίπτωση που τα κράτη-µέλη δεν µπορούν να συνεχίσουν να εφαρµόζουν σύστηµα δικαιωµάτων, θα έχουν τη δυνατότητα να διαφοροποιούν τις πληρωµές µε βάση την ιστορική αξία των δικαιωµάτων, ώστε να µετριαστούν οι απώλειες εισοδήµατος. Η Ελλάδα ουσιαστικά µε τη σύγκλισει τελειώνει το 2026, οπότε δεν τίθεται τέτοιο ζήτηµα.
Τέλος, υπογραµµίζεται η ανάγκη για σαφή ορισµό του επιλέξιµου αγρότη ως προϋπόθεση πρόσβασης στη νέα ενίσχυση, ειδικά σε κράτη-µέλη µε ιστορικό σύστηµα δικαιωµάτων. Ο ορισµός αυτός θεωρείται κρίσιµος για τη διασφάλιση µιας οµαλής και δίκαιης µετάβασης σε ένα καθεστώς που δεν βασίζεται πλέον σε δικαιώµατα αλλά στην επιλέξιµη έκταση ή σε κατ’ αποκοπή πληρωµές. Συνολικά, τα κράτη-µέλη δεν αµφισβητούν την κατεύθυνση απλούστευσης της ΚΑΠ, αλλά ζητούν σαφείς απαντήσεις στο πώς θα προστατευθεί η αξία που έχει ενσωµατωθεί στα δικαιώµατα ενίσχυσης και πώς θα αποφευχθούν αιφνίδιες και άνισες απώλειες εισοδήµατος κατά τη µετάβαση µετά το 2027.
Το θέµα που απασχολεί επίσης κατά τον σχεδιασµό της νέας ΚΑΠ, έχει να κάνει µε το αν θα υπάρξει διαχωρισµός της φθίνουσας εκταρικής ενίσχυσης ανά περιφέρεια ενίσχυσης. ∆ηλαδή, αν θα διατηρηθεί η µορφή που υπάρχει σήµερα στην Ελλάδα: Αροτραίες, δενδρώδεις, βοσκοτόπια. Η Κοµισιόν αναφέρει στον Κανονισµό πως τα κράτη-µέλη µπορούν να προχωρούν σε έναν τέτοιο διαχωρισµό, ανάλογα µε το µέσο εισόδηµα που «αφήνει» στον παραγωγό η κάθε παραγωγική δραστηριότητα. Ωστόσο, δεν διευκρινίζει αν θα πρέπει να βοηθήσει ουσιαστικά τα χαµηλότερα εισοδήµατα µε υψηλότερα πριµ, ή να βοηθήσει τους πιο ανταγωνιστικούς κλάδους (το µοντέλο αυτό θεωρητικά ακολουθεί η Ελλάδα).
