
Τα τέσσερα τελευταία έτη, που δραστηριοποιείται στη χώρα η µη κερδοσκοπική οργάνωση, το 25% -ή ένας στους τέσσερις- από τους περίπου 7.000 ωφελούµενους των προγραµµάτων της, δηλώνουν πως κατά τη διάρκεια ή µε την ολοκλήρωση της εκπαίδευσής τους, παρήγαν ένα µεµονωµένο νέο προϊόν ή κάποια νέα σειρά προϊόντων και βγήκαν στην αγορά µε δική τους ετικέτα.
«Είναι µια πάρα πολύ σηµαντική εξέλιξη. ∆ιότι έφτιαξαν κάτι που έχει υπεραξία για τους ίδιους και δεν λειτούργησαν µε τη λογική έβγαλα τις φακές από το χωράφι και τις πούλησα χύµα», είπε η επικεφαλής του «Νέα Γεωργία Νέα Γενιά», Έφη Λαζαρίδου, κάνοντας µια αποτίµηση της δραστηριότητας του φορέα, µε αφορµή το κλείσιµο 4 ετών από την ενεργοποίησή του το 2018.
Παρότι τα βήµατα προόδου, που έχουν γίνει στη χώρα στο κοµµάτι της µεταποίησης τροφίµων κρίνονται ενθαρρυντικά, δεν παύουν να είναι ακόµη µικρά, συγκριτικά µε την υπόλοιπη Ευρώπη. «∆εν µεταποιούµε αρκετά και πουλάµε χύµα προϊόντα, έτσι όπως τα βγάζουµε από το χωράφι. Αυτό στερεί υπεραξία, που σηµαίνει µειωµένο εισόδηµα για τους παραγωγούς και την εθνική οικονοµία», επεσήµανε η κ. Λαζαρίδου. Παρέθεσε δε, στατιστικά στοιχεία από τα οποία, προκύπτει πως η συµβολή στο ΑΕΠ του πρωτογενούς τοµέα και των µεταποιηµένων τροφίµων στην Ελλάδα είναι αναλογικά περίπου 50% - 50%, όταν ο µέσος ευρωπαϊκός όρος είναι σχεδόν 60% - 40% υπέρ της µεταποίησης.
«Αυτό σηµαίνει ότι έχουµε πολύ δρόµο να διανύσουµε. Αυτό το εύκολο, έβγαλα το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο και ήρθε και µου το αγόρασε ένας Ιταλός χύµα, δεν αφήνει καµία υπεραξία στον τόπο. Για να το ανατρέψουµε, θέλουµε να παροτρύνουµε τους παραγωγούς µας να σκέφτονται πώς µπορούν να παράξουν προϊόντα διαφοροποιηµένα, µε προστιθέµενη αξία και να καταλήξουν στο ράφι», ανέφερε. Υπό το πρίσµα αυτό, η οργάνωση «Νέα Γεωργία Νέα Γενιά», έχει βάλει και το πρόγραµµα επιτάχυνσης Αγροανέλιξη, που «βοηθά πολύ µικρές µεταποιητικές µονάδες ή οικοτέχνες να παράξουν ένα νέο προϊόν», εξήγησε η κ. Λαζαρίδου.