Η φετινή περίοδος συγκοµιδής ολοκληρώθηκε πριν λίγες ηµέρες, µε οψιµότητα τουλάχιστον 15 ηµερών, από ό,τι συνήθως. Για δεύτερη σερί χρονιά οι αποδόσεις καταγράφουν µείωση πάνω από 50%-60%, µε συνέπεια οι παραγωγοί να έχουν θορυβηθεί. «Έχει διαταραχθεί ο κύκλος καλλιέργειας του φυτού. Τελευταία χρονιά που είχαµε ικανοποιητική παραγωγή ήταν η καλλιεργητική σεζόν 2016-2017, όταν είχε φτάσει στους 3,8 τόνους προϊόντος. Έκτοτε κάθε χρόνο το τονάζ φθίνει µε αποκορύφωµα πέρυσι που είχαµε µόλις 1,3 τόνους κρόκου», σηµειώνει στην Agrenda ο Βασίλης Μητσόπουλος, πρόεδρος του Αναγκαστικού Συνεταιρισµού Κροκοπαραγωγών Κοζάνης, ο οποίος αριθµεί συνολικά 950 µέλη.
Για φέτος, «οι αποδόσεις συνεχίζουν τον κατήφορο κι από τα σχεδόν 800 γραµµάρια το στρέµµα, το 2016-2017, πέρυσι έπεσαν στα περίπου 240 γραµµάρια και φέτος εκφράζονται φόβοι ότι ίσως να υποχωρήσουν κάτω από τα 200 γραµµάρια ανά στρέµµα» εξηγεί ο ίδιος.
Με δεδοµένο ότι οι καλλιεργούµενες εκτάσεις παραµένουν στα 5.500 στρεµµάτων, ο κόσµος απογοητεύεται. «Εµπορικά πέρυσι ο παραγωγός έπιασε έως 1.700-1.800 ευρώ το κιλό, ενώ φέτος δεν αποκλείεται να πάει λίγο καλύτερα. Το πρόβληµα είναι ότι πλέον για να παραχθεί ένα κιλό κρόκος απαιτούνται τουλάχιστον 4 στρέµµατα καλλιέργειας όταν πριν από λίγα χρόνια η αναλογία ήταν σχεδόν ένα προς ένα. Την ίδια στιγµή τα κοστολόγια αυξήθηκαν», λέει ο κ. Μητσόπουλος.
Η µειωµένη παραγωγή επηρεάζει άµεσα και το εµπορικό κοµµάτι και υπάρχει προβληµατισµός στο συνεταιρισµό ακόµη και για την απώλεια αγορών. «Νοµοτελειακά θα χαθούν και πελάτες. Όταν είχαµε 3,8 τόνους, αυτό που µας προβληµάτιζε ήταν πώς θα βρούµε αγορές για να τους απορροφήσουν. Τώρα µε 1,2-1,3 τόνους και µε τις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς να κινούνται στα 600 κιλά, ο πονοκέφαλός µας είναι πως θα εξυπηρετηθούν οι εξαγωγές µας στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ», τονίζει ο πρόεδρος του συνεταιρισµού.
Ο συνεταιρισµός,πάντως, ήδη από πέρυσι ενεργοποίησε µια 3ετή συνεργασία µε το Πανεπιστήµιο της ∆υτικής Μακεδονίας και µελετά µυκητολογικές ασθένειες που επηρεάζουν την καλλιέργεια.