Κάθοδος θερμοκηπίων στην Ελλάδα, πιο ώριμη από ποτέ η αγορά για τα κηπευτικά
Ολες οι παράµετροι της αγοράς, ειδικά στην ελληνική περίπτωση του ακριβού οικοπέδου, υπερτονίζουν πλέον την χρυσή τοµή υψηλής παραγωγικότητας – εξασφαλισµένης απόδοσης – σε βάθος εµπορικού προγραµµατισµού που προσφέρει η θερµοκηπιακή καλλιέργεια, κάτι που εξηγεί µια τάση «καθόδου» των µεγάλων θερµοκηπιακών µονάδων από το συννεφιασµένο ευρωπαϊκό Βορρά προς τον µεσογειακό Νότο. Αυτό αναφέρουν στελέχη της αγοράς στο Fresher, µε τελευταίο τον Βασίλη Γούναρη, ∆ιευθύνοντα Σύµβουλο της BASF, ο οποίος µε αφορµή συνάντηση που έγινε στο υπερσύγχρονο θερµοκήπιο της IGC στο Κάστρο Βοιωτίας προ ολίγων ηµερών, σχολίασε ότι «η Ελλάδα διαθέτει το περιβαλλοντικό πλεονέκτηµα ανάπτυξης θερµοκηπιακών καλλιεργειών» τονίζοντας την αναγκαιότητα ύπαρξης εθνικής στρατηγικής, µε στόχο την κατάκτηση των ευρωπαϊκών αγορών.
Θα έλεγε κανείς πάντως, ότι η χώρα ήδη έχει καθυστερήσει να ανέβει στο βαγόνι της υψηλής παραγωγικότητας και της τεχνολογικής εξειδίκευσης που συνεπάγεται η θερµοκηπιακή παραγωγή, µε τον κίνδυνο να χάσει το τρένο να διαφαίνεται στον ορίζοντα, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πως χώρες όπως η γειτονική Τουρκία έχουν επιδοθεί σε αλµατώδεις αυξήσεις των εκτάσεων που αξιοποιούνται µε αυτό τον τρόπο. Ενδεικτικό το γεγονός ότι η Τουρκία ήρθε να καλύψει το έλλειµµα παραγωγής στην υπαίθρια καλλιέργεια ντοµάτας της Ελλάδας που άφησε χωρίς εγχώριο προϊόν την αγορά µέσα στον Σεπτέµβριο, µε τις ελλείψεις να είναι αισθητές ήδη από τον Αύγουστο.
Ωστόσο τα νούµερα µιλούν από µόνα τους. Ο Καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστηµίου Αθηνών, ∆ηµήτρης Σάββας αναφέρει πως από τα 40 εκατ. καλλιεργήσιµα στρέµµατα στην Ελλάδα, µόνο τα 1,8 εκατ. αξιοποιούνται για την καλλιέργεια οπωροκηπευτικών, εκ των οποίων µόλις 60.000 είναι θερµοκήπια, ενώ εξ αυτών, 1.500 στρέµµατα αφορούν την υδροπονία. Όλα αυτά, την στιγµή που το 39% της αξίας αγροτικών εµπορευµάτων προ µεταποίησης, προέρχονται από τα κηπευτικά.