
Οι εταιρείες λιανικής και καταναλωτικών αγαθών πλήττονται από τις αδύναμες καταναλωτικές δαπάνες, τη συμπίεση των περιθωρίων κέρδους και τις αυστηρότερες πιστωτικές συνθήκες, σύμφωνα με την έκθεση, ωθώντας τη δυσπραγία στο υψηλότερο επίπεδο από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2009. Η επιδείνωση ήταν ραγδαία, με το λιανεμπόριο να ανεβαίνει δύο θέσεις μεταξύ των τομέων του Ευρωπαικού Δείκτη Δυσπραγίας της Weil από την τελευταία δημοσίευση της έκθεσης της εταιρείας τον Απρίλιο.
«Ο τομέας έχει βιώσει μια απότομη αύξηση της δυσπραγίας κατά το τελευταίο τρίμηνο», αναφέρει η έκθεση. «Η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα σχετικά με τους δασμούς έχει επίσης επηρεάσει τις εφοδιαστικές αλυσίδες και έχει επηρεάσει αρνητικά τους λιανοπωλητές που εξάγουν στις ΗΠΑ».
Οι λιανοπωλητές δεν είναι οι μόνοι. Οι δυσχερείς συνθήκες των επιχειρήσεων σε όλη την Ευρώπη έφτασαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων εννέα μηνών τον Μάιο, ενώ επτά στους δέκα κλάδους βίωσαν χειρότερες συνθήκες σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, σύμφωνα με την έκθεση της Weil. Μεταξύ των χωρών, η Γερμανία παραμένει η αγορά με τα μεγαλύτερα προβλήματα αυτού του είδους, σύμφωνα με την έκθεση.
Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν δυσκολίες σε ένα δύσκολο μακροοικονομικό περιβάλλον στην Ευρώπη, το οποίο επιδεινώνεται από τη γεωπολιτική αβεβαιότητα, τις εμπορικές εντάσεις, τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, καθώς και τις διακυμάνσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών, σύμφωνα με την έκθεση. Το συνολικό επίπεδο στον δείκτη της Weil έχει αυξηθεί σε επτά από τους τελευταίους εννέα μήνες.
Όπως αναφέρει το Bloomberg, η έκθεση ορίζει την εταιρική δυσχέρεια ως αβεβαιότητα σχετικά με τη θεμελιώδη αξία των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, τη μεταβλητότητα και την αύξηση του αντιληπτού κινδύνου. Τα κοινά χαρακτηριστικά της δυσχέρειας των επιχειρήσεων κυμαίνονται από την πίεση στη ρευστότητα, τη μείωση της κερδοφορίας, τον αυξανόμενο κίνδυνο αφερεγγυότητας, την πτώση των αποτιμήσεων και τη μείωση της απόδοσης των επενδύσεων.
«Η επιδείνωση της δυσχέρειας στον τομέα του λιανικού εμπορίου έχει καταστεί προάγγελος μιας ευρύτερης τάσης, αφού η δυσπραγία των επιχειρήσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη έχει επιταχυνθεί περισσότερο από ό,τι αναμενόταν στις αρχές του έτους», συμπλήρωσε η έκθεση.
Ενώ οι ευρωπαϊκές μάρκες προηγουμένως διαφήμιζαν με υπερηφάνεια τις πωλήσεις τους στους καταναλωτές των ΗΠΑ, που είναι παγκόσμιοι ηγέτες στις δαπάνες για ρούχα και παπούτσια, τώρα προσπαθούν να καθησυχάσουν τους επενδυτές ότι δεν είναι υπερβολικά εκτεθειμένες. Σημειωτέον πως, για παράδειγμα, οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν περίπου το 20% των πωλήσεων της γερμανικής μάρκας αθλητικών ειδών Adidas.
Επιπροσθέτως, οι δασμοί έχουν προκαλέσει ανησυχίες στην περιοχή ότι προϊόντα χαμηλής αξίας θα μπορούσαν να κατακλύσουν την ευρωπαϊκή αγορά. Οι διαδικτυακοί λιανοπωλητές Shein και Temu, των οποίων η κύρια αγορά είναι οι ΗΠΑ, έχουν αυξήσει τις διαφημιστικές τους δαπάνες στην Ευρώπη, καθώς επιδιώκουν να μετριάσουν τον αντίκτυπο της αύξησης των δασμών στα κινεζικά προϊόντα.
Πηγή:newmoney.gr