Πρόκειται για το πριµ 31,7 ευρώ το στρέµµα που περιµένουν οι βαµβακοπαραγωγοί, ωστόσο ακόµη δεν υπάρχει τίποτα χειροπιαστό, ούτε για το πώς ακριβώς θα εφαρµοστεί, ούτε αν τελικά πράγµατι θα προκηρυχθεί εντός του 2026. Και µε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα να παρακολουθεί στενά όλες τις στρεµµατικές επιδοτήσεις που προγραµµατίζει η χώρα µας, υπάρχει ο φόβος πως ένα νέο πρόγραµµα µε ασαφή τρόπο µέτρησης αποτελεσµάτων και δεσµεύσεων θα αντιµετωπίσει πολλαπλά προβλήµατα. Όπως έγινε και µε τα βιολογικά, όπου εδώ µάλιστα υπήρχε και... εµπειρία στην εφαρµογή του µέτρου, από τις αρµόδιες αρχές.
Ξεφυλλίστε σε υψηλή ανάλυση την εβδομαδιαία Agrenda
Χωρίς Νιτρικά και µε πενιχρά eco-schemes το 2026
Όπως και να έχει οι βαµβακοπαραγωγοί αναµένουν αυτό το τριετές πριµ, καθώς από το χρόνου θα βρεθούν χωρίς την Απονιτροποίηση, ενώ και το «παραθυράκι» των βιολογικών έχει κλείσει ερµητικά. Ως εκ τούτου, κανένα αγροπεριβαλλοντικό πρόγραµµα δεν τους αγγίζει, ενώ ούτε στα eco-schemes έχουν εύκολη πρόσβαση, πέρα από τις ψηφιακές εφαρµογές µε µικρή όµως επιδότηση. Φυσικά η ειδική βάµβακος των 73 ευρώ είναι καλή βέβαια βοήθεια.
Το πρόγραµµα µείωσης άνθρακα για αροτραίες καλλιέργειες αφορά επίσης και τους παραγωγούς βιοµηχανικής ντοµάτας µε επιδότηση 70 ευρώ το στρέµµα, αλλά και την κινόα µε 42 ευρώ.
Τεχνικά κενά και ασαφές θεσµικό πλαίσιο
Σηµειώνεται ότι για να ενταχθεί κάποιος στο πρόγραµµα θα πρέπει στο ίδιο αγροτεµάχιο που είχε δηλώσει βαµβάκι/βιοµ. ντοµάτα το 2025, να συνεχίσει µε βαµβάκι/βιοµηχ. ντοµάτα και το 2026, ώστε να αποδείξει- µένει να φανεί πώς- ότι µε διάφορες καλλιεργητικές πρακτικές (π.χ ειδική θρέψη) πέτυχε µείωση του αποτυπώµατος άνθρακα τουλάχιστον κατά 20%. Όπως φαίνεται ακόµη υπάρχουν τεχνικά κενά και ένα ασαφές θεσµικό πλαίσιο, ζητήµατα που έθεσε στη Βουλή ο Τοµεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων και Βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συµµαχία Βασίλης Κόκκαλης. Ο Λαρισαίος βουλευτής προειδοποιεί ότι η ανεπαρκής προετοιµασία του µέτρου µπορεί να οδηγήσει σε απώλεια πολύτιµων ενισχύσεων για τους παραγωγούς, ενώ τονίζει την ανάγκη για ρεαλιστικές και εφαρµόσιµες πολιτικές, που να ενθαρρύνουν και όχι να αποτρέπουν τη συµµετοχή στον «πράσινο» µετασχηµατισµό της γεωργίας.