BACK TO
TOP
Θεσμικά

Καινούριες προκλήσεις στο προσκήνιο με τα νέα πρότυπα πιστοποίησης

Νέα δεδομένα που επιτάσσουν την προσαρμογή των παραγωγών σε νέα πρότυπα πιστοποίησης φέρνει στο προσκήνιο το νέο IFA V6 για τον τομέα των τροφίμων, με τον αγροτικό κόσμο να καλείται πλέον να ανταποκριθεί σε αυτό.

KAR_5504

Γιώργος Λαμπίρης

11
0

Οι προκλήσεις που φέρνει το νέο περιβάλλον στις πιστοποιήσεις με την υποχρέωση εφαρμογής και του συγκεκριμένου προτύπου από 1η Ιανουαρίου του 2024 τέθηκαν στο επίκεντρο του Global GAP Tour, το οποίο πραγματοποιήθηκε και πάλι στην Ελλάδα μετά από έξι χρόνια που μεσολάβησαν από το προηγούμενο, τελώντας υπό την οργανωτική ευθύνη της TUV Nord.

Στο πλαίσιο συζήτησης στρογγυλής τραπέζης με θέμα τα «Νέα Πρότυπα Πιστοποίησης – Προκλήσεις και Προσδοκίες» και συντονιστή τον εκδότη και διευθυντή της Agrenda, Γιάννη Πανάγο, πραγματοποιήθηκε εκτενής αναφορά στις μεταβολές που φέρνει το νέο πεδίο πιστοποίησης για τον παραγωγό.

«Τα πάντα εξαρτώνται από τη συνεργασία»

Ο διευθύνων σύμβουλος της Global GAP, Dr Christian Moller, στάθηκε από την πλευρά του στο όραμα του Οργανισμού για τα επόμενα πέντε χρόνια. Αυτό που επισήμανε χαρακτηριστικά είναι ότι τα πάντα εξαρτώνται τη συνεργασία των εμπλεκόμενων μερών, προκειμένου να διασφαλιστεί «ότι ταΐζουμε σωστά τον κόσμο και από την πλευρά του καταναλωτή και από την πλευρά των παραγωγών, οι οποίοι με τη σειρά του θα πρέπει να έχουν την δυνατότητα να αποκομίζουν κέρδη από τη δραστηριότητά τους. Χρειαζόμαστε την αγορά που μπορεί να καλύψει τις τρέχουσες απαιτήσεις. Η προσέγγισή μας αφορά στη συνεργασία ανάμεσα στους παραγωγούς και τους λιανέμπορους (super market), και ταυτόχρονα την δυνατότητα να δώσουμε στους παραγωγούς την ευκαιρία να ανταποκριθούν στις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις της κοινωνίας και των καταναλωτών με τον πιο αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο».

Οι προκλήσεις στην άρδευση

Αναφορικά με τις βασικότερες προκλήσεις που αφορούν στην αποτελεσματική διαχείριση του νερού άρδευσης με βάση τα νέα πρότυπα πιστοποίησης επεκτάθηκε ακολούθως ο Θεόδωρος Αρβανίτης, Διευθύνων Σύμβουλος της Foodcare. Όπως είπε, η πρώτη από αυτές τις προκλήσεις αφορά στον περιορισμό της διαθεσιμότητας των υδάτων. Αμέσως μετά ακολουθεί η πιθανότητα υποβάθμισης των υδάτων ως απόρροια της κλιματικής αλλαγής με την αλάτωση και αλκαλίωση του νερού. «Η τρίτη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε συνδέεται με το ελληνικό κράτος και τη δυσκολία που παρουσιάζεται στις έγκρισεις αρδευτικής χρήσης. Η τέταρτη μεγάλη πρόκληση που απασχολεί άμεσα τον Έλληνα παραγωγό, είναι η αύξηση του κόστους ενέργειας. Για παράδειγμα στην περιοχή της Ηλείας και σε μία έκταση 400 στρεμμάτων, η οικονομική επιβάρυνση που προκαλεί το αυξημένο κόστος ενέργειας ανέρχεται στα 50.000 ως προς το κόστος άρδευσης».

Ο ίδιος στάθηκε σε λύσεις που μπορεί να εφαρμόσει ο παραγωγός με κυριότερη από αυτές τη χρήση νέας τεχνολογίας. «Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι προβαίνει όλο και πιο εντατικά τη χρήση τενσιομέτρων και στην αξιοποίηση της γεωργίας ακριβείας. Με αυτόν τον τρόπο θα έχει την δυνατότητα να περιορίσει σημαντικά τη χρήση νερού». Το δεύτερο σημείο στο οποίο αναφέρθηκε, είναι το γεγονός ότι οι παραγωγοί θερμοκηπίου έρχονται αντιμέτωποι με την έντονη εξατμισοδιαπνοή και με την ανάγκη για αυξημένη απορροή που απαιτείται, προκειμένου να διατηρήσουν την υγεία του εδάφους. «Και αυτοί εφαρμόζουν μοντέλα εξατμισοδιαπνοής προκειμένου να επιλέξουν τη σωστή μέθοδο άρδευσης και να μειώσουν το υδατικό τους αποτύπωμα. Θεωρώ ότι γίνονται ενέργειες, είναι ώριμος ο Έλληνας παραγωγός και μπορεί να γίνει ακόμα καλύτερος. Από την πλευρά μας θα πρέπει με τον συμβουλευτικό μας ρόλο να τον καθοδηγήσουμε, ούτως ώστε να εντάξει καλύτερες πρακτικές στο παραγωγικό του μοντέλο».

Η δυνατότητα του παραγωγού να εφαρμόσει τις νέες απαιτήσεις πιστοποίησης

Ως προς την δυνατότητα του παραγωγού να εφαρμόσει τις νέες πρακτικές στο πλαίσιο των προτύπων BioDiversity και Spring ο Γιώργος Πεχλιβανίδης, Τεχνικός Διευθυντής της Novacert αναφέρθηκε στο ζήτημα αύξησης της βιοποικιλότητας στην καθημερινότητα μίας γεωργικής εκμετάλλευσης. Σημείωσε ότι σταδιακά όλοι ακολουθούν τις νέες τάσεις, που ήδη έχουν καταγραφεί από τα προηγούμενα χρόνια. «Η τάση πλέον μας υποδεικνύει να φύγουμε από την αποκλειστική μας ενασχόληση για την διασφάλιση της ποιότητας και της ασφάλειας και να πάμε και σε νέες έννοιες όπως είναι το περιβάλλον, η κλιματική αλλαγή, η αναγεννητική γεωργία, η εταιρική κοινωνική ευθύνη».

Ο ρόλος της βιοποικιλότητας

Συμπλήρωσε ότι εάν εξετάσουμε τρία βασικά θέματα που σχετίζονται με την βιοποικιλότητα, η πράσινη συμφωνία την έχει θέσει πολύ ψηλά στην ατζέντα της. Κατά δεύτερον σημείωσε ότι οι χρηματοδοτήσεις από τη νέα ΚΑΠ για τα οικολογικά σχήματα αναβαθμίζουν τη βιοποικιλότητα σε μία από τις βασικές παραμέτρους υλοποίησης. «Επομένως, εάν ένας παραγωγός έχει εκτάσεις που πληρούν το πρότυπο της βιοποικιλότητας μπορεί να χρηματοδοτηθεί. Τρίτον, έρχεται στο προσκήνιο η απαίτηση του καταναλωτή για τέτοιες δράσεις. Είναι ανάγκη και είναι καινοτομία από τη GLOBAL GAP που έχει φέρει ένα τέτοιο πρότυπο στην αγορά. Οι Έλληνες παραγωγοί έχουν εισέλθει σταδιακά σε μία τέτοια φιλοσοφία τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο έχει σημασία να δει ο παραγωγός τροφίμων πώς θα οδηγηθεί εκεί με οδηγό τη συμβουλευτική, που είναι πολύ ψηλά στην ατζέντα».

Τόνισε ότι η μετάβαση θα πρέπει να γίνει σταδιακά και όχι βίαια και ότι οι ομάδες οφείλουν να εντάξουν σταδιακά τους παραγωγούς στο πρότυπο της βιοποικιλότητας. Στο ερώτημα εάν δύναται ο παραγωγός να εφαρμόσει τις νέες αρχές, απάντησε ότι το να έχει ένας αγρότης, εκτάσεις αφιερωμένες στην βιοποικιλότητα, είναι πλέον θέμα κουλτούρας. «Πρέπει να κάνει τον σχεδιασμό του για να έχει τις λιγότερες αρνητικές συνέπειες, κάτι που περιγράφεται από το σχέδιο δράσης για την βιοποικιλότητα».

Από την πλευρά του ο  Γιώργος Κράββας, πρόεδρος της Ελληνικής Τεχνικής Επιτροπής GLOBAL GAP αναφέρθηκε στο θέμα της επιθεώρησης προϊόντων υψηλού ρίσκου. «Το GFSI (Global Food Safety Initiative) έχει μπει στη ζωή της ασφάλειας τροφίμων. Μεγάλοι παίκτες της αγοράς έχουν επιδιώξει να ενταχθούν κάτω από την ομπρέλα του GFSI, μεταξύ των οποίων και η GLOBAL GAP. Είναι μία αγορά που την αναγνωρίζουν τα μεγάλα σούπερ μάρκετ και κατά κάποιο τρόπο πρέπει να την ακολουθήσουμε. Μέσα στα πλαίσια του GFSI υφίσταται και το ότι τα προϊόντα υψηλού ρίσκου έχουν ενταχθεί στο GFSI λόγω διατροφικών κινδύνων που παρουσίασαν στο παρελθόν. Tέτοια προϊόντα είναι οι φράουλες, τα φυλλώδη λαχανικά, τα cantaloupe melons. Το GFSI τα έχει αναγνωρίσει και τα έχει εντάξει στο πλαίσιο υψηλού κινδύνου. Επομένως, όταν έχουμε ομάδες παραγωγών διαφεύγουμε πλέον από την έννοια ενός απλού δειγματοληπτικού ελέγχου και θα πρέπει να ασχοληθούμε κατά 100% με τα μέλη της ομάδας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ενώ το κόστος του φορέα πιστοποίησης αφορούσε προηγουμένως σε 1-2 ημέρες ενασχόλησης στο πεδίο, πλέον εκτινάσσεται σε πολύ περισσότερες ημέρες και τίθεται πλέον και η έννοια του αιφνίδιου ελέγχου. Αυτή είναι μία πρόκληση και για τον Έλληνα παραγωγό, που θα πρέπει με τη σειρά του να είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να δεχτεί, γιατί είναι κάτι που το απαιτεί η διεθνής αγορά».

Σχετικά με το εάν θα επιστραφεί το κόστος στον παραγωγό, ο κύριος Κράββας είπε ότι η αγορά θα δείξει από μόνη της το δρόμο. «Το πρότυπο αυτό απευθύνεται σε αγορές που σχετίζονται περισσότερο με το αμερικάνικο trust. Έτσι, εάν η Αμερική θέλήσει να επιβάλλει αυτές τις πρακτικές, θα πρέπει οι παραγωγοί να απολαμβάνουν υψηλότερες τιμές αγοράς των προϊόντων τους». Για την πιθανότητα να δημιουργηθούν δυσλειτουργίες στην αγορά συμπλήρωσε ότι τα πάντα εξαρτώνται από την ελεύθερη αγορά, επισημαίνοντας ότι ουσιαστικά αυτή είναι που θα ρυθμίσει τις εξελίξεις.

Θωμάς Κουτσουπιάς: Η πιστοποίηση δίνει υπεραξία και τιμή στο προϊόν

Ο Θωμάς Κουτσουπιάς πρόεδρος της Ένωσης Αγρινίου αναφέρθηκε στη σημασία που έχει η πιστοποίηση ως παράγοντας δημιουργίας προστιθέμενης αξίας για ένα αγροτικό προϊόν, που κατ’ επέκταση μπορεί να προσφέρει υψηλότερη τιμή στον παραγωγό.

«Το κόστος της πιστοποίησης κατά την άποψή μου δεν θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται ως κόστος. Στον αντίποδα θεωρώ ότι προσδίδει προστιθέμενη αξία στο προϊόν. Ένα προϊόν που δεν είναι πιστοποιημένο, δεν έχει αξία σε μία καλή αγορά της Δύσης. Σε μία υπερπόντια αγορά. Ένα προϊόν που δεν είναι πιστοποιημένο θα πουληθεί στα Βαλκάνια ή σε τρίτες ώρες, που δεν έχουν την δυνατότητα να προσφέρουν τιμή και υπεραξία στο συγκεκριμένο προϊόν. Το εκάστοτε αγροτικό προϊόν πρέπει να έχει όσο το δυνατόν πιο πολλές πιστοποιήσεις για να κατευθύνεται σε πιο απαιτητικές αγορές. Όσο ποιο απαιτητική είναι μία αγορά τόσο περισσότερα χρήματα επιστρέφει σε παραγωγό και σε διακινητή. Αλλά και ο συσκευαστής αντίστοιχα πρέπει να έχει τις σχετικές πιστοποιήσεις και στοχεύσεις σε αυτόν τον τομέα».

Αναφερόμενος στο κόστος της ενέργειας είπε ότι η Ένωση Αγρινίου ασχολείται τα τελευταία 10 χρόνια με τη διαχείρισή του και δεδομένων των ενεργειωκών κοινοτήτων που έχει συστήσει η Ένωση αλλά και των φωτοβολταϊκών που χρησιμοποιούν πολλοί από τους συνεργαζόμενους παραγωγούς. «Θεωρώ ότι μπορεί η ενέργεια να μετατραπεί σε πλεονέκτημα, όταν παράγεται από ανανεώσιμες πηγές. Αυτό μας δίνει την δυνατότητα να έχουμε ένα “πράσινο” προϊόν, φιλικό προς το περιβάλλον και σταδιακά μετά από χρόνια να μηδενίσουμε το κόστος ενέργειας, ούτως ώστε να είμαστε ανταγωνιστικοί στην αγορά».

«Η αγορά θα πληρώσει το κόστος της πιστοποίησης»

Για το πώς μετακυλύεται το κόστος στην αγορά, τόνισε ότι η αγορά εν τέλει είναι εκείνη που θα πληρώσει το κόστος της πιστοποίησης. «Δεν γίνεται να μην το πληρώσει, γιατί αποτελεί κάτι που ζητά η ίδια. Επομένως ο καταναλωτής θα κληθεί να καταβάλει το απαιτούμενο κόστος. Εκείνο που πρέπει να καταλάβουν όσοι ασχολούνται με την αλυσίδα της πιστοποίησης, είναι ότι πρέπει να κάνουμε πράγματα ουσίας και όχι απλά να υλοποιούμε κινήσεις επειδή πρέπει».

Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

Ροή Ειδήσεων

Ροή Ειδήσεων Προγράμματα Πληρωμές