
Ο μετρ της μόδας – σύμφωνα με δημοσιεύματα - είχε εισαχθεί εσπευσμένα το βράδυ της Δευτέρας στο νοσοκομείο καθώς τελευταία ταλαιπωρείτο με την υγεία του. Διηύθυνε τον οίκο υψηλής ραπτικής Chanel από το 1983.
«Το πιο μεγάλο ταξίδι της μόδας τελείωσε. Ο Καρλ Λανγκερφελντ σήμερα έφυγε παίρνοντας μαζί του πάνω από μισό αιώνα πρωτοποριακής μόδας», γράφει το marieclaire.gr, με αφορμή την είδηση του θανάτου του μεγάλου οραματιστή της βιομηχανίας μόδας.
Ο Κάιζερ της Μόδας γεννήθηκε το 1933. Γόνος ιδιαίτερα εύπορης οικογένειας βιομηχάνων, ανατράφηκε με πολλές ανέσεις, διαμορφώνοντας, παράλληλα, μια αντισυμβατική προσωπικότητα. Η περσόνα του υπήρξε ευρέως γνωστή: λευκά μαλλιά, μαύρα γυαλιά ηλίου ψηλοί γιακάδες σε λευκά πουκάμισα, τα οποία θεωρεί τη βάση της ένδυσης.
Όταν ξεκίνησε τα πρώτα του βήματα στον χώρο της μόδας, άλλαξε το όνομά του – από Lagerfeldt σε Lagerfeld – γιατί κατά τη γνώμη του ήταν πιο εμπορικό και εύηχο.
Το 1955 προσελήφθη ως βοηθός του Πιερ Μπαλμέν, έπειτα από την επικράτησή του σε έναν διαγωνισμό σχεδίου κοστουμιών. Και κάπου τότε τοποθετείται η αρχή του ονείρου.
Το 1963 ο φιλόδοξος Γερμανός άρχισε να σχεδιάζει για τον ιταλικό οίκο μόδας Tiziani και τον επόμενο χρόνο άρχισε να δημιουργεί μερικά κομμάτια και για τον γαλλικό οίκο μόδας Chloé, ώσπου τελικά σχεδίασε ολόκληρη την κολεξιόν.
Η εμφάνισή του δεν πέρασε απαρατήρητη. Το 1970 ξεκίνησε μια σύντομη συνεργασία με τον ιταλικό οίκο μόδας Curiel και το 1965 εντάχθηκε στην οικογένεια του ιταλικού οίκου μόδας Fendi, σχεδιάζοντας γούνες, ρούχα και κοσμήματα.
Το ξεκίνημά του στο χώρο της υψηλής ραπτικής καταγράφηκε στα 1963, όταν άρχισε να εργάζεται για λογαριασμό του Ιταλικού Οίκου “Tiziani”, ενώ λίγους μήνες μετά συνεργάσθηκε με τον οίκο “Chloe”. Ακολούθησαν οι Οίκοι “Fendi” (1965) και “Curiel” (1970, Ιταλία).
Ωστόσο η μεγαλύτερη συμβολή του στην ιστορία της μόδας, εκείνο του τον εκτόξευσε από απλό καλλιτεχνικό διευθυντή σε επίπεδο ροκ σταρ, θα είναι ίσως η στρατηγική χάρη στην οποία αναγέννησε και ανανέωσε τον οίκο Chanel, όπου πήγε το 1983 και παρέμεινε 36 χρόνια, μεταμορφώνοντάς τον ουσιαστικά από μια κλασική μάρκα που αφορούσε ωριμότερες γυναίκες, στο πιο ελκυστικό brand πολυτελείας του κόσμου το οποίο προσελκύει συνεχώς νεανικό κοινό.
Η άνευ προηγούμενου επιτυχία με την οποία έκανε τις τσάντες του οίκου σύμβολα στάτους για δισεκατομμύρια κορίτσια σε κάθε άκρη του πλανήτη είχαν εφαρμογή και στην παράλληλη θητεία του στον Fendi και αυτό είχε να κάνει με την επιλογή του να προβάλλει περισσότερο και με συνεχώς φρέσκο τρόπο τα διάσημα λογότυπα, τόσο του ιταλικού παραδοσιακού οίκου όσο και τo εμβληματικό διπλό CC της Chanel.
Θα μείνει αξέχαστος για το χιούμορ του, και την χαρακτηριστική φιγούρα του που όπως του άρεσε να λέει μοιάζει με καρικατούρα του εαυτού του. Ότιδήποτε σχετιζόταν με αυτόν γινόταν trend, από την γάτα του έως την δίαιτα με την οποία έχασε πάνω από 40 κιλά σε έναν χρόνο.
Καλός φίλος του γαλλικού Marie Claire, οι παλιότεροι συνεργάτες τον θυμούνται πάντα παρόν στις εκδηλώσεις του περιοδικού, ενώ οι συντελεστές μόδας της ελληνικής έκδοσης δεν θα ξεχάσουν ποτέ τις ημέρες που πέρασαν μαζί του φωτογραφίζοντας για μια καμπάνια στην Κέρκυρα
Ποτέ δεν σταμάτησε να αναζητά την τελειότητα. Ο Καρλ Λάγκεφελντ μας έμαθε πολλά κυρίως όμως ότι η μόδα είναι η τέλεια ψευδαίσθηση, η πολυτελέστερη εκδοχή του αληθινά εφήμερου.
Ο ίδιος έλεγε; “Μια μικρή αίσθηση του χιούμορ και λίγη ασέβεια. Αυτά χρειάζεται ένας θρύλος για να επιβιώσει”. Και αυτά του ήταν αρκετά, γράφει το marieclaire.gr
Ποιος ήταν
Ο Καρλ Ότο Λάγκερφελντ (γεν. σαν Karl Lagerfeldt, το οποίο άλλαξε σε Karl Lagerfeld, 10 Σεπτεμβρίου 1933) Γερμανός εκκεντρικός σχεδιαστής μόδας και φωτογράφος.
Γόνος ιδιαίτερα εύπορης οικογένειας βιομηχάνων, ανατράφηκε με πολλές ανέσεις, διαμορφώνοντας, παράλληλα, μια αντισυμβατική προσωπικότητα. Καυστικός, ενίοτε κυνικός, προσβλητικός και εξωστρεφής, προκαλούσε ποικίλες αντιδράσεις με τις εκάστοτε, ιστορικές ρήσεις του, που έχουν καταγραφεί στο συνεργατικό πόνημα "The World According to Karl".
Το ξεκίνημά του στο χώρο της υψηλής ραπτικής καταγράφηκε στα 1963, όταν άρχισε να εργάζεται για λογαριασμό του Ιταλικού Οίκου "Tiziani", ενώ λίγους μήνες μετά συνεργάσθηκε με το αντίστοιχο, Γαλλικό στούντιο "Chloe". Ακολούθησαν οι Οίκοι "Fendi" (1965) και "Curiel" (1970, Ιταλία) και ο Γαλλικός "Chanel" (από το 1983).