BACK TO
TOP
Special Reports

Με δέκα καλές πατάτες στη ρίζα, αξίζει ο κόπος στις ποικιλίες Spunta και Λιζέτα για τον πάγκο της λαϊκής

Ο Γιώργος Θανάσαινας είναι ένας παραγωγός της «παλιάς σχολής» των λαϊκών αγορών, στις οποίες φέρνει από το 1991, τέσσερις φορές την εβδοµάδα στην Αθήνα, τα προϊόντα που καλλιεργεί στο Καπαρέλλι Βοιωτίας, περίπου 15 χιλιόµετρα από τη Θήβα, µαζί µε τον αδελφό του Παντελή.

special_report_patates

Νίκος Τσιαμτσίκας

3149
0

Βάζει πατάτες δύο φορές το χρόνο, η πρώτη σπορά τον Φλεβάρη, που βγαίνουν τέλη Ιουνίου και πωλούνται µέχρι και τέλη Νοεµβρίου και η δεύτερη σπορά γίνεται τον Ιούλιο, µε την πατάτα να βγαίνει στα µέσα Νοεµβρίου για να πουληθεί η σοδειά µέχρι λίγο µετά το Πάσχα.

Η φύτευση γίνεται µε σπόρο, δηλαδή µε κοµµάτια από την πατάτα που αγοράζονται και µάλιστα πανάκριβα. Ο φθινοπωρινός σπόρος που προέρχεται από τη Γαλλία ή την Ολλανδία, κοστίζει 1,30 ευρώ το κιλό και χρειάζεται πάνω από 250 έως 280 κιλά στο στρέµµα.


Ο Γιώργος Θανάσαινας είναι ένας παραγωγός της «παλιάς σχολής» των λαϊκών αγορών

Με σπόρους Spunta και Λιζέτα

«Μαζί µε τον αδελφό µου καλλιεργούµε 150 στρέµµατα καλοκαιρινές πατάτες και 150 στρέµµατα χειµωνιάτικες, είναι οι φρέσκες, αυτές που θα βγούνε τώρα, που τις µαζεύουµε αυτή την περίοδο απ’ τα χωράφια, της ποικιλίας Spunta, αλλά και «Λιζέτες», λέει στην Agrenda ο Γιώργος Θανάσαινας. Για τον τρόπο µε τον οποίο γίνεται η σπορά, µας εξηγεί ότι πρώτα ετοιµάζεται το χώµα, τα «αυλάκια», ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του πατατοχώραφου, γίνεται απολύµανση για να καταπολεµηθούν τα σκουλήκια που ζουν µέσα στη γη, οι «πατατάδες» οι λεγόµενοι, που κατατρώνε τον καρπό στη διάρκεια της ωρίµανσής του και κάνουν ζηµιά στην παραγωγή. Η καταπολέµηση πιθανού περονόσπορου γίνεται αργότερα, αν χρειαστεί, αφού το φυτό έχει µεγαλώσει, µε ψεκασµό στα φύλλα.

Η σπορά είναι σχετικά εύκολη διαδικασία, αφού γίνεται µε ιδιόκτητα µηχανήµατα τελευταίας τεχνολογίας γερµανικής κατασκευής ή µικρότερα που κατασκευάζονται στη Θήβα, που φυτεύουν σπόρο ανα 21 µε 25 εκατοστά στο έδαφος, ενώ ταυτόχρονα το απολυµαίνουν µε ειδικά εγκεκριµένα φυτοπροστατευτικά σκευάσµατα.

Παρ’ ότι ο σπόρος αγοράζεται πανάκριβα από το εξωτερικό, οι παραγωγοί φροντίζουν να κρατάνε και δικό τους σπόρο πάντα «Spunta» και «Λιζέτα» , κυρίως για να έχουν καλύτερη ποιότητα αλλά και για να αποφύγουν τα έξοδα.


Αποθήκευση για την επόµενη σπορά

Αξίζει να σηµειωθεί ότι «Λιζέτα» σπόρο βρίσκει από Κύπρο και Νάξο, όπου είναι και πιο φθηνός κατά περίπου 30 λεπτά το κιλό και ο κ. Γιώργος τον προτιµά σαν σπόρο, προσπαθώντας να κρατήσει και ο ίδιος αρκετό στις αποθήκες, από την παραγωγή του, για την επόµενη σπορά.

«Όπως γνωρίζετε η πατάτα δεν βγαίνει στο φυτό όπως άλλοι καρποί. Είναι βολβός, βγαίνει στη ρίζα µέσα στο χώµα, όπου δεν µπορείς να δείς την πρόοδο της ανάπτυξής του, ούτε γνωρίζεις πόσες πατάτες έχει η κάθε ρίζα. Η καλλιέργεια είναι γενικώς πολύ δύσκολη, λόγω της φύσης της και του χρόνου της, και η αγωνία είναι το µικρό κοµµατάκι πατάτας που θα βάλεις ως σπόρο, όταν µεγαλώσει και γίνει φυτό, στις ρίζες του να δώσει τουλάχιστον δέκα καλές πατάτες, για ν’ αξίζει ο κόπος», συνεχίζει.

«Ο µεγάλος εχθρός της καλλιέργειας είναι οι καιρικές συνθήκες, οι οποίες και δεν είναι πάντα ευνοϊκές. Τις µέρες αυτές ίσα που προλάβαµε να βγάλουµε τη νέα πατάτα, καθώς ρίχνει δυνατές βροχές. Μέχρι να µεγαλώσει το φυτό η αγωνία µας είναι µεγάλη», αναφέρει.


Ο Γιώργος Θανάσαινας όµως δεν καλλιεργεί µόνο πατάτα, αλλά και κρεµµύδια ξερά, µια ντόπια ποικιλία που λέγεται «ideal».

Πέρυσι οι πατάτες είχαν καλή σοδειά, µεγάλη ποσότητα και είχαν αισθητά πιο χαµηλή τιµή σε σχέση µε φέτος, που σύµφωνα µε τον κ. Θανάσαινα, η παραγωγή είναι πολύ µικρότερη. Ο παράγοντας της υψηλής ζήτησης, καθώς η πατάτα δεν λείπει από κανένα ελληνικό τραπέζι, προφανώς ανεβάζει τις λιανικές τιµές πώλησης στους πάγκους της λαϊκής αγοράς στα 80 λεπτά το κιλό για τις παλιές και στο 1 ευρώ τις πατάτες νέας σοδειάς.

Το κόστος παραγωγής για τη Spunta και τη Λιζέτα µπορεί να ξεπεράσει ακόµη και τα 800 µε 1.000 ευρώ το στρέµµα ανάλογα την εποχή, (µαζί µε µεταφορικά και όλες τις δαπάνες, εργατικά, φόροι), οπότε το κέρδος του παραγωγού δεν µπορεί να είναι ευφάνταστο, ιδιαίτερα όταν η απόδοση τις κακές χρονιές ανά στρέµµα σχεδόν ποτέ δεν ξεπερνά τον ένα ή ενάµισι τόνο. Τις καλές χρονιές φτάνει τους 2,5 τόνους.


Λογω των ασφαλιστρων είναι ακριβή υπόθεση η καλλιέργειά της

Η πατάτα δεν επιδοτείται ούτε από εθνικούς ούτε από κοινοτικούς πόρους, αν και διατηρεί τα λεγόµενα «ιστορικά δικαιώµατα», τα οποία µπορεί να χρησιµοποιήσει ένας παραγωγός για να έχει κάποιο όφελος, αν βεβαίως είχε κανείς καλλιεργήσει τις εποχές 2000, 2001 και 2002. Σ’ αυτή την περίπτωση η επιδότηση δεν ξεπερνά τα 30 ευρώ το στρέµµα, αν και µέχρι σήµερα το 50% σχεδόν από αυτές τις επιδοτήσεις δεν έχει φτάσει ακόµη στους τραπεζικούς λογαριασµούς των δικαιούχων καλλιεργητών.

Ούτε και οι τράπεζες βοηθάνε µε δάνεια ή άλλο είδος υποστήριξης της παραγωγής. Ακόµη κι αν ο καλλιεργητής έχει λάβει τις επιδοτήσεις για τα «ιστορικά δικαιώµατα» η µερίδα του λέοντος παρακρατείται από τον ΕΛΓΑ, όπως µας λέει ο κ. Θανάσαινας, κάνοντας τις καλλιέργειες µια πολύ ακριβή υπόθεση για τους ίδιους τους καλλιεργητές. Με άλλα λόγια, η πατάτα για να καλλιεργηθεί δίνει (στον ΕΛΓΑ) 40 ευρώ το στρέµµα.


Υπάρχουν πολλές κενές θέσεις παραγωγών στις λαϊκές, επειδή κάποιοι τα έχουν παρατήσει.

Αξίζει να σηµειωθεί ότι ο πονοκέφαλος για τους συστηµατικούς καλλιεργητές κατά τη διάρκεια της σοδειάς γίνεται µεγάλος, καθώς δεν υπάρχουν πλέον στην περιφέρεια εργατικά χέρια, αν και οι Έλληνες εργάτες έχουν αρχίσει δειλά δειλά να ξαναπλησιάζουν, πιθανόν λόγω της κρίσης και της αυξηµένης ανεργίας την εργασία στα χωράφια µε 30 ευρώ µεροκάµατο, που δεν βρίσκεται εύκολα, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα της περιφέρειας. Αλλοδαποί εργάτες υπάρχουν πάντα, αλλά πολλές φορές η µίσθωση τους, όταν δεν έχουν νόµιµα χαρτιά, γίνεται περίπλοκη, αν όχι απαγορευτική και σε κάποιες περιπτώσεις επικίνδυνη.

 

 Ξερά κρεμμύδια και όσπρια συμπληρώνουν τη σοδειά του

Ο Γιώργος Θανάσαινας όµως δεν καλλιεργεί µόνο πατάτα, αλλά και κρεµµύδια ξερά, µια ντόπια ποικιλία που λέγεται «ideal», αλλά και όσπρια. Για τα κρεµµύδια η φετινή χρονιά δεν ήταν καλή από άποψης ποσότητας και η λιανική τους τιµή είναι επίσης υψηλή όπως της πατάτας, αγγίζει τα 0,55 ευρώ το κιλό, αλλά η παραγωγή της κοστίζει περίπου στα 600 µε 700 ευρώ το στρέµµα.

Σηµειωτέον ότι µεγάλο είναι και το κόστος αποθήκευσης του κρεµµυδιού σε ιδιόκτητα ψυγεία. «Για περίπου 500 τόνους, το κόστος, µόνο για ηλεκτρικό ρεύµα, ξεπερνά τα 2.000 ευρώ το µήνα και όλα αυτά που ακούγονται για πολύ φθηνότερο αγροτικό ρεύµα είναι µύθος». Το αγροτικό τιµολόγιο, σύµφωνα µε τον κ. Γιώργο, δεν βοηθάει, αφού δεν προσφέρει σηµαντική έκπτωση. «Τα κόστη σε ρεύµα και πετρέλαιο έχουν θέσει «εκτός µάχης» τους αγρότες», τονίζει ο ίδιος µε έµφαση. «Η κατάσταση αυτή καθηλώνει και τα µεροκάµατα των εργατών γης», συµπληρώνει. «Παλιότερα, εκτός από τη λαϊκή αγορά, δίναµε και σε χονδρεµπόρους. Αλλά οι πληρωµές γίνονταν µε δυσκολία και η προµήθεια του παραγωγού ήταν πολύ µικρή», µας εξοµολογείται και συνεχίζει: «αλλά η κρίση και η αδυναµία των καταναλωτών να ψωνίσουν, κάνουν δύσκολη και τη λαϊκή αγορά. Οι καταναλωτές έρχονται και µας ζητούν ένα κιλό πατάτες. Εµείς βεβαίως θα δώσουµε και ένα κιλό και µισό αφού µας το ζητάνε, έτσι όµως δεν βγαίνει πέρα η δουλειά».

Ωστόσο, ο ίδιος συνιστά ένθερµα τη λαϊκή αγορά στους νέους παραγωγούς, παρ’ ότι οι υποχρεώσεις δεν βγαίνουν µε τις πωλήσεις κιλό-κιλό και τα τελευταία χρόνια της κρίσης ο τζίρος έχει πέσει µέχρι και 60% και από τη ζηµιά που έχουν κάνει τα σούπερ µάρκετ, που πουλάνε φρούτα και λαχανικά. Υπάρχουν όµως πολλές κενές θέσεις παραγωγών στις λαϊκές, επειδή κάποιοι τα έχουν παρατήσει.

 

Μυστικά για τους καταναλωτές

Ο κ. Θανάσαινας αποκαλύπτει στις νοικοκυρές και το µυστικό για το καλό κρεµµύδι, το οποίο «πρέπει να είναι σκληρό, να µη ζουλιέται» όπως λέει, ενώ για το ποια ποικιλία πατάτας είναι καλύτερη για τηγάνι, δηλώνει κατηγορηµατικά «η Spunta και καλό είναι να προέρχεται από την προηγούµενη σοδειά». Πάντως και οι δύο ποικιλίες πατάτας είναι καλές για το φούρνο, καθώς η ποιότητα τους ελέγχεται από τις φυτοϋγειονοµικές αρχές των περιφερειών και στο χωράφι και στον πάγκο και µάλιστα συχνότατα.

Η περιοχή της Θήβας έχει ιδανικό κλίµα για σπορά οσπρίων, όπως οι φακές, το ρεβίθι και τα φασόλια. Η ζήτηση είναι καλή και ο ίδιος διατηρεί µια µικρή παραγωγή αποκλειστικά για τον πάγκο του στη λαϊκή αγορά µε µέση λιανική τα 3 ευρώ το κιλό, τιµή που διατηρείται στο ίδιο επίπεδο τα τελευταία 10 χρόνια.

Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία