BACK TO
TOP
Special Reports

Στα 60 λεπτά στέλνουν το σύσπορο αναλύσεις προσφοράς - ζήτησης

Θετικές βραχυπρόθεσμες προοπτικές για το βαμβάκι βλέπει έκθεση του Αgrimoney

thumbnail_fakelos_exwfyllo_822

Πέτρος Γκόγκος

75
1

Στα 60 λεπτά στέλνουν το σύσπορο αναλύσεις προσφοράς - ζήτησης, ανατιμήσεις και ακριβό πότισμα στα χωράφια  

Το κάτι παραπάνω από τα σηµερινά επίπεδα των 90 σεντς ανά λίµπρα επιδιώκει σύσσωµη η διεθνής αγορά βάµβακος, τη στιγµή που στην Ελλάδα διαµορφώνονται συνθήκες για τιµή στο σύσπορο κοντά στα 60 λεπτά το κιλό. Οι έρευνες που έρχονται να αποτυπώσουν το θετικό κλίµα στην παγκόσµια αγορά αυξάνονται, όσο παράλληλα το προϊόν βελτιώνει τη χρηστική του αξία έναντι των συνθετικών ινών, οι οποίες χάνουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτηµα τόσο σε επίπεδο τιµών, µε την τιµή του αργού να έχει τετραπλασιαστεί από τα ιστορικά χαµηλά του Μαρτίου 2020, όσο και σε επίπεδο καταναλωτικών προτιµήσεων. Ωστόσο µέσα σ’ αυτό το δυναµικό για τα οικονοµικά αποτελέσµατα του κλάδου συνολικά περιβάλλον, αναπτύσσονται και προκλήσεις στο κοµµάτι της παραγωγής που έχουν να κάνουν αφενός µε την ενίσχυση του κόστους των εισροών, αλλά και µε την αβεβαιότητα της νέας κλιµατικής συνθήκης. Στην ελληνική περίπτωση που η αγορά πλέον επιτρέπει τιµή προπώλησης σύσπορου σε τιµές πάνω από τα 56 λεπτά το κιλό, ήδη οι αγρότες αναφέρουν αξιοσηµείωτες ανατιµήσεις στις εισροές, που αγγίζουν ακόµα και το 30%, καθώς και αυξηµένες απαιτήσεις σε άρδευση, όσο τα 40άρια έχουν «στραγγίξει» τα χωράφια.

Στο ειδικό αφιέρωµα της Agrenda για τη διεθνή αγορά βάµβακος, παρατίθενται οι βασικές παράµετροι που θα επηρεάσουν τις εξελίξεις τόσο από την επερχόµενη σοδειά, όσο και στις επόµενες χρονιές. Μεταξύ αυτών, σύµφωνα µε το Agrimoney, µια ειδική υπηρεσία παροχής οικονοµικών συµβουλών στον αγροτικό τοµέα, ώθηση στη ζήτηση για βαµβάκι δίνει και η έξυπνη στροφή της αγοράς ενδυµάτων στο διαδίκτυο.

Επιπλέον, η ίδια επισκόπηση στέκεται στις νοµισµατικές πολιτικές των κεντρικών τραπεζών. Σύµφωνα µε διεθνείς οικονοµολόγους και αναλυτές, η αύξηση της τιµής τους τελευταίους 12 µήνες εξακολουθεί να είναι πολύ κάτω από το ανώτατο όριο των 2 δολαρίων ανά λίµπρα (στις αρχές του 2011), όσο τα συµβόλαια βάµβακος διατηρήθηκαν σε µη βιώσιµα χαµηλά επίπεδα σχεδόν επί µια τριετία. Όσο τα σηµάδια βελτίωσης της παγκόσµιας οικονοµίας δυναµώνουν, η έκθεση καταλήγει στο συµπέρασµα ότι οι βραχυπρόθεσµες προοπτικές για τις τιµές βάµβακος παραµένουν θετικές.

Η αυξημένη κατανάλωση ωθεί την τιμή βάμβακος

Έχει ακόμα δρόμο η αγορά ως τα 2 δολάρια ανά λίμπρα που είχε κατακτήσει στον προηγούμενο κύκλο ανόδου που κορυφώθηκε το 2011, μετά από τριετή κρίση.

Με επιπλοκές στο παραγωγικό κοµµάτι και τη ζήτηση να καταγράφει σταθερή ανοδική πορεία για τα επόµενα χρόνια, οι µακροπρόθεσµες προοπτικές προδιαγράφονται αν µη τι άλλο αναπτυξιακές για τον κλάδο του βάµβακος. Ο Οργανισµός Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προβλέπει πως η παγκόσµια παραγωγή βαµβακιού θα αυξάνεται κατά 1,5% το χρόνο και το 2039 θα φτάσει του 30 εκατ. τόνους. Η κατανάλωση κατά την ίδια περίοδο προβλέπεται να αυξηθεί κατά ελαφρώς χαµηλότερο επίπεδο του 1,3% το χρόνο. Ωστόσο, στα 18 χρόνια που µεσολαβούν υπάρχουν πολλοί παράγοντες που µπορούν να αποτρέψουν τέτοιες µακροπρόθεσµες προβλέψεις.

Οι νέες κλιµατικές συνθήκες µπορούν ωστόσο να επιδράσουν καθοριστικά στην εξίσωση που αποτυπώνουν οι εκτιµήσεις. Σύµφωνα µε έρευνα που δηµοσιεύθηκε τον περασµένο Ιούνιο «το παγκόσµιο παραγωγικό µοντέλο βαµβακιού θα αναγκαστεί να αλλάξει µπροστά στις δραµατικές αλλαγές που επιφέρουν οι υψηλότερες θερµοκρασίες. H συντριπτική πλειοψηφία των περιοχών βαµβακοκαλλιέργειας θα εκτεθεί σε συνθήκες ξηρασίας µέχρι το 2040 και η έλλειψή νερού φαίνεται να αποτελεί ένα από τα σηµαντικότερα κλιµατικά ρίσκα για πιο παραγωγικές περιοχές βαµβακοκαλλιέργειας παγκοσµίως.

Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν πως η Συµφωνία του Παρισιού για τη διατήρηση της αύξησης της παγκόσµιας θερµοκρασίας κάτω από τους 2ΟC µε βάση τα προβιοµηχανικά επίπεδα, µπορεί να επιτευχθεί. Από την άλλη πλευρά, ενώ οι γεωργικοί λογαριασµοί σχετικά µε τη χρήση νερού δείχνουν αυξηµένη κατανάλωση κατά 70%, το βαµβάκι είναι υπεύθυνο για το µόλις 3% αυτού. Επιπλέον, το βαµβάκι έχει υψηλή ανθεκτικότητα σε συνθήκες ξηρασίας.

Παράλληλα, η δυναµική του βαµβακιού κατά το 2020 -2022 σχετίζεται µε το αρνητικό αντίκτυπο που είχε η παγκόσµια πανδηµία του κορωνοϊού, δηλαδή πώς εξελίσσεται η ζήτηση από το κανάλι της ένδυσης που παρουσίασε έντονες οικονοµικές διακυµάνσεις, καθώς και πώς οι οικονοµίες βγαίνουν από τα συντρίµµια που προκλήθηκαν από τον κορωνοϊό και τον τρόπο που οι κυβερνήσεις το αντιµετώπισαν.

Ο γενικός κανόνας θέλει την παγκόσµια χρήση βαµβακιού να αυξάνεται και να περιορίζεται σε συνάρτηση µε τις συνολικές παγκόσµιες οικονοµικές επιδόσεις. Μια έκθεση από το Κογκρέσο των Ηνωµένων Πολιτειών Αµερικής τον φετινό Ιούνιο έδειξε πως η παγκόσµια οικονοµική ύφεση ήταν γύρω στο 4,5 6% το 2020 και πως αντίστοιχα το παγκόσµιο εµπόριο µειώθηκε πάνω από 5%.

Το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο (IMF) προβλέπει την παγκόσµια οικονοµική ανάπτυξη στο 6% το 2021 και στο 4,4% το 2022, συγκριτικά µε την 3,3% µείωση του 2020.

Αν συµβεί αυτή η οικονοµική ανάκαµψη, θα πρέπει να οδηγήσει και σε τόνωση των οικονοµικών στοιχείων των εκκοκκιστηρίων σχολιάζει το «πόρισµα» της υπηρεσίας Agrimoney.

Στο ίδιο πνεύµα και η ∆ιεθνής Συµβουλευτική Βάµβακος (ICAC), αναµένει πως θα υπάρχει βελτίωση 13% το 2020-2021 και 1-3% το 2021-2022. Η οικονοµική ανάλυση της ICAC σχολιάζει ενδευκτικά: «∆εν πιστεύω πως έχει συνειδητοποιήσει κανείς το µέγεθος της οικονοµικής ανάκαµψης που θα επέλθει, ειδικά για την Κίνα».

Η µεγάλη ανατροπή στην αγορά που φτιάχνει βάση στα 90 σεντς

Η µελλοντική τιµή του βαµβακιού έχει ανέβει γρηγορότερα και υψηλότερα τους τελευταίους 12 µήνες σε σχέση µε το αναµενόµενο. Το White Paper της Agrimoney την περασµένη χρονιά εκτιµούσε βάσει της τότε ανάλυσης ότι τα συµβόλαια θα διαπραγµατεύονται στα 55-65 σεντς ανά λίµπρα.

Στην πραγµατικότητα τα συµβόλαια αυτά αυξήθηκαν από τα τέλη Μαρτίου του 2020 σχεδόν 50 σεντς και συνεχίζουν να αυξάνονται. Έχει κερδίσει πάνω από το 75% τους τελευταίους 12 µήνες. Οι κερδοσκοπικές επενδύσεις, τροφοδοτούµενες από πολιτικές για φθηνό χρήµα από κεντρικές τράπεζες, αποτελούν σοβαρό παράγοντα πίσω από την ενίσχυση της τιµής που έχει υπερβεί τα 90 σεντς ανά λίµπρα. Η τιµή του εξακολουθεί να είναι πολύ χαµηλά σε σχέση µε την εικοσαετή κορυφή που είχε κατακτήσει, πάνω από 212 σεντς τον Φεβρουάριο του 2011.

Ο «χαμένος» πολυεστέρας και το on line ράλι ένδυσης

Σχεδόν το 40% των ινών που παράγονται παγκοσµίως προέρχονται από το βαµβάκι, µε τις περισσότερες από τις υπόλοιπες ίνες να είναι συνθετικά υλικά µε βάση το αργό πετρέλαιο, η τιµή του οποίου έχει σχεδόν τετραπλασιαστεί από την κατάρρευση του τον περσινό Μάρτιο του 2020. Όπως επεσήµανε η Λορένα Ρουίζ, οικονοµική αναλύτρια της ICAC, ο µεγαλύτερος ανταγωνιστής του βαµβακιού είναι οι συνθετικές ίνες. «Εµείς είµαστε πάντα ανταγωνιστικοί ενάντια στον πολυεστέρα. Πιστεύω πως είναι πολύ σηµαντικό οι παραγωγοί να έχουν το νου τους την τιµή του πολυεστέρα, και και πόσο µεγάλο είναι το κενό ανάµεσα σ’ αυτό και στην τιµή του βαµβακιού. Αν δεις µεγάλη διαφορά και η τιµή του βαµβακιού είναι σηµαντικά πιο ανεβασµένη από τις συνθετικές ίνες, τότε εδώ κρύβεται το κίνητρο για τους παραγωγούς του βαµβακιού».

Το 2011 η άνοδος της τιµής του βαµβακιού ενθάρρυνε τη µείωση του ποσοστού του βαµβακιού που προορίζεται για ανάµειξη µε τις συνθετικές ίνες.

Σηµειώνεται ότι η Κίνα είναι ο µεγαλύτερος παραγωγός συνθετικών ινών, καθώς παράγει περίπου 63 εκατ. τόνους πολυεστέρα και περίπου 4 εκατ. τόνους βισκόζη.

Η πανδηµία του covid-19 παραµένει ιδιαίτερα δύσκολη για το βαµβάκι, η µεγαλύτερη χρήση του οποίου γίνεται για ρούχα. Προς το παρόν, η ανάκαµψη στη ζήτηση, το µόνο που έκανε ήταν να µας πάει πίσω στην περίοδο πριν την πανδηµία. Η παγκόσµια χρήση για το 2018 ήταν περίπου 26 εκατ. τόνους, ενώ λόγω της πανδηµίας , η παγκόσµια χρήση έπεσε στους 22 εκατ. τόνους (µιωµένη 15% από το 2018). Σύµφωνα µε τον Μπρους Άθερλεϊ, διευθυντή της ICAC, η κατανάλωση βαµβακιού έπεσε κατά 15% το 2019-2020, ενώ για το 2020-2021, προσδοκούσε αύξηση της κατανάλωσης κατά 13%. Το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ προέβλεπε τον Ιούλιο ότι το 2021-2022 «αυξηµένη κατανάλωση µε χαµηλό εµπόριο και αποθέµατα».

Περίπου το 60% των κοµµατιών των γυναικείων ενδυµάτων περιέχει βαµβακερές ίνες, µε το 40% να είναι εξολοκλήρου βαµβάκι. Τα αντρικά ενδύµατα σε ποσοστό 70% περιέχουν έστω και λίγο βαµβάκι. Σύµφωνα µε έκθεση της συµβουλευτικής McKinsey, η µέση κεφαλοποιηµένη αγορά ενδυµάτων και µόδας έπεσε κατά 40% περίπου µεταξύ της αρχής του Ιανουαρίου και το Μάρτιο του 2020. Στην παρουσίαση του McKinsey, τα έσοδα από την παγκόσµια βιοµηχανία µόδας (ενδύµατα και υποδήµατα) µειώθηκαν κατά 27-30% το 2020, ενώ προσδοκάται πως η συνολική βιοµηχανία ένδυσης θα δείξει έστω µια µικρή αύξηση 2-4% το 2021 συγκριτικά µε το 2019.

Οι διαδικτυακές αγορές ενδυµάτων απόλαυσαν µια «καυτή» πανδηµία. Στις Ηνωµένες Πολιτείες αυτού του είδους οι πωλήσεις αναπτύχθηκαν κατά περίπου 22% το 2020 σύµφωνα µε µια εκτίµηση, ενώ οι αγορές ενδυµάτων µε φυσική παρουσία µειώθηκαν κατά 40%. Οι πωλήσεις µέσω διαδικτύου στις Ηνωµένες Πολιτείες υπολογίζονται γύρω στο 46% επί των συνολικών πωλήσεων για το 2020, σχεδόν τρεις φορές υψηλότερα από το 2018.

Σύµφωνα µε τη Mastercard, οι πωλήσεις ρούχων µέσω διαδικτύου αυξήθηκαν κατά 47% από τον Φεβρουάριο αυτής της χρονιάς. Χωρίς το Internet και της ψηφιοποιηµένες αγορές η αγορά του βαµβακιού -και πολλές άλλες – θα βρίσκονταν σε απελπιστική κατάσταση.

Πάνω από τα 90 σεντς η τιμή τον Φεβρουάριο με Μάρτιο 2021

Στους εξωγενείς παράγοντες η Κίνα, οι νομισματικές πολιτικές τραπεζών, η πορεία της Covid-19.

Πολλοί είναι οι εξωγενείς παράγοντες που θα µπορούσαν να ασκήσουν επιρροή στην τιµή του βαµβακιού για τους επόµενους δώδεκα µήνες.

Η τύχη της αγοράς εξαρτάται, εν µέρει, από τις σχέσεις Ηνωµένων Πολιτειών και Κίνας. Ο πρόεδρος Biden έχει τοποθετηθεί µέχρι τώρα µε αυστηρό ύφος έναντι του Πεκίνου, αλλά δεν υπάρχουν επίσηµες πληροφορίες σχετικά µε το αν η εµπορική συµφωνία που υπογράφηκε µεταξύ του προκατόχου του και της Κίνας θα ακυρωθεί ή αν θα επεκταθεί.

Πάντως όλο και ενισχύονται οι προσπάθειες των Ηνωµένων πολιτειών να απορρίψουν το βαµβάκι που παράγεται από την επαρχεία Xinjiang, το βασικό παραγωγικό κέντρο της Κίνας, επικαλούµενη παραβάσεις ανθρωπίνων δικαιωµάτων τόσο στα χωράφια όσο και στα εκκοκιστήρια της περιοχής.

Ένας άλλος παράγοντας που χρήζει παρακολούθηση είναι η αναπόφευκτη ανάπτυξη µεταλλάξεων της Covid-19 και πώς οι κυβερνήσεις θα απαντήσουν σε αυτές, ίσως µε την επιβολή νέων µέτρων «καραντίνας» που θα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην οικονοµική ανάκαµψη.

Θα υπάρχουν επίσης νοµισµατικές πολιτικές των Κεντρικών Τραπεζών που θα παίξουν σηµαντικό ρόλο. Επί του παρόντος, η Οµοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve) και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχουν επικεντρωθεί στα στοιχεία που διαµορφώνουν τον πληθωρισµό. Έχουν αγωνία να µην κινδυνεύσουν η οικονοµική ανάκαµψη µε πρόωρη αύξηση των επιτοκίων.

Και µετά υπάρχουν γεγονότα «µαύρου κύκνου», που µπορεί να µας εκπλήξουν όλους. Για παράδειγµα, η κακοκαιρία µπορεί να διαταράξει τις συνθήκες και να φέρει απρόσµενο χάος.

Πέρα από αυτά, η τιµή του βαµβακιού αυξήθηκε πάνω από 90 σεντς ανά λίµπρα το διάστηµα Φεβρουάριος-Μάρτιος 2021, το οποίο συνέβη όταν οι αγρότες του Βόρειου ηµισφαίριου αποφάσισαν για την καλλιέργεια του 2021-2022.

Από το τέλος του Ιουνίου είχε γίνει σπορά βαµβακιού σε ΗΠΑ, Κίνα, Πακιστάν και στη βόρεια περιοχή της Ινδίας, εκτάσεις που µαζί υπολογίζεται ότι θα δώσουν περίπου το 70% της παγκόσµιας παραγωγής βαµβακιού.

Η θεµελιώδης κατάσταση προσφοράς – ζήτησης του βαµβακιού για το 2021-2022 είναι προς το παρόν πιο σφιχτή από ποτέ, αναφέρουν οι αναλυτές.

∆εδοµένης µιας σταθερής οικονοµικής ανάκαµψης των δυτικών αγορών και συνεχόµενης πολιτικής «εύκολων χρηµάτων» από τις κορυφαίες κεντρικές τράπεζες, οι προοπτικές δείχνουν πιο στραβές προς µια επανάληψη του 2011 απ’ ότι µια αποχώρηση από το 2020

Οι προσδοκίες για την παραγωγή βαµβακιού το 2021-2022 από το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ αφορούσαν µεγαλύτερες καλλιέργειες, εκτός από την Κίνα, µε την Ινδία να αναµένεται να αποµακρύνει την Κίνα από την κορυφή της παραγωγής µε ποσότητα 6,3 εκατ. τόνους και η Κίνα µε µε 5,8 εκατ. τόνους, 9% µείωση από χρονιά σε χρονιά.

Η Κίνα, σύµφωνα µε τα στοιχεία, είναι η δεύτερη χώρα παγκοσµίως µε τη µεγαλύτερη παραγωγή βαµβακιού, εκπροσωπεί το 25 % της συνολικής παγκόσµιας παραγωγής. Επιπλέον, αποτελεί τον µεγαλύτερο βαµβακουργό παγκοσµίως, υπολογίζεται πως είναι τρίτος στην κατανάλωση ακατέργαστων ινών βαµβακιού στον κόσµο, καθώς κάνει τις περισσότερες εξαγωγές και είναι και ο µεγαλύτερος παραγωγός βαµβακερών υφασµάτων και ενδυµάτων.

Το 2020-2021 η παραγωγή είναι πιθανό να έχει κλείσει στους 6 εκατ. τόνους, αµετάβλητη από την προηγούµενη χρονιά, καθώς η κατανάλωση ήταν πάνω από 8 εκατ. τόνους, σχεδόν 9% υψηλότερα κάθε χρόνο.

Η Κίνα έχει ξεκινήσει να πουλάει περίπου 600.000 τόνους (2,75 εκατ. δέµατα) από κρατικά αποθέµατα. Αυτές οι πωλήσεις θα διαρκέσουν µέχρι τον Οκτώβριο. Το υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ ανακοίνωσε τον Ιούλιο πως το συνολικό απόθεµα εκτιµάται να είναι 1,5 µε 1,7-εκατ. τόνοι από ξένο βαµβάκι (κυρίως από Ηνωµένες Πολιτείες και Βραζιλία), 1,1 εκατ. τόνους από κινέζικο βαµβάκι από καλλιέργειες του 2011-2013, και 375 τόνους από την καλλιέργεια του 2019.

Το µέγεθος της προσφοράς αυτής της περιόδου είναι µόνο ελάχιστα υψηλότερη από τις πωλήσεις του 2020 και κάτω από 1 εκατ. πωληµένα το 2019.

Σχόλια (1)
Προσθήκη σχολίου

16-08-2021 17:09Μάριος Μακρής

Πολύ καλά εμπειροσταθμικη...ανάλυση! Έχει 'πιάσει' όλες τις παραμέτρους που επηρεάζουν την τιμή!Οψόμεθα!

Απάντηση
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία