Συχνά ωστόσο, διαφεύγει της προσοχής το γεγονός ότι η έκταση του ελληνικού αµπελώνα έχει περιοριστεί σχεδόν κατά το 1/4. Όπως προκύπτει από στοιχεία που έχει σταχυολογήσει ο γενικός διευθυντής της ΚΕΟΣΟΕ, Παρασκευάς Κορδοπάτης, η συνολική έκταση της αµπελοκαλλιέργειας στη χώρα προσµετράται στα 636.137 στρµ. το 2016, από 817.435 µέχρι το 1990.
Την ίδια στιγµή, ο αριθµός των αµπελοκαλλιεργητών παραµένει µεγάλος, καθώς υπολογίζεται στους 155.660 κατόχους εκµεταλλεύσεων, µε το µέσο µέγεθος εκµετάλλευσης ανά παραγωγό να περιορίζεται σε µόλις 3,95 εκατ. στρέµµατα. Αντίστοιχη είναι και η µείωση της παραγωγής, η οποία από τα 3.526 εκατόλιτρα το 1990 υπολογίζεται το 2017 σε 2.460 εκατόλιτρα, µε τον αριθµό των οινοποιείων να αυξάνει από τα 700 στα 1.200. Σηµειωτέον ότι στην Αργεντινή, µε επταπλάσια παραγωγή οίνου σε σύγκριση µε αυτή της Ελλάδας, ο αριθµός των οινοποιείων περιορίζεται στα 700.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει πάντως και το ποιοτικό στοιχείο στη διάρθρωση του αµπελώνα, µε βάση το οποίο πάνω από 20 στρµ. διαθέτουν εκµεταλλεύσεις που αφορούν στο 2,79% των παραγωγών, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 28,34% των εκτάσεων. Αυτό το λιγότερο από 3% των παραγωγών που διαχειρίζεται κοντά στο 30% των καλλιεργούµενων µε οινοστάφυλα εκτάσεων, είναι αυτό που πέτυχε την τεράστια διαφοροποίηση για το ελληνικό κρασί τα τελευταία χρόνια και πιθανότατα αυτό που σέρνει το κάρο της ανάπτυξης της αµπελουργίας. Αν περιοριστούµε στους µέσους όρους ή στις κοινωνιολογικές αναλύσεις που βλέπουν το φως της δηµοσιότητας, ο αµπελοοινικός κλάδος επιβεβαιώνει, µε τον πιο εµφαντικό τρόπο, τη µετάβαση από την κοινωνία των 2/3 στην κοινωνία του 1/3.
Μέχρι τα µέσα του 2000 (π.χ. Ολυµπιακοί 2004), δύο στους τρεις Έλληνες είχαν ή µπορούσαν να αποκτήσουν ένα ευρωπαϊκό επίπεδο ζωής, αλλά ένας στους τρεις κινδύνευε µε οικονοµική και κοινωνική περιθωριοποίηση. Το 2018 συµπληρώνεται µια δεκαετία κρίσης µε τη βασική αλλαγή να είναι το πέρασµα από την κοινωνία των δύο τρίτων –την οποία συνηθίζαµε να κατακρίνουµε- στην κοινωνία του ενός τρίτου.
Σήµερα, ένας στους τρεις Έλληνες έχει ή µπορεί να ελπίζει σε ευρωπαϊκό επίπεδο ζωής, ενώ δύο στους τρεις κινούνται µεταξύ αυστηρής λιτότητας και επαγγελµατικού και κοινωνικού περιθωρίου. Αδιάψευστος µάρτυρας, η πετυχηµένη, κατά τα λοιπά, ελληνική αµπελουργία!