Υποτονική ζήτηση χαρακτηρίζει την αγορά πατάτας τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, µε την τιµή ωστόσο να έχει τσιµπήσει περί τα 5 λεπτά το κιλό, στις τελευταίες ποσότητες της φθινοπωρινής που διακινούνται στο εµπόριο. Να σηµειωθεί ωστόσο ότι τα 40 λεπτά µε τα οποία αγοράζουν οι χονδρέµποροι δεν διαµορφώνουν επίπεδα τιµών αντίστοιχα µε εκείνα του Ιανουαρίου 2019, όταν η πατάτα στο χωράφι έπιανε τα 65 λεπτά το κιλό.
Καλλιεργητικά η φθινοπωρινή πατάτα στην Ηλεία δυσκόλεψε τους καλλιεργητές, αφού ο βροχερός καιρός έπληξε την παραγωγή ποιοτικά και ποσοτικά. Τέλη Μαρτίου αναµένονται οι πρώτες θερµοκηπιακές πατάτες στην περιοχή, ενώ από τον Απρίλιο αναµένονται οι ανοιξιάτικες. Σύµφωνα µε πληροφορίες, στην Ηλεία, που συνιστά µεγάλο παραγωγικό κέντρο, υπολογίζεται ότι έχουν µπει περισσότερες πατάτες σε σχέση µε την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι.
Στην Ολλανδία, η οποία δίνει τον παλµό στην ευρωπαϊκή αγορά πατάτας η εικόνα δεν διαφέρει πολύ. Η ζήτηση είναι συγκρατηµένη, χωρίς ωστόσο να προκαλεί ανησυχίες στους συντελεστές. Πάντως είναι πιο εύκολο να αγοράσει κανείς πατάτες παρά να πουλήσει, σύµφωνα µε το freshplaza, που επικαλείται Ολλανδό έµπορο.
Διαβάστε επίσης: Με νέες συσκευασίες οσπρίων και 5 καινούργιες ρυζογκοφρέτες η Agrino
Την ίδια στιγµή στη Γαλλία εκφράζονται διαµαρτυρίες για τα συµβόλαια που προτάθηκαν σε παραγωγούς, µε τη Γαλλική Ένωση Παραγωγών Πατάτας να υποστηρίζει πως οι τιµές αυτές δεν λαµβάνουν υπ’ όψιν τα αυξηµένα έξοδα παραγωγής που είχαν οι καλλιεργητές στο δεύτερο µισό του 2019. Οι Γάλλοι παραγωγοί εξηγούν ότι το τελευταίο διάστηµα καταργήθηκαν δραστικές ουσίες που χρησιµοποιούσαν, ενώ παράλληλα αυξήθηκε η τιµή του νερού σε συνδυασµό µε µια σειρά δευτερευουσών περιβαλλοντικών υποχρεώσεων, οι οποίες σε κάθε περίπτωση αύξησαν ουσιαστικά το κόστος παραγωγής.
Πάντως γενικά οι παραγωγοί πατάτας στην Ευρώπη έρχονται αντιµέτωποι µε έναν αυξανόµενο ανταγωνισµό τόσο στο εσωτερικό της κοινοτικής αγοράς όσο και από Τρίτες χώρες. Στο εσωτερικό, οι µεγάλες αλυσίδες λιανικής, στο πλαίσιο του µεταξύ τους ανταγωνισµού, πιέζουν συνεχώς για µεγαλύτερες παραγγελίες σε πιο ανταγωνιστικές τιµές, οδηγώντας σε αύξηση των καλλιεργούµενων εκτάσεων σε χώρες όπως το Βέλγιο και την Ολλανδία, ενώ παράλληλα ο αγώνας για τις αγορές της Βορείου Αµερικής και της Ασίας, υποχρεώνουν σε εισαγωγές άλλων αγροτικών προϊόντων, γεγονός αντιφατικό ως προς τα συµφέροντα των παραγωγών.