BACK TO
TOP
Σπάνιες Μελέτες

Χωρίς υπεραξία τα εγχώρια αγροτικά προϊόντα, πίσω κατά 84% από ΕΕ

Λιγότερη προστιθέμενη αξία διαθέτουν τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με την ασθενική παραγωγικότητα να αφορά κυρίως στο τομέα της μεταποίησης η οποία απέχει χοντρικά κατά 84% από τις επιδόσεις της Ευρώπης.

Grammi-paragwgis-piperies-2

113
1

Η προστιθέμενη αξία της πρωτογενούς παραγωγής είναι περίπου η μισή της Ε.Ε. ανά εκμετάλλευση, ενώ η προστιθέμενη αξία της διατροφής (μεταποίηση, διανομή και εστίαση) ανά εκμετάλλευση υπολείπεται κατά 84% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Τα παραπάνω προκύπτουν από την προσέγγιση που επιχειρεί σε άρθρο του ο Κώστας Καραντινινής, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Γεωπονικών Επιστημών Σουηδίας (SLU), το οποίο φιλοξενείται στον ιστότοπο του διαΝΕΟσις. Εκεί ο καθηγητής καταπιάνεται με τις επιπτώσεις της πανδημίας στην ελληνική αγροδιατροφή, εξετάζοντας παράλληλα τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκε ο συγκεκριμένος τομέας μέσα από την οικονομική κρίση της δεκαετίας 2008-2017. Υποστηρίζει λοιπόν ότι η προστιθέμενη αξία της αγροδιατροφής, έχει μεγάλα περιθώρια βελτίωσης και η κατανομή του θα πρέπει να γίνει με κριτήρια ανάπτυξης και αντίστοιχης συμβολής στους εθνικούς στρατηγικούς στόχους.


Ελάχιστο ποσοστό προστιθέμενης αξίας επιστρέφει στους αγρότες

Η απόσταση ανάμεσα στις επιδόσεις υπεραξίας της ελληνικής αγροδιατροφής από την ευρωπαϊκή, ειδικά στον τομέα της μεταποίησης, έχει μεγαλύτερη σημασία αν λάβουμε υπόψη ότι στην Ε.Ε. η μισή σχεδόν παραγωγή (49%) διακινείται μέσω συνεταιρισμών, άρα και ένα αντίστοιχο ποσοστό της προστιθέμενης αξίας επιστρέφει στους ιδιοκτήτες-παραγωγούς, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα είναι μόλις 8%. Σε αυτό το πνεύμα, μπορεί να συμπεράνει κανείς, πως εφόσον το μεταποιημένο προϊόν καταφέρει να προσεγγίσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η δυνατότητα βελτίωσης των οικονομικών επιδόσεων των αγροτικών εκμεταλλεύσεων αυξάνεται σημαντικά, ειδικά στις περιπτώσεις κάθετων μονάδων και συνεταιριστικών εγχειρημάτων, όπου το ποσοστό προστιθέμενης αξίας που επιστρέφει στον παραγωγό είναι μεγαλύτερο.

Ο κ. Καραντινινής, στέκεται και στο γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων αγροτών ασκεί τη γεωργία χωρίς ιδιαίτερες συστηματικές γνώσεις, με μόνο εφόδιο την πρακτική εμπειρία, αφού μόλις 5,5% των Ελλήνων γεωργών έχουν παρακολουθήσει κάποια βασική εκπαίδευση (20,2% στην Ε.Ε.), ενώ ελάχιστοι έχουν πλήρη γεωργική εκπαίδευση.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «Τα κλάσματα της ελληνικής γεωργίας μπορούν να βελτιωθούν είτε αυξάνοντας τον αριθμητή (μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία), είτε μικραίνοντας τον παρονομαστή (λιγότεροι δικαιούχοι). Στον παρονομαστή, είναι προφανές ότι δεν μπορούν να συμβάλουν, ούτε και να επιβιώσουν όλες ανεξαιρέτως οι μικρές εκμεταλλεύσεις, άρα ο παρονομαστής θα συνεχίσει να μειώνεται. Το μικρό μέγεθος όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί με συλλογικές δράσεις, με γνώση και με διαρκή ενημέρωση, με την επιχειρηματικότητα, την καινοτομία και με τη διαρκή συστηματική προσαρμογή στις ανάγκες της αγοράς, της τεχνολογίας και των επιστημονικών εφαρμογών. Ο αριθμητής του κλάσματος, η προστιθέμενη αξία της αγροδιατροφής, έχει μεγάλα περιθώρια βελτίωσης και η κατανομή του θα πρέπει να γίνει με κριτήρια ανάπτυξης και αντίστοιχης συμβολής στους εθνικούς στρατηγικούς στόχους. Στον αριθμητή, όχι μόνο αριθμητικά αλλά και ποιοτικά, θα πρέπει να στοχεύσει η εθνική στρατηγική για την αγροδιατροφή».

Σε ό,τι α φορά στις επιπτώσεις της πανδημίας στην ελληνική αγροτική παραγωγή, ο ίδιος εντοπίζει τέσσερις σημαντικές αλλαγές. Αυτές "γίνονται σταδιακά εμφανείς στην αγροδιατροφή που έχουν επιπτώσεις περισσότερο στη δομή παρά στον όγκο της ζήτησης: οι καταναλωτικές προτιμήσεις, το εισόδημα, οι διακοπές στις εφοδιαστικές αλυσίδες και η αβεβαιότητα".

Η μείωση του εισοδήματος των καταναλωτών που επέφερε η πανδημία θα έχει σοβαρότερες επιπτώσεις στο μέλλον, τονίζει. "Χαμηλότερο εισόδημα σημαίνει στροφή προς φθηνότερο τρόφιμο, κυρίως κατανάλωση στο σπίτι και λιγότερο εκτός".
Στα θετικά, το γεγονός ότι παρατηρείται μια αύξηση της κατανάλωσης τροφίμων που θεωρούνται ότι ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα. "Η μεγάλη αλλαγή στην κατανάλωση τροφίμων έγινε εμφανέστερη κατά τη διάρκεια της πανδημίας με το κλείσιμο ουσιαστικά όλων των HORECA (ξενοδοχεία, εστιατόρια, catering), γενικά των χώρων φαγητού "έξω" με εξαίρεση κατά ένα μέρος των "ντελίβερι". Αυτό ίσως δεν έχει μεγάλες επιπτώσεις στη συνολική κατανάλωση θερμίδων, πρωτεϊνών και άλλων θρεπτικών συστατικών απαραίτητων για τη ζωή, αλλάζει όμως σημαντικά τη διάρθρωση της κατανάλωσης τροφής" συμπεραίνει.

Σε αυτό το πλαίσιο, καθίσταται αναγκαία η αξιοποίηση των ευκαιριών που ξεδιπλώνονται σε μια κρίση και μάλιστα άμεσα.  Μάλιστα ο κ. Καραντινινής, θεωρεί πως είναι «εθνική υπόθεση» η γεωργία επειδή απέδειξε ότι μπορεί να κρατήσει σταθερό το εισόδημα και την απασχόληση στην ελληνική περιφέρεια. «Για να το επιτύχει όμως αυτό η χώρα, απαιτείται άμεσα μια συντονισμένη εθνική στρατηγική. Επειδή αφορά ένα κοινό εθνικό αγαθό, η στρατηγική αυτή δεν μπορεί να ξεκινά μόνο από τα γραφεία της πλατείας Βάθη. Χρειάζεται και ένας άλλος φορέας-θεσμός που να ενσωματώσει όλους τους εταίρους της αγροδιατροφής. Εκτός από τους αγρότες πρέπει να συμμετέχουν και οι εταίροι της μεταποίησης, της διανομής, της εστίασης και του τουρισμού, καθώς και όλο το σύστημα των αγροτικών εισροών, ακόμη και οι τελικοί καταναλωτές».

Σχόλια (1)
Προσθήκη σχολίου

27-08-2020 16:20Γρηγοριος Μπαρμπουτης

Αυτό συμβαίνει γιατί η ενχωριοι μεταποιητες και βιομήχανοι που ασχολούνται με την αγροτική παραγωγή εκμεταλλεύονται τους αγρότες για να τα παιρνουν όλα τσάμπα και δεν τους ενδιαφέρει τίποτε αλλο

Απάντηση
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία