Η πρώτη extra large φάρμα με αγελάδες ανοίγει στο Διδυμότειχο μέσα στο 2024
Λίγους µήνες µετά θα ακολουθήσει µια δεύτερη XL µονάδα στην Ξάνθη, η οποία έχει παραγγείλει ήδη τον εξοπλισµό και περιµένει να αρχίσει η εγκατάστασή του, ενώ σταδιακά µπαίνουν στο… χορό του τεχνολογικού εκσυγχρονισµού των εκτροφών τους αγελαδοτρόφοι και στην υπόλοιπη χώρα, οι οποίοι θεωρούν πως πρόκειται για µονόδροµο για τον κλάδο.
Οι εξόχως ενδιαφέρουσες πληροφορίες, για τις επερχόµενες εξελίξεις στην εγχώρια γαλακτοπαραγωγό αγελαδοτροφία, προέκυψαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού που οργάνωσε το Lely Center Θεσσαλονίκης, από τις 6 έως τις 9 Νοεµβρίου στη Μάντοβα της Βόρειας Ιταλίας. Τις ηµέρες εκείνες, αγελαδοτρόφοι από 18 επιλεγµένες φάρµες της Μακεδονίας, της Θράκης, της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Πελοποννήσου, µαζί µε την Agrenda, είχαν την ευκαιρία να ξεναγηθούν σε πρότυπες µονάδες της περιοχής, που κάθε µια της είχε κάτι να… αφηγηθεί.
Πάνω από 120.000 γαλακτοπαραγωγικές αγελάδες στη Μάντοβα
Η επιλογή της Μάντοβα κάθε άλλο παρά τυχαία έγινε, καθώς, όπως µας ενηµέρωσαν στελέχη του τοπικού Lely Center, αποτελεί µε διαφορά την πλέον πυκνοκατοικηµένη αγελαδοτροφική περιοχή της Ιταλίας. Είναι ενδεικτικό πως σε ακτίνα χρονικής απόστασης µόλις 1 ώρας, από την οµώνυµη κωµόπολη, εκτρέφονται περισσότερες από 120.000 αγελάδες γαλακτοπαραγωγής. Πάνω – κάτω, δηλαδή, όσες σε όλη την Ελλάδα. Εκεί, επίσης, λειτουργούν ορισµένες από τις πιο σύγχρονες ροµποτικές φάρµες στην Ευρώπη, µε έως και 11 ροµπότ αρµεγής, ενώ το γάλα που παράγεται τοπικά, αξιοποιείται σε φηµισµένα ΠΟΠ ιταλικά τυριά, όπως το Parmigiano και το Grana Padano.
Αντλώντας γνώση από την πλούσια εµπειρία των Ιταλών
Στις επισκέψεις που έγιναν σε συνολικά πέντε αγελαδοτροφικές φάρµες -όλες ροµποτικές, η πιο µικρή είχε 235 αρµεγόµενες αγελάδες και η πιο µεγάλη 530 ζώα, µε στησίµατα από 35 έως και 40 κιλά ανά αγελάδα- τα µέλη της αποστολής άδραξαν την ευκαιρία και δεν περιορίστηκαν να µάθουν λεπτοµέρειες µόνο για τα ροµποτικά συστήµατα, που βρέθηκαν στην αιχµή των συζητήσεων µε τους Ιταλούς αγελαδοτρόφους. Πολλά ήταν τα ερωτήµατα, επίσης, σε σχέση µε τη διατροφή των ζώων, για τη διαχείρισή τους το χρόνο αµέσως µετά τον τοκετό, την οµαδοποίησή τους, τη χρήση των χώρων διαχωρισµού, τα γενετικά τους χαρακτηριστικά, τα συστήµατα αερισµού και δροσισµού και πώς όλες αυτές οι παράµετροι επηρεάζουν τις αποδόσεις του κοπαδιού.
Επιπλέον, ζητήθηκαν λεπτοµέρειες για το κόστος παραγωγής (σ. σ. 8-9 ευρώ την ηµέρα ανά αγελάδα το σιτηρέσιο και 2 ευρώ εργατικά και λοιπά), την τιµή του αγελαδινού γάλακτος («παίζει» στα 50-51 λεπτά το κιλό, συν bonus ποιότητας, συν ΦΠΑ) και του πετρελαίου (υπάρχει αγροτικό πετρέλαιο µε 1,10 ευρώ το λίτρο) και την κατάσταση στην αγορά ζωοτροφών. Πολλά ερωτήµατα υπήρξαν για το πώς χρηµατοδοτούνται και πώς αποπληρώνονται στην Ιταλία οι επενδύσεις σε υποδοµές (βαριές κατασκευές, µε τσιµέντο και από το νόµο υποχρεωτικά µε αντισεισµικό σχεδιασµό) και σε εξοπλισµό, αλλά και για ζητήµατα που σχετίζονται µε το εργατικό δυναµικό (πόσο βοηθούν τα ροµποτικά στη µείωσή του) και ως προς το κόστος τους (ο καθαρός µισθός είναι στα 2.200 – 2.500 ευρώ) και ως προς την ευκολία εύρεσής του, αλλά και για το µορφωτικό επίπεδο, το οποίο απαιτείται πλέον για να εργαστεί κάποιος στις ροµποτικές εκτροφές τους.
Στόχος του Lely Center Θεσσαλονίκης η δικτύωση των παραγωγών
Η σύνθεση της ελληνικής αντιπροσωπείας στήθηκε πάντως µε τέτοιο τρόπο, ώστε να ευνοεί τη ζύµωση και µεταξύ των µελών που συµµετείχαν. Για την καλύτερη δικτύωση της αντιπροσωπείας, οι οργανωτές του ταξιδιού έστησαν, τη δεύτερη ηµέρα, µια έξυπνη δράση, χωρίζοντας σε τέσσερις οµάδες τους µετέχοντες ώστε να µοιραστούν απορίες, προβληµατισµούς και λύσεις.
Από τους «Willing» (αυτοί που σκέφτονται να βάλουν ροµποτικό) και τους «Waiting» (σε αναµονή εγκατάστασης) η Ανατολή Σεµερτζίδου (Κοζάνη) και ο Σταύρος Γεωργαντζής (Ξάνθη), ανέφεραν µεταξύ άλλων, πως οι λόγοι που τους ώθησαν όσους ανήκουν στις κατηγορίες αυτές να εξετάσουν την υιοθέτηση ροµποτικών τεχνολογιών σχετίζονται µε την προοπτική αύξησης των αποδόσεων και της ποιότητας στην παραγωγή γάλακτος, αντιµετώπισης της έλλειψης χεριών, βελτίωσης της ευζωίας των ζώων και της ποιότητας ζωής των εκτροφέων. ∆εν έλειψαν, όµως και οι διατυπώσεις προβληµατισµών για την ευκολία προσαρµογής των ζώων και των κτηνοτρόφων στις απαιτήσεις του ροµπότ, στο κατά πόσο θα επηρεαστεί η λειτουργία από την τοποθέτησή τους σε υφιστάµενους στάβλους που δεν είχαν σχεδιαστεί ανάλογα και για την ετοιµότητα του δικτύου να τους παράσχει συνδροµή οποτεδήποτε τη χρειαστούν.