BACK TO
TOP
Φορολογικά

Φόρος στο στρέμμα για την αγροτική γη

Χαμένο στην εισπρακτική λογική και χωρίς μέριμνα για τις αναπτυξιακές προοπτικές και την ουσιαστική αναδιάρθρωση του πρωτογενούς τομέα είναι το σχέδιο του οικονομικού επιτελείου για τη φορολογία των αγροτεμαχίων που, μέσω της… παλιάς και δοκιμασμένης τακτικής των «διερευνητικών διαρροών», είδε την περασμένη εβδομάδα το φως της δημοσιότητας.

Φόρος στο στρέμμα για την αγροτική γη

4
0

Ακόμα κι αν αποδεχτεί κανείς το γεγονός ότι ένα μέσο/συντελεστής παραγωγής, όπως η γεωργική γη αντιμετωπίζεται ως πηγή φορολογικών εσόδων, δύσκολα μπορεί να αντιπαρέλθει το γεγονός ότι –σε αντίθεση με τις διαβεβαιώσεις που έδιναν τους προηγούμενους μήνες κυβερνητικοί κύκλοι- οι κατ’ επάγγελμα αγρότες μπαίνουν «στο ίδιο τσουβάλι» και αντιμετωπίζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τους ετεροεπαγγελματίες (δηλαδή ιδιώτες με άλλες βασικές πηγές εισοδημάτων και επιβίωσης).

Βέβαια, οι πληροφορίες της τελευταίας στιγμής θέλουν το οικονομικό επιτελείο, υπό την πίεση των αντιδράσεων που εκδηλώθηκαν ακόμα και εντός της κυβέρνησης, να επεξεργάζεται εναλλακτικά σενάρια τόσο για τη μείωση των συντελεστών όσο και για την ελάφρυνση των επαγγελματιών του αγροτικού χώρου. Μέχρι, πάντως, τα σενάρια αυτά να λάβουν συγκεκριμένη μορφή και να ενσωματωθούν στο κείμενο που θα δοθεί σε δημόσια διαβούλευση και θα φτάσει προς έγκριση στα χέρια της τρόικας, καλό είναι να… κρατάμε μικρό καλάθι.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, το «τσουβάλιασμα» αγροτών και ετεροεπαγγελματιών δεν είναι το μοναδικό «φάουλ» του νέου φόρου ακινήτων (στην μορφή, επαναλαμβάνουμε, που δόθηκε στη δημοσιότητα). 

Εξίσου ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι, όπως εύστοχα παρατήρησε το ΓΕΩΤΕΕ (βλ. τα κυριότερα σημεία της τοποθέτησης του επιμελητηρίου στη σελ. 30), τα αγροτεμάχια  φορολογούνται κυρίως με βάση την όποια κτηματομεσιτική αξία τους, την οποία θα είχαν εάν μετατρέπονταν σε οικόπεδα με σκοπό τη δόμηση για διάφορες άλλες οικονομικές δραστηριότητες και όχι με βάση τις παραγωγικές τους δυνατότητες και την πραγματική τους χρήση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο ένας από τους συνολικά επτά συντελεστές αφορά στην υπάρχουσα χρήση του αγροτεμαχίου.

Ο Συντελεστής Χρήσης
Επιπλέον, προχειρότητα (ή έστω αποκλειστικά εισπρακτικό σκεπτικό) διακρίνει κανείς και στην κατάρτιση του περιώνυμου Συντελεστή Χρήσης, ο οποίος αγνοεί τα στοιχεία οικονομικότητας των χρήσεων που –υποτίθεται ότι- περιγράφει. 

Πιο συγκεκριμένα, δεν λαμβάνεται υπόψη η μεγάλη απόκλιση αποδόσεων μεταξύ των μονοετών καλλιεργειών ή των δενδροκαλλιεργειών, ούτε φυσικά άλλα καθοριστικά στοιχεία που καθορίζουν την απόδοση (και άρα το παραγόμενο εισόδημα) μιας αγροτικής εκμετάλλευσης όπως  η δυνατότητα άρδευσης, η κατάταξη (ή μη) σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας ή το παραγωγικό στάδιο των δενδροκαλλιεργειών.

Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο πολύπλοκα με τους υπόλοιπους συντελεστές, όπως εκείνους που έχουν να κάνουν με τη Θέση και την Απόσταση από τη Θάλασσα. Σύμφωνα με αυτούς, λοιπόν, οι ίδιες καλλιέργειες με τα ίδια έσοδα-έξοδα φορολογούνται διαφορετικά ανάλογα με το διαμέρισμα/περιοχή που βρίσκεται η καλλιεργούμενη έκταση, την απόστασή της από τη θάλασσα και το αν «βλέπει» ή όχι σε εθνική ή επαρχιακή οδό. 

Βρείτε εδώ ολόκληρο το φάκελο από το 410ο φύλλο της Agrenda: forologia_agrotikis_gis.pdf


Άρθρο  του Γεωπόνου-Γεωργοοικονομολόγου, Φώτιου Βακάκη


Στην AGRENDA (σελ. 27-30) της 21/22-09.13, παρουσιάζονται απόψεις για τη «φορολογία της αγροτικής γης», στα πλαίσια της δημόσιας συζήτησης που διεξάγεται και αφορά στην φορολογία των «αγροτεμαχίων», εννοώντας τα εδάφη που χρησιμοποιεί η «γεωργία», με την ευρύτερη έννοιά της (καλλιεργούμενη και βοσκήσιμη έκταση). Η χρήση του όρου «αγροτική γη» περιπλέκει το θέμα διότι έτσι νοείται κάθε κομμάτι γης που βρίσκεται στον αγροτικό χώρο και εξομοιώνεται  η έκταση του εδάφους που χρησιμοποιείται στη «γεωργία» με εκείνη που χρησιμοποιείται για «αστικές χρήσεις» και αποκτά νόημα η προσπάθεια προσδιορισμού της αξίας της με βάση τα χαρακτηριστικά που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της αξίας των οικοπέδων (παραθαλάσσια, μέγεθος, πρόσοψη σε δρόμο κ.α.). Επιπρόσθετα, προτείνεται μεγαλύτερος συντελεστής εάν οι γεωργοί έχουν επενδύσει επί της γεωργικής γης σε εγκαταστάσεις ή/και φυτείες.

Οι γεωργοί, ως οι μόνοι παραγωγοί πρωτογενούς πλούτου, χρησιμοποιούν ιδιόκτητη ή ενοικιαζόμενη γεωργική γη, η οποία συνιστά «sine qua non» συντελεστή της παραγωγικής δραστηριότητας που ασκούν, η οποία, από τη φύση της, είναι «άστεγη», στηρίζεται στη φωτοσυνθετική ικανότητα των φυτών, επηρεάζεται από την πρακτικά απρόβλεπτη και δυσχερώς αντιμετωπίσιμη πορεία των καιρικών συνθηκών και, επομένως, χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας ως προς την εξέλιξή και τα προσδοκώμενα οικονομικά αποτελέσματά της. Ταυτόχρονα, παράγει τρόφιμα, συντηρεί και προάγει, άμεσα ή/και έμμεσα, την αειφορία των κοινωνικής ιδιοκτησίας φυσικών πόρων, παράγει περιβαλλοντικά αγαθά απαραίτητα για το κοινωνικό σύνολο, αποτελεί τον ιστό των τοπικών κοινωνιών και στηρίζει τον τουρισμό και την εθνική οικονομία, γενικότερα, με το υψηλό πολλαπλασιαστή απασχόλησης και εισοδήματος και με την συμβολή της στο ισοζύγιο εξωτερικού εμπορίου. Από την άποψη αυτή η «γεωργία» συνιστά παραγωγική δραστηριότητα «υψίστου Δημοσίου Συμφέροντος» και, επομένως, όπως γίνεται παντού και πάντοτε, υποστηρίζεται στοχευμένα από την Πολιτεία και, πολύ περισσότερο, δεν αντιμετωπίζεται τιμωριτικά στη φορολόγησή της. Οι γεωργοί, ως υπερήφανοι Κοινωνικοί εταίροι, επιθυμούν να συνεισφέρουν στα δημόσια οικονομικά σύμφωνα με την φοροδοτική τους ικανότητα, όπως αυτή προσδιορίζεται με τα ετήσια οικονομικά αποτελέσματα που προκύπτουν από τον διπλό τους ρόλο, ως παραγωγοί προϊόντων διατροφής και ως φροντιστές των φυσικών πόρων, στα πλαίσια της υποχρεωτικά συνδεδεμένης με την παραγωγική, περιβαλλοντικής λειτουργίας τους. Δεν επιθυμούν ευνοϊκή αλλά ίση μεταχείριση, παρά το γεγονός ότι αυτοί, όπως προαναφέρεται, επιχειρούν σε περιβάλλον πολύ ασταθές και οριακά ελεγχόμενο, σε σύγκριση με εκείνο της μεταποίησης, του εμπορίου και των υπηρεσιών. Οι χορηγούμενες, επί του παρόντος, επιδοτήσεις, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως πρόσθετη αμοιβή για την προαναφερόμενη άμεση και έμμεση συμβολή τους στην κάλυψη των αναγκών της Κοινωνίας, της Οικονομίας και της Οικολογίας.

Η φορολογητέα ύλη για κάθε γεωργική εκμετάλλευση, υπολογίζεται όπως παρουσιάζεται στη συνέχεια ο υπολογισμός της φορολογητέας ύλης για το σύνολο της ελληνικής γεωργίας, με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που αφορούν στο 2011:





Από τα όσα προαναφέρονται συνάγεται ότι, από τις φορολογικές δηλώσεις των γεωργών θα προκύψουν: (i) τα ποσά που πλήρωσε ο γεωργός σε προμηθευτές ενδιάμεσων εισροών, σε εργάτες που δεν ανήκουν στη γεωργική εκμετάλλευση, σε ιδιοκτήτες-ενοικιαστές γεωργικής γης και σε δανειστές και (ii), το ετήσιο Γεωργικό Εισόδημα ή η φορολογητέα ύλη, η οποία περιλαμβάνει: την αγοραία αξία της οικογενειακής εργασίας που αξιοποιήθηκε στην εκμετάλλευση, το τεκμαρτό ενοίκιο της ιδιόκτητης γεωργικής γης, το τεκμαρτό κόστος χρήσεως των  απασχολούμενων ιδίων κεφαλαίων στην εκμετάλλευση και το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα (κέρδος ή ζημία), όπως αυτό διαμορφώνεται από τα ετήσια οικονομικά αποτελέσματα της εκμετάλλευσης. Μόνον έτσι προκύπτει η εξ αντικειμένου φοροδοτική ικανότητα του κάθε γεωργού, λαμβάνοντας υπόψη και την ετήσια ανάλωση παγίου κεφαλαίου, με συντελεστή απόσβεσης  συμβατό με την ταχύτερη τεχνολογική του απαξίωση, λόγω δυσμενών συνθηκών χρήσης και συντήρησης. Με τον υπολογισμό της φορολογητέας ύλης των γεωργών ελέγχονται και τα φορολογητέα έσοδα που απολαμβάνουν όσοι εργάζονται και δεν ανήκουν στη γεωργική εκμετάλλευση (αμοιβή εργασίας τρίτων), όσοι ενοικιάζουν γεωργική γη (ενοίκια γεωργικής γης τρίτων) όσοι προμηθεύουν τις ενδιάμεσες εισροές και όσοι δανείζουν έντοκα τους γεωργούς.  Οι συνολικές εκροές της γεωργίας, για το 2011, με βάσει τα προαναφερόμενα στοιχεία, υπολογίζονται σε 5,6 δις € για τις ενδιάμεσες εισροές και σε 2,0 δις € για αμοιβή εργατών, ενοίκια γεωργικής γης και τόκους δανείων, και αποτελούν περίπου το 72% της Ακαθάριστης Αξίας Παραγωγής του Γεωργικού Τομέα.

Στα πλαίσια των όσων προαναφέρονται και δεδομένου ότι η υποστήριξη της «γεωργίας», όπως προαναφέρεται, συνιστά παρέμβαση «Δημοσίου Συμφέροντος», θα ήταν αμφίπλευρα επωφελής (για το Κράτος και τους γεωργούς) η τήρηση στοιχείων και υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος από τους γεωργούς και, με βάση το περιεχόμενό της: (i) να φορολογούνται οι γεωργοί μόνον με βάση το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα (κέρδος), σε όσες περιπτώσεις υπάρχει και (ii), να προσδιορίζονται τα εισοδήματα που προσδιορίζει η λειτουργία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων (ενδιάμεσες εισροές, εργασία τρίτων, ενοίκια γεωργικής γης και τόκοι δανείων). Εάν το σύστημα αυτό λειτουργήσει σωστά, το όφελος του Κράτους από την διεύρυνση της φορολογικής βάσης, που θα προκύψει με τον έλεγχο των εισοδημάτων που προσδιορίζει η «γεωργία» σε τρίτους, θα αποδειχθεί πολύ μεγαλύτερο από το όποιο ποσό προβλέπεται να εισπραχθεί με την έξω από κάθε οικονομική λογική φορολόγηση της γεωργικής γης.






Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία