BACK TO
TOP
Γνώμες

Ένα βιολί που γρυλίζει ο ν. 2810/2000

Οι λόγοι της αναστολής της εξέλιξης των αγροτικών συνεταιρισμών στην Ελλάδα και πώς προδιαγράφεται το μέλλον τους

26-31_9

Μητροπούλου Άννα

34
1

«Θα µου επιτρέψετε, να εκφράσω την άποψή µου, για τη σηµερινή κατάσταση των αγροτικών συνεταιρισµών στη χώρα, επιλέγοντας µε προσοχή δυο χαρακτηρισµούς, οι οποίοι δεν αποτελούν ούτε γενίκευση, ούτε αφορισµό. Στρεβλή λειτουργία του θεσµού - τάση εξαφάνισης. Αντλώ τους δυο αυτούς χαρακτηρισµούς, όπως αναδείχθηκαν από την εφαρµογή, ενός κατά τα λοιπά πολύ κακού νόµου, του νόµου 4015/2011. Κι επειδή δεν ωφελεί η θεωρητική ανάλυση, η οποία κατά την άποψή µου είναι χρήσιµη, µόνο όταν οι θεσµοί λειτουργούν σε σταθερή βάση και εξελίσσονται, θα αναφέρω δυο παραδείγµατα, τα οποία έπρεπε να ταρακουνήσουν όλους, τους ενδιαφερόµενους για το θεσµό.

Το πρώτο είναι ότι ο νόµος 4015/11 υποχρέωνε τις δευτεροβάθµιες και τριτοβάθµιες συνεταιριστικές οργανώσεις να µετατραπούν σε πρωτοβάθµιους συνεταιρισµούς  µε µέλη κυρίως φυσικά πρόσωπα. Έτσι µια Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισµών, ενώ εµφανιζόταν µε µέλη µεταξύ 20 και 150, πρωτοβάθµιους συνεταιρισµούς, οι οποίοι αριθµούσαν από 500 έως 1.500 φυσικά πρόσωπα µέλη περίπου, µε τη συγχώνευσή τους, ο αριθµός αυτός, κατά κανόνα, µειωνόταν στα 200 ή 300 φυσικά πρόσωπα µέλη, εκ των οποίων ουσιαστική συναλλακτική σχέση µε τον συνεταιρισµό τους είχαν λιγότερα από 100. Ο αριθµός των 200 ή 300 µελών προκύπτει, διότι οι υπόλοιποι συνεταιρισµοί ουσιαστικά δεν υφίσταντο, αφού ένα µεγάλο µέρος τους δεν είχε ούτε αριθµό φορολογικού µητρώου, συνεπώς δεν εξεδήλωναν ενδιαφέρον να συγχωνευθούν µε τους υπόλοιπους, αδιαφορώντας έτσι, και αυτό είναι το αξιοπρόσεχτο, για την περιουσία, που είχαν δηµιουργήσει οι Ενώσεις Συνεταιρισµών, η οποία στην πραγµατικότητα µε τη συγχώνευση περιήρχετο στους αγρότες-µέλη. ∆ηλαδή τα µέλη των συνεταιρισµών αποποιούνται τη διαχείριση µιας περιουσίας, η οποία δηµιουργήθηκε από τους προκατόχους τους συνεταιριστές από το µακρινό παρελθόν και η οποία βρίσκεται στη διάθεσή τους, για να τη διαχειριστούν και να την παραδώσουν στις επόµενες γενιές συνεταιριστών, που µπορεί να είναι τα παιδιά τους.

Το δεύτερο είναι ακόµη χειρότερο, διότι µε τροπολογία του νόµου 4015/2011,το έτος 2014,η οποία κατατέθηκε από άξιο αναπληρωτή υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, επανέρχεται το αφορολόγητο στα πλεονάσµατα, που σχηµατίζουν οι συνεταιρισµοί, εφόσον βεβαίως τα µέλη τους συναλλάσσονται µε τους συνεταιρισµούς τους, ώστε να προκύψει πλεόνασµα και δεν παραδίδουν την παραγωγή τους σε τρίτους. Στο σηµείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι η διάταξη του αφορολόγητου στο πλεόνασµα καταργήθηκε µε τον νόµο 4072/2012, µε την αιτιολογία στην εισηγητική έκθεση του νόµου αυτού, ότι ο όρος πλεόνασµα στους συνεταιρισµούς είναι αδόκιµος. Ουδέν σχόλιο επ’ αυτού.

Με την επαναφορά της εξαιρετικά σηµαντικής αυτής διάταξης, διαπιστώνεται ότι, από την πρώτη ισχύ της το έτος 2000 µε τον νόµο 2810 /2000, ουδείς συνεταιρισµός την εφάρµοζε, µε εξαίρεση ίσως τους αναγκαστικούς συνεταιρισµούς, σε βαθµό µάλιστα, που ελεγκτές και οικονοµικά υπεύθυνοι, των αγροτικών συνεταιρισµών, φαίνεται να αγνοούσαν την ύπαρξή της.

Και βεβαίως τίθεται το ερώτηµα : Ποιος φταίει για την απόκλιση αυτή; Προδήλως η κατάργηση της συνεταιριστικής εκπαίδευσης. Ο µεγάλος συνεταιριστής Όουεν είχε γράψει: Αν η εκπαίδευση είναι χρήσιµη για τον άνθρωπο, για τον συνεταιριστή είναι ανάγκη. Η θέση αυτή του Όουεν δεν είναι θεωρητική. Βρίσκει ουσιαστική και πρακτική εφαρµογή στα µέλη των συνεταιρισµών. ∆ιότι :

Ο εκπαιδευµένος συνεταιριστής δεν εγκαταλείπει την επιχείρησή του και µάλιστα όταν είναι κερδοφόρα. Το κάνει όταν αισθάνεται ξένος προς αυτή, διότι οι διοικήσεις των συνεταιρισµών άλλοτε από άγνοια άλλοτε από άγνοια και ιδιοτέλεια, καλλιέργησαν την εντύπωση ότι ο συνεταιρισµός ανήκει στους ∆ιοικούντες, οι οποίοι αποφασίζουν ανέλεγκτα για τη διαχείριση του προϊόντος του µέλους, ερήµην του µέλους. Είµαι απόλυτα πεπεισµένη ότι δεν θα βρείτε σήµερα, ούτε ένα συνεταιριστή ο οποίος να αισθάνεται ότι ο συνεταιρισµός είναι η δική του επιχείρηση. ∆ιότι αν αυτό συνέβαινε, δεν θα έκανε την ερώτηση στον πρόεδρο του συνεταιρισµού, πόσο µου δίνεις για το προϊόν µου, που θα φέρω στον συνεταιρισµό; Στα δικά µου τα αυτιά, αυτό ακούγεται εξωφρενικό.

Ο εκπαιδευµένος συνεταιριστής δεν πρέπει να πληρώνει φόρους, όταν το κράτος εφαρµόζοντας τη συνταγµατική του υποχρέωση για προσφορά στην ανάπτυξη των συνεταιρισµών, απαλλάσσει της φορολογίας την επιχείρησή του (εδώ αναφέροµαι στο πλεόνασµα).

Ο εκπαιδευµένος συνεταιριστής δεν ανέχεται το ∆.Σ και οι Μάνατζερς να τον υποκαθιστούν σε θέµατα, που ανήκουν στη δικαιοδοσία του. ∆εν ανέχεται να µη αποφασίζει ο ίδιος δια του οργάνου του, που είναι η γενική συνέλευση, για τη διαχείριση του προϊόντος του, για τη διανοµή ή όχι των συνεταιριστικών πλεονασµάτων, που αποτελούν µέρος του λαβείν του, από την πώληση του προϊόντος του, για την επένδυση των φορολογούµενων και µη διανεµόµενων κερδών, για τη χρηµατοδότηση της εκπαίδευσής του, για τη δηµιουργία ενός περιβάλλοντος αναγκαίου για τη διαβίωση των µελών του συνεταιρισµών και εν τέλει για τον αυστηρό έλεγχο των πεπραγµένων των διοικήσεων και των µάνατζερς, µε έµφαση στον ρόλο των οργάνων εσωτερικού ελέγχου και εποπτείας, τα οποία, για να επιτελέσουν το έργο τους χρειάζεται να τύχουν ειδικής εκπαίδευσης τα ίδια, ανεξάρτητα από την πρόσληψη εξειδικευµένων συµβούλων.

Είναι αυτονόητο, και δεν χρειάζεται να το αναφέρω, ότι είναι αναγκαία η συµµετοχή και ο ρόλος των µάνατζερς στη συνεταιριστική επιχείρηση, υπό τον όρο βεβαίως ότι έχουν λάβει συνεταιριστική εκπαίδευση.

Ο εκπαιδευµένος συνεταιριστής θα προβληµατισθεί για τη χρηµατοδότηση του συνεταιρισµού του, αν πρέπει να γίνει από εξωτερικές πηγές δανεισµού (πχ τράπεζες) ή από τα ίδια τα µέλη. Η απόφαση αυτή βρίσκει πρακτική εφαρµογή στη συνεταιριστική αρχή της αυτοβοήθειας και της αυτονοµίας. Οι συνεταιριστές στηρίζονται στις δυνάµεις τους και καταφεύγουν στον εξωτερικό δανεισµό σε έσχατη ανάγκη, και τούτο, για να µη χάσουν οι συνεταιρισµοί τους την αυτονοµία τους.

Ο εκπαιδευµένος συνεταιριστής δεν ανέχεται νοµοθετικές διατάξεις, αντίθετες στις συνεταιριστικές αρχές. ∆ιότι οι συνεταιριστικές αρχές δεν είναι µια θεωρητική κατασκευή. Είναι η λειτουργία της συνεταιριστικής επιχείρησης στην πράξη.

Ο εκπαιδευµένος συνεταιριστής του παρελθόντος, µε τη βοήθεια βέβαια της εκπαιδευµένης πολιτικής ηγεσίας, και της κατά γενική αποδοχή, αξιοζήλευτης ηγεσίας του συνεταιριστικού κινήµατος, δηµιούργησε τα µεγάλα συνεταιριστικά επιχειρηµατικά σχήµατα των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισµών των Κεντρικών Συνεταιριστικών Ενώσεων και των Συνεταιριστικών Εταιρειών, που αριθµούσαν το έτος 1980 750.000 συνεταιρισµένους αγρότες, και 22 µεγάλες συνεταιριστικές επιχειρήσεις διαφόρων βαθµίδων συνεταιριστικής συνεργασίας, όπως 6 συνεταιριστικές επιχειρήσεις γεωργικών εφοδίων (µηχανήµατα, βελτιωµένες φυλές ζώων, συµπυκνωµένες ζωοτροφές, κτηνοτροφικά δηµητριακά, λιπάσµατα) 11 διαχείρισης αγροτικών προϊόντων (∆ηµητριακά, σταφίδα σουλτανίνα, καπνός σε φύλλα, ελαιόλαδο ελιές, οίνος, σύκα, γάλα, προϊόντα γάλακτος,οπωροκηπευτικά, επεξεργασία οπωροκηπευτικών και 6 παροχής υπηρεσιών εκπαίδευση-κατάρτιση στελεχών, εκτυπώσεις εκδόσεις, διανοµές, ασφάλειες, διεθνείς µεταφορές, διαφηµίσεις, δηµόσιες σχέσεις.

Η µεγάλη ανατροπή-καταστροφή, άρχισε το έτος 1981 και µέσα σε λιγότερο από µια δεκαετία ολοκληρώθηκε.

Σήµερα το σύνολο σχεδόν των άνω επιχειρήσεων έχει τεθεί σε εκκαθάριση, οι δε συνεταιρισµένοι αγρότες δεν πρέπει να ξεπερνούν τις 130.000. Ο αριθµός των συνεταιρισµών, που λειτουργούν µε κριτήρια συνεταιριστικά είναι πολύ µικρός. Η ύπαρξη µεµονωµένων µικρών ή µεγαλύτερων αγροτικών συνεταιρισµών, που λειτουργούν µε σχετική επιτυχία, θα µπορούσαν να πολλαπλασιάσουν τα θετικά τους αποτελέσµατα, αν λειτουργούσαν µε αµιγώς συνεταιριστικούς όρους. ∆ιότι στόχος του συνεταιρισµού, δεν είναι ο µεγάλος κύκλος εργασιών, αν το µέγεθος αυτό δεν έχει άµεση ανταποδοτικότητα στο µέλος.

Τα αίτια της πτώσης είναι γνωστά: είσοδος του κοµµατισµού στους συνεταιρισµούς για τον έλεγχο-άλωση του χώρου, υπερ-δανεισµός αλόγιστος από την ΑΤΕ, ως αποτέλεσµα του πελατειακού κράτους. Στο σηµείο αυτό αξίζει να αναφέρω ένα σχόλιο, που διάβασα σε άρθρο νοµικού περιοδικού (Νοµικό Βήµα 1999), το οποίο αναφερόταν στο έλλειµµα των δικαστικών αποφάσεων λόγω άγνοιας των συνεταιριστικών αρχών, γεγονός που οφείλεται στην απουσία εκπαίδευσης, όπως διαπιστώνει ο αρθρογράφος (Καθηγητής Σ. Κιντής) και ήταν το εξής: Μετά το πυρηνικό ατύχηµα του Τσέρνοµπιλ και τη µόλυνση των ελληνικών σιτηρών από ραδιενέργεια η ελληνική πολιτεία υποχρέωσε τους αγροτικούς συνεταιρισµούς της χώρας να συγκεντρώσουν από τους αγρότες,αφού βέβαια τους πληρώσουν, το µολυσµένο σιτάρι και να το πουλήσουν, παρά την αντίθετη έκθεση του «∆ηµόκριτου», ο οποίος είχε πιστοποιήσει ότι αυτό το σιτάρι έχει δέκα φορές περισσότερη ραδιενέργεια από την καθορισθείσα ανεκτή, από την τότε ευρωπαϊκή κοινότητα.

Το µολυσµένο σιτάρι, όπως ήταν επόµενο, ουδείς το αγόρασε, µάλιστα οι Ιταλοί εισαγγελείς απαγόρευαν την εκφόρτωση. Αντί λοιπόν το Ελληνικό κράτος να καταστρέψει το µολυσµένο σιτάρι και να αποζηµιώσει τους αγρότες, αν η χώρα ήθελε να έχει σοβαρή αγροτική οικονοµία, καταδίκασε σε χρεωκοπία τους συνεταιρισµούς. Αν οι συνεταιρισµοί λειτουργούσαν σωστά και οι διοικήσεις τους δεν εξυπηρετούσαν κοµµατικά συµφέροντα, έπρεπε να αρνηθούν κατηγορηµατικά να αγοράσουν σιτάρι µη µελών τους µολυσµένο, γεγονός αυτονόητο για µια επιχείρηση και έπρεπε να ενηµερώσουν το κράτος ότι, ο κοινωνικός ρόλος του συνεταιρισµού δεν έχει καµία σχέση µε τη φιλανθρωπία. ∆ιότι αυτό επικαλέστηκαν οι κρατούντες για να δικαιολογήσουν το αµάρτηµά τους. Τον κακώς εννοούµενο από τους ίδιους βεβαίως, κοινωνικό χαρακτήρα του συνεταιρισµού. Η επίκληση αυτή έγινε λόγω έλλειψης συνεταιριστικής εκπαίδευσης και ειδικά άγνοιας ερµηνείας των συνεταιριστικών αρχών. 

Ίσως προκαλέσει εντύπωση, που δεν δίδω ιδιαίτερη σηµασία στην πολυνοµία και την κακονοµία, που για πολλά χρόνια ταλάνισε το θεσµό και συνεχίζεται στη χειρότερη µορφή του ακόµη και σήµερα και τούτο, διότι εξακολουθώ να θεωρώ µείζον όλων την εκπαίδευση.

Ο ενηµερωµένος αγρότης και εκπαιδευµένος συνεταιριστής, θα αντισταθεί, διαφορετικά όσο καλός και να είναι ο νόµος, δεν θα του είναι χρήσιµος. Και επειδή σήµερα επέλεξα να µιλήσω µε παραδείγµατα, θα αναφέρω ότι ο νόµος 2810/2000, ο οποίος µε ελάχιστες παρεκκλίσεις κινήθηκε στο πλαίσιο των συνεταιριστικών αρχών, δεν έφερε τα προσδοκόµενα αποτελέσµατα.

∆ιότι δόθηκε ένα βιολί Στραντιβάριους, το οποίο στα χέρια ενός βιρτουόζου, δίνει ουράνιες µελωδίες, στα χέρια όµως ενός ερασιτέχνη γρυλίζει σαν το µαραµπού. Αυτό ακριβώς συνέβη µε τον νόµο 2810/2000.

Πολύ φοβούµαι ότι το ίδιο συµβαίνει µε την εφαρµογή των συνεταιριστικών αρχών, από τους συντάκτες του νέου σχεδίου νόµου, για τους αγροτικούς συνεταιρισµούς.

Κι επειδή όπως ανέφερα, οι καιροί επιβάλουν να µιλάµε µε παραδείγµατα, αναφέρω το άρθρο 1 του προτεινόµενου νοµοσχεδίου, όπου αναφέρεται ότι τα τυχόν κενά του συνεταιριστικού νόµου, συµπληρώνονται από τον νόµο για τις ανώνυµες εταιρείες.

Αγαπητοί κύριοι, ο συνεταιρισµός αποτελεί ένωση προσώπων, η ανώνυµη εταιρεία αποτελεί ένωση κεφαλαίων. Η κρίση δική σας.

Κι επειδή ακούγονται κάποια σχόλια, ότι δηλαδή η εφαρµογή των συνεταιριστικών αρχών στους συνεταιρισµούς είναι αναχρονιστική, ανεξάρτητα από την νοµική αβασιµότητα των σχολίων, θα ήθελα να παραπέµψω σε µια µελέτη της COPA-COGECA, που αναφέρεται σε αγροτικούς συνεταιρισµούς, που προσπάθησαν να αντλήσουν κεφάλαια από τα χρηµατιστήρια. Οι µελετητές καταλήγουν στη διαπίστωση ότι ασφαλής δρόµος για τους συνεταιριστές είναι η αυτοχρηµατοδότηση των επιχειρήσεών τους.  Συνεπώς εφαρµογή της αρχής της αυτοβοήθειας.

Οι συνεταιρισµοί αποτελούν επιχειρήσεις, που δρουν στον ελεύθερο ανταγωνισµό, συνεπώς διέπονται από τους κανόνες της αγοράς και οφείλουν να ανταποκρίνονται σε αυτούς. Η ευηµερία τους και η πλεονεκτική τους θέση βρίσκεται στις αρχές τους. Οι νοµοθέτες πρέπει να κατανοήσουν ότι θα πρέπει να σταµατήσουν να τους βάζουν εµπόδια στην εξέλιξή τους. Αν, οι νοµοθέτες, περιοριστούν στον ρόλο,που τους παρέχει το Σύνταγµα, που είναι φοροελαφρύνσεις στην συνεταιριστική επιχείρηση και χρηµατοδότηση στην εκπαίδευση, τότε µπορεί να είναι αισιόδοξοι για την ευηµερία τους.

Συµπερασµατικά, πίστη µου είναι ότι, αν επιλέξουµε να οργανώσουµε τη γεωργία µας µέσα από το συνεταιριστικό µοντέλο, θα πρέπει να γνωρίζουµε ότι χωρίς συστηµατική εκπαίδευση, που σηµαίνει χωρίς γνώση της οικονοµικής κυρίως λειτουργίας του συνεταιριστικού µοντέλου, θα οδηγηθούµε σε εξαφάνιση του θεσµού, ή σε ένα µόρφωµα που δεν θα είναι συνεταιρισµός, όπως επιχειρεί το προτεινόµενο σχέδιο νόµου, κατά την άποψή µου. Ειδικά αναφέροµαι στην κατάργηση του διεθνούς ορισµού του συνεταιρισµού, που εισάγει το νοµοσχέδιο, και στη διανοµή των κερδών, τα αποτελέσµατα της υλοποίησης των οποίων, θα αποβούν µοιραία για τους αγροτικούς συνεταιρισµούς, διότι σχετίζονται µε παραβίαση την κανόνων του ανταγωνισµού και των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων. Η γνώση των συνεταιριστών αρχών και η ερµηνεία τους από το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο, θα βοηθήσει τους νοµοθετούντες να αποτρέψουν τις µοιραίες συνέπειες

Εκπαίδευση

Ένα βιολί Στραντιβάριους, στα χέρια ενός βιρτουόζου δίνει ουράνιες μελωδίες, στα χέρια όμως ενός ερασιτέχνη γρυλίζει σαν το μαραμπού. Αυτό συνέβη με τον νόμο 2810/2000.

Για να οργανώσουμε τη γεωργία μας μέσα από το συνεταιριστικό μοντέλο, πρέπει να γνωρίζουμε ότι χωρίς συστηματική εκπαίδευση, χωρίς δηλαδή γνώση της οικονομικής κυρίως λειτουργίας του συνεταιριστικού μοντέλου, θα οδηγηθούμε σε εξαφάνιση του θεσμού.
Σχόλια (1)
Προσθήκη σχολίου

25-02-2020 10:45ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΛΑΪΤΖΗΣ

Όσο εξελίσσεται η διαδικασία ψήφισης του σχεδίου νόμου για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς και μετά απο τη χθεσινή (24/2/2020) συζήτησή του στη Βουλή με την ακρόαση και ορισμένων συνεταιριστικών φορέων, καθίστανται προφανείς και οι πολιτικές σκοπιμότητες. Πολύ σωστά, όσα καταμαρτυρεί η κα Μητροπούλου ως απαύγασμα βαθιάς γνώσης απο τη μακροχρόνια εμπειρία της στη διαχείριση των συνεταιριστικών θεμάτων και ιδιαίτερα η κεφαλαιώδης σημασίας της συνεταιριστικής εκπαίδευσης. Η ύπαρξη και λειτουργία ενός συνεταιρισμού (σε αντιδιαστολή με μια οποιαδήποτε άλλης μορφής κεφαλαιουχική εταιρεία), έχει νόημα μόνον εφόσον τα μέλη του συνεταιρισμού παραμένουν ταυτόχρονα: ιδιοκτήτες, κυβερνήτες, χρηματοδότες, χρήστες των υπηρεσιών και απολήπτες των ωφελειών του. Η ύπαρξη των διακριτών αυτών ιδιοτήτων πρέπει να ελέγχεται διαρκώς απο τα μέλη, μέσω του συστήματος διακυβέρνησης και λογοδοσίας που τα ίδια έχουν θεσπίσει στο καταστατικό τους. Για το λόγο αυτό, η συνεταιριστική εκπαίδευση, αποτελεί απολύτως απαραίτητη προϋπόθεση (εκ των ων ουκ άνευ), χωρίς την ύπαρξη της οποίας ούτε τα μέλη, ούτε περισσότερο οι διοικήσεις και τα ελεγκτικά όργανα, μπορούν να επιτελέσουν τον διακριτό επιχειρηματικό ρόλο που επιφυλάσσει για τους συνεταιρισμούς ο νομοθέτης (διεθνώς κατά τη μακραίωνη ιστορία του θεσμού). Με άλλα πιο απλά λόγια, όσο δεν αναγνωρίζεται και δεν ενσωματώνεται στο νομικό πλαίσιο των συνεταιρισμών η συνεταιριστική εκπαίδευση, ως προϋπόθεση για τη υγιή διακυβέρνηση, διαχείριση, έλεγχο και λογοδοσία των συνεταιρισμών, τόσο η αναμόρφωση του σχετικού νομικού πλαισίου, καθίσταται άνευ νοήματος και περιεχομένου. Παράλληλα δε, η προαναφερθείσα δομική παράλειψη του ρόλου της συνεταιριστικής εκπαίδευσης, καθιστά προφανή επίσης και την έλλειψη πλήρους κατανόησης τόσο των συνθηκών ανταγωνισμού στον αγρο-διατροφικό κλάδο διεθνώς, όσο και των προβλέψεων για την ανάγκη ενίσχυσης των Οργανώσεων Παραγωγών (και ειδικότερα των Αγροτικών Συνεταιρισμών) στο δίκαιο (κοινοτικό κεκτημένο) της ΕΕ.

Απάντηση
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία