BACK TO
TOP
Γνώμες

Καταχρηστική η επιστροφή παλιών κρατικών ενισχύσεων από συνεταιρισμούς

Στις 29 Απριλίου του έτους 2004, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατόπιν απόφασής του απέρριψε την προσφυγή, που άσκησε η Ελληνική Δημοκρατία, εναντίον της απόφασης 2002/458/ΕΚ της Επιτροπής της 1ης.3.2000, για τα καθεστώτα ενίσχυσης τα οποία έθεσε σε εφαρμογή η Ελλάδα με σκοπό τη ρύθμιση χρεών των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων κατά τα έτη 1992 – 1994 σε εφαρμογή του άρθρου 32 του ν. 2008/1992 και του άρθρου 5 του ν. 2237/1994 και τις σχετικές αποφάσεις του κ. Διοικητή της ΤτΕ. Η διαδικασία εκ μέρους της Επιτροπής άρχισε, κατόπιν εγγράφου καταγγελίας για την ενίσχυση που χορηγήθηκε στον γαλακτοκομικό συνεταιρισμό «ΑΓΝΟ».

Καταχρηστική η επιστροφή παλιών κρατικών ενισχύσεων από συνεταιρισμούς

2
0
ΙΙ. Ανάκτηση και Θέση Δικαστηρίο







Σύμφωνα με την ειδική διάταξη του άρθρου 22 του ν. 4002/2011 και τα νέα δεδομένα που προκύπτουν μετά τον ν. 4152/2013, κρατικές ενισχύσεις, οι οποίες έχουν κριθεί παράνομες, δηλαδή ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, είτε με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είτε με απόφαση του Δικαστηρίου ή του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ και πρέπει να ανακτηθούν, ανακτώνται από την αρμόδια εθνική αρχή







Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, σκοπός της ανάκτησης είναι η επαναφορά της κατάστασης, που υπήρχε στην αγορά πριν από την χορήγηση της ενίσχυσης







Το ΔΕΚ επιμένει ότι τα κράτη μέλη έχουν υποχρέωση για πραγματική και άμεση εκτέλεση της αποφάσεως της Επιτροπής για την ανάκτηση των ενισχύσεων, οι οποίες έχουν κηρυχθεί παράνομες, είτε με απόφασή της, είτε με απόφαση του Δικαστηρίου







Το Δικαστήριο, επί προδικαστικής παραπομπής του Ιταλού Δικαστή/2014, κρίνει τα ακόλουθα: «Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι η εφαρμογή των περί ανταγωνισμού κανόνων της Ένωσης θεμελιώνεται στην υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας μεταξύ, αφενός, των εθνικών δικαστηρίων και, αφετέρου, της Επιτροπής και των δικαιοδοτικών οργάνων της Ένωσης, στο πλαίσιο της οποίας έκαστο ενεργεί σύμφωνα με την αποστολή που του έχει ανατεθεί από τη Συνθήκη Λειτουργίας της ΕΕ. Στο πλαίσιο της συνεργασίας αυτής, τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να λαμβάνουν όλα τα γενικά ή ειδικά μέτρα που είναι πρόσφορα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης







Ως εκ τούτου, αν το εθνικό δικαστήριο έχει αμφιβολίες ή αντιμετωπίζει δυσχέρειες ως προς τον υπολογισμό του ποσού των προς ανάκτηση ενισχύσεων, έχει πάντοτε τη δυνατότητα να απευθυνθεί στην Επιτροπή, προκειμένου αυτή να του παράσχει τη συνδρομή της σύμφωνα με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας, σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων από τα εθνικά δικαστήρια.







Μια εξαιρετικής σημασίας απόφαση του τότε Πρωτοδικείου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και νυν Γενικού Δικαστηρίου, είναι αυτή της υπόθεσης Deggendorf, το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάνθηκε ότι, «η Επιτροπή όταν εξετάζει το ασυμβίβαστο κρατικής ενισχύσεως με την κοινή αγορά, πρέπει να λαμβάνει υπόψη, όλα τα στοιχεία που ασκούν επιρροή, περιλαμβανομένων του πλαισίου που έχει ήδη αξιολογηθεί σε προηγούμενη απόφαση, καθώς και των υποχρεώσεων που αυτή η προηγούμενη απόφαση, επέβαλε σε κράτος-μέλος. Επομένως, η Επιτροπή είχε την εξουσία να λάβει υπόψη αφενός το ενδεχόμενο σωρευτικό αποτέλεσμα παλαιών ενισχύσεων και των νέων και αφετέρου, το ότι οι παλιές ενισχύσεις που κηρύχθηκαν παράνομες δεν είχαν επιστραφεί»















ΙΙΙ. Συμπέρασμ







Με βάση το ιστορικό της εδώ εξεταζόμενης υποθέσεως, διαπιστώνεται ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ενωσιακού Δικαίου και κατά κύριο λόγο την νομολογία του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου ΕΕ, η ανάκτηση των συγκεκριμένων ενισχύσεων, παρίσταται άκρως καταχρηστική και λαμβάνει πλέον την μορφή κύρωσης, χαρακτηρισμό τον οποί έχει αποκλείσει η νομολογία του Δικαστηρίου, ως ασυμβίβαστο με τον επιδιωκόμενο σκοπό της ανακτήσεως. Και αποτελεί κύρωση, διότι τόσον η Επιτροπή, όσον και οι Ελληνικές Αρχές, ζητούν την ανάκτηση των ενισχύσεων εντόκως από το έτος 1992 μέχρι και σήμερα, οι οποίες όμως ενισχύσεις, έχουν ήδη χαρακτηρισθεί από το ΔΕΚ, παράνομες, το έτος 2004 και από την Επιτροπή το έτος 1995, δηλαδή μετά από την πάροδο είκοσι και πλέον ετών







Άποψή μας είναι ότι, προ πάσης ενεργείας τόσον της Επιτροπής, όσον και των Εθνικών Αρχών, θα πρέπει να απαντηθεί με ποιόν τρόπο υλοποιείται η Ενωσιακή Αρχή της επαναφοράς της κατάστασης, που υπήρχε στην αγορά πριν από την χορήγηση της ενίσχυσης, στοιχείο απαραίτητο, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι διατηρούνται ισότιμοι όροι ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη συνθήκη ΕΚ. Μήπως, η αδράνεια στην οποία έχουν περιέλθει τόσον τα δικαιώματα της Επιτροπής, όσον και των εθνικών κρατικών αρχών, εξαιτίας του διαδραμόντος χρόνου, νοθεύουν σήμερα τον ανταγωνισμό, σε βάρος των αγροτικών συνεταιρισμών και μάλιστα υπό τις παρούσες συνθήκες, οι οποίες έχουν μεταβληθεί σημαντικά και απρόβλεπτα σε σχέση με τον πραγματικό χρόνο της ανάκτησης; Και ποια είναι η έννοια του άρθρου 14 του Διαδικαστικού Κανονισμού, όπως ίσχυσε, αλλά και ισχύει ότι η ανάκτηση πραγματοποιείται αμελλητί και σύμφωνα με τις διαδικασίες της νομοθεσίας του κράτους μέλους, οι οποίες γίνονται με την επιμέλεια και τη βοήθεια της Επιτροπής; Αν η Επιτροπή και οι Εθνικές Αρχές δώσουν εσωτερικά ως όργανα, απάντηση στα ερωτήματα αυτά, τότε να συνεχίσουν τις διαδικασίες των ανακτήσεων. Κι όλα αυτά αφού λάβουν υπόψιν τους ότι τα ποσά των ανακτήσεων βαρύνονται με τόκους







Η αναφορά μας στην νομολογία του Δικαστηρίου καταδεικνύει ότι όλα τα δικαιώματα ασκούνται στο πλαίσιο των γενικών αρχών της Ένωσης, οι οποίες στην υπόθεση των αγροτικών συνεταιρισμών της χώρα μας παραβιάζονται















Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία