BACK TO
TOP
Business

Με νέες κινήσεις στην Ελλάδα τα 150 χρόνια της BASF

Tη δέσμευση της BASF Ελλάς να ενισχύσει την παρουσία της στην ελληνική αγορά διευρύνοντας τη γκάμα των καινοτόμων προϊόντων της αλλά και αναλαμβάνοντας ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες όπως τα πολύ επιτυχημένα φόρουμ για την εξωστρέφεια των ελληνικών αγροτικών προϊόντων που διοργανώνει τα τελευταία δύο χρόνια υπογράμμισαν οι ιθύνοντες της εταιρείας σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στο πλαίσιο του εορτασμού των 150 χρόνων «ζωής» του γερμανικού ομίλου.

Με νέες κινήσεις στην Ελλάδα τα 150 χρόνια της BASF

0
0

Μια δεκάλεπτη ταινία απ' όπου πέρασαν όλα τα γεγονότα και οι ημερομηνίες-σταθμοί στην ιστορία της κορυφαίας βιομηχανίας χημικών στον κόσμο, «ντυμένα» με  οπτικο-ακουστικό υλικό εποχής, ήταν αυτή που έβαλε τους πολυάριθμους της εκδήλωσης καλεσμένους. στο κλίμα.

Τη σκυτάλη πήρε στη συνέχεια ο διευθύνων σύμβουλος της BASF Ελλάς, Βασίλης Γούναρης ο οποίος πραγματοποίησε μια σύντομη αναδρομή στα 15 χρόνια της αυτόνομης παρουσίας της εταιρείας στη χώρα μας (η ελληνική θυγατρική ιδρύθηκε το 2000) δίνοντας παράλληλα κι ένα στίγμα των κινήσεών της στο άμεσο μέλλον. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, η ΒΑSF δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει στις δυνατότητες της ελληνικής γεωργίας ακόμα και μέσα σε δυσμενείς οικονομικές συνθήκες όπως αυτές που επέβαλαν η έλλειψη ρευστότητας της τελευταίας πενταετίας και τα capital controls του περασμένου καλοκαιριού. «Συνεχίζουμε να στηρίζουμε την ελληνική βιομηχανία και την αγροτική παραγωγή. Ακόμα και φέτος, παρά τους περιορισμούς στην κυκλοφορία των κεφαλαίων, εξασφαλίσαμε την ομαλή τροφοδοσία της εγχώριας αγοράς με προϊόντα και θα εξακολουθήσουμε να το κάνουμε». Μιλώντας με αριθμούς, τόνισε ότι το 2014 η BASF Ελλάς κατάφερε να πραγματοποιήσει τζίρο 130 εκατ. ευρώ, ενισχυμένο κατά 20% σε σχέση με ένα χρόνο πριν συνεισφέροντας ακόμα περισσότερο στα 74 δισ. ευρώ του συνολικού κύκλου εργασιών της BASF για το ίδιο έτος.

Στον καταλυτικό ρόλο που παίζει η παρουσία ισχυρών γερμανικών εταιρειών στην Ελλάδα, όπως η BASF και τις σημαντικές συνέργειες που μπορούν να αναπτυχθούν με τις ελληνικές επιχειρήσεις και τον πρωτογενή τομέα αναφέρθηκε ο Γερμανός πρέσβης, Πίτερ Σουφ . Χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα τα δύο επιτυχημένα Φόρουμ για την Εξωστρέφεια των Ελληνικών Τροφίμων που έχει διοργανώσει η BASF Ελλάς την τελευταία διετία και τα οποία άνοιξαν σε αρκετούς παραγωγούς την πόρτα της γερμανικής αγοράς. Προέτρεψε, δε, την εταιρεία να αναλάβει παρόμοιες δράσεις στο άμεσο μέλλον.  

Ειδική αναφορά στις προσπάθειες προώθησης αλλά και βελτίωσης του branding των ελληνικών προϊόντων που έχει υλοποιήσει η BASF έκανε και ο πρώην υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Δημήτρης Μελάς ο οποίος εκπροσώπησε στην εκδήλωση την ελληνική πολιτεία. «Γνωρίζουμε όλοι ότι, στις σημερινές συνθήκες, το ζητούμενο είναι ο μετασχηματισμός της ελληνικής αγροτικής οικονομίας και η παραγωγική κινητοποίηση του δυναμικού της», σημείωσε προσθέτοντας ότι οι πρωτοβουλίες της BASF κινούνται σε αυτή την σωστή κατεύθυνση και πρέπει να βρουν μιμητές.

Τον ιδιαίτερα ενεργό ρόλο της ΒΑSF Ελλάς ως μέλος του Ελληνο-γερμανικού επιμελητηρίου εξήρε ο επικεφαλής του τελευταίου, Μιχάλης Μαϊλης σημειώνοντας, μεταξύ άλλων, ότι τα ελληνικά τρόφιμα συνιστούν πλέον ένα πολύ ισχυρό brand στη διεθνή αγορά και πρέπει να συνεχιστούν και να ενταθούν οι προσπάθειες για την ενίσχυση της εξωστρέφειάς τους.  

Το επιστέγασμα της βραδιάς ήταν τα δύο πολύ ενδιαφέροντα πάνελ που ακολούθησαν.

Πώς μπορεί να γίνει η παραγωγή τροφής περισσότερο αποδοτική;

Τo πρώτο πάνελ (φωτ.) επιχείρησε να απαντήσει στο ερώτημα: «Πως μπορεί η παραγωγή τροφής να γίνει πιο αποδοτική;». 

Ένα ερώτημα που τέθηκε σε διαφορετικές μορφές από τον συντονιστή της συζήτησης, επικεφαλής της GREEN BOX A.E., εκδότη και διευθυντή της Agrenda και του Agronews, Γιάννη Πανάγο στον πρώην υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, Δημήτρη Μελά, την αντιπρόεδο και διευθύνουσα σύμβουλο της βιομηχανίας επεξεργασίας ρυζιού και δημητριακών Σπανός ΑΒΕΕΤ, Μαρία Σπανού, τον ιδιοκτήτη της Οινοποιίας Τρουπή και επικεφαλής των εταιρειών Α.& Ι. Τρουπής Ο.Ε. Αγροεφόδια και Ι. Τρουπής ΟΕ Κηποεφόδια, Γιάννη Τρουπή καθώς και στον καθηγητή της Αγροτικής Πολιτικής του Αριστοτέλιου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνο Μάττα.


Δημήτρης Μελάς: Κλειδί η γεωργία ακριβείας, χρηματοδοτικά εργαλεία από ΚΑΠ και τράπεζες

 O κ. Μελάς, κλήθηκε να απαντήσει «με ποια μέσα μπορεί η πολιτεία να συμβάλει σε μία βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη;»

Αναφέρθηκε καταρχήν στη σημασία που έχει την βιωσιμότητα της ελληνικής γεωργίας ο παράγοντας «εξοικονόμηση ενέργειας» και υπογράμμισε τον κρίσιμο ρόλο που μπορούν να παίξουν σε αυτή την κατεύθυνση εργαλεία όπως η γεωργίας ακριβείας καθώς, μελέτες έχουν αποδείξει ότι η μέσω αυτής η ενεργειακή κατανάλωση μπορεί να μειωθεί έως και 30%.

Περνώντας στο ρόλο της Πολιτείας , εξήγησε ότι στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής υπάρχουν δύο «πηγές» χρηματοδότησης που μπορούν να υποστηρίξουν  την ενίσχυση της βιωσιμότητας αλλά και της αποδοτικότητας των εκμεταλλεύσεων: Οι πόροι του Πρώτου Πυλώνα και εκείνοι του Δεύτερου Πυλώνα τους οποίους ωστόσο, όπως παραδέχτηκε, η ελληνική πολιτεία απέτυχε τα προηγούμενα χρόνια να αξιοποιήσει.

Εκτός του πλαισίου της ΚΑΠ τώρα, τόνισε τη μεγάλη σημασία του χρηματοπιστωτικού τομέα.  Όπως είπε χαρακτηριστικά, μόλις ολοκληρωθεί επιτυχώς η διαδικασία της ανακεφαλαιοποίησης αλλά ακόμα και εντός των περιορισμών που θέτει η οικονομική συγκυρία τα τραπεζικά ιδρύματα θα μπορούσαν να βάλουν τον αγροτικό κόσμο στη λογική των business plans μέσω των οποίων θα προσφέρουν χρηματοδότηση σε επεξεργασμένα και λεπτομερή επενδυτικά σχέδια.

 

Γιάννης Τρουπής: «Η πρόκληση είναι το ίδιο το προϊόν»

Ο κ. Τρουπής περιέγραψε την εμπειρία που άντλησε στα πέντε χρόνια της επιτυχούς δραστηριοποίησής του στο χώρο του κρασιού απαντώντας «ποιες είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες οινοποιοί για την προώθηση των κρασιών τους στο εξωτερικό»

«Η πρόκληση είναι το ίδιο το προϊόν», ανέφερε χαρακτηριστικά τονίζοντας ότι το μεγάλο στοίχημα του ελληνικού κρασιού που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει σε ποιότητα από τους ανταγωνιστές του είναι να καταφέρει «να μπει στο στόμα του ξένου καταναλωτή».

Αναγνώρισε ότι σε σύγκριση με χώρες όπως π.χ. η Γαλλία «υπολειπόμαστε σε ιστορία στο χώρο» ενώ ένα ακόμα εμπόδιο είναι η σχετικά χαμηλή κατά κεφαλήν κατανάλωση κρασιού (στην εμφιαλωμένη τουλάχιστον μορφή του) στη χώρα μας που δεν ξεπερνάει τα 35 λίτρα ετησίως όταν το αντίστοιχο νούμερο στη Γαλλία είναι 70 λίτρα (διπλάσιο).  Σχολίασε, δε, με χιούμορ ότι αν οι Έλληνες έπιναν λίγο κρασί παραπάνω δε θα υπήρχε καν η ανάγκη για εξαγωγές.

Παρ’ όλα τα προσκόμματα, ο κ. Τρουπής εξέφρασε την αισιοδοξία ότι τουλάχιστον οι τέσσερις βασικές γηγενείς ποικιλίες στις οποίες έχουν επικεντρωθεί τα προγράμματα προώθησης κρασιού (Ασύρτικο, Μοσχοφίλερο, Αγιωργήτικο, Ξινόμαυρο) έχουν όλα τα φόντα να πραγματοποιήσουν διεθνή καριέρα.


Κωνσταντίνος Μάττας: «Αναγκαίες οι συνέργειες μεταξύ Πανεπιστημίου και ιδιωτικού τομέα»

Στον κ. Μάττα απευθύνθηκε το ερώτημα «Ποια είναι η συμβολή του Πανεπιστημίου στη βιώσιμη ανάπτυξη των καλλιεργειών στην Ελλάδα και που πρέπει να εστιάσουμε σαν χώρα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας τους».

Ο ίδιος δε δίστασε να παραδεχτεί καταρχήν ότι την ώρα που στις ΗΠΑ έχουν καταλήξει με μετρήσιμα αποτελέσματα ότι οι επενδύσεις στην έρευνα είναι οι πιο αποδοτικές, η Ευρώπη εξακολουθεί να παραμένει αρκετά πίσω στον τομέα αυτό. Όσον αφορά την Ελλάδα τόνισε ότι η συνεργασία Πανεπιστημίου και ιδιωτικού τομέα εξακολουθεί να αποτελεί την «αχίλλειο πτέρνα» του εκπαιδευτικού συστήματος. Ίσως γι’ αυτό το λόγο, σχολίασε, απαραίτητη προϋπόθεση για την άντληση κοινοτικής χρηματοδότησης από την Ε.Ε. για τα ερευνητικά προγράμματα είναι πλέον η διάχυση της γνώσης στον ιδιωτικό τομέα.

Το δεύτερο σημείο στο οποίο ο κ. Μάττας επικεντρώθηκε είναι η ανταγωνιστικότητα ολόκληρης της αλυσίδας παραγωγής, της έννοιας του partnership δηλαδή στην οποία δίνει μεγάλη έμφαση και η ίδια η ΒASF. «Για να είναι ανταγωνιστική η ελληνική γεωργία θα πρέπει να είναι ανταγωνιστική ολόκληρη η αλυσίδα, από το δίκτυο διανομής μέχρι τον αγρότη», τόνισε.

Ανέπτυξε το ρόλο της γεωργίας στην ελληνική οικονομία επισημαίνοντας ότι «αν αύριο παύσει για κάποιο λόγο εντελώς η γεωργική δραστηριότητα, τότε θα επηρεαστεί το 50% της χημικής βιομηχανίας και το 70% του εμπορίου».

Τέλος επισήμανε ένα από τα βασικά συγκριτικά πλεονεκτήματα του εγχώριου πρωτογενούς τομέα που δεν είναι άλλο από την πολυποικιλία, «ένας πλούτος που δεν πρέπει με τίποτα να χαθεί», όπως υπογράμμισε.


Μαρία Σπανού: «Κλειδί για το ρύζι η εξειδίκευση αλλά και η γκάμα των ποικιλιών»

Ως εκπρόσωπος μιας εκ των κορυφαίων βιομηχανιών στην επεξεργασία ρυζιού της χώρας, η κα Σπανού κλήθηκε να συνεισφέρει την εμπειρία που έχε συσσωρεύσει από την ενασχόλησή της με το συγκεκριμένο προϊόν. «Το ρύζι είναι ένα από τα βασικά τρόφιμα στον κόσμο και μία σημαντική καλλιέργεια για την Ελλάδα, παρά τη μικρή της έκτασης. Πώς μπορεί να γίνει η παραγωγή ρυζιού πιο ανταγωνιστική για τους Έλληνες αγρότες», ήταν το ερώτημα που της τέθηκε.

Η κα Σπανού έκανε μια μικρή αναδρομή στην καλλιέργεια ρυζιού που μετράει περίπου 60 χρόνια στη χώρα μας και έχει να επιδείξει στρεμματικές αποδόσεις της τάξης των 1200 κιλών/στρέμμα, που θεωρούνται κορυφαίες ακόμα και με βάση τα διεθνή στάνταρ. Εξήγησε ότι για την επίτευξή τους τρεις είναι οι βασικότεροι παράγοντες που εμπλέκονται:

1)Kλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες

2)Εξοπλισμός

3)Κατάλληλα φυτοπροστατευτικά προϊόντα.

Στο σημείο αυτό και απευθυνόμενη στον κο Μελά τόνισε τη μεγάλη σημασία που έχει η έγκαιρη αδειοδότηση εγκεκριμένων προϊόντων, σημείο στο οποίο έχουν παρατηρηθεί μεγάλες καθυστερήσεις που αφαιρούν από τους Έλληνες παραγωγούς και τη βιομηχανία τη δυνατότητα να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις τους ξένους καλλιεργητές.

«Κλειδί» για να γίνει η καλλιέργεια ρυζιού πιο ανταγωνιστική για τον Έλληνα αγρότη είναι, όπως σημείωσε, τόσο η εξειδίκευση όσο και η επένδυση σε μια ευρεία γκάμα ποικιλιών. «Η μεγάλη γκάμα δίνει τη δυνατότητα να καλύψει κανείς ένα μεγαλύτερο φάσμα των αναγκών της αγοράς». Ως παράδειγμα ανέφερε τη Γαλλία και την Ισπανία όπου καλλιεργούνται συνολικά 50-60 ποικιλίες τη στιγμή που στην Ελλάδα δεν ξεπερνούν τις 10.

Η κα Σπανού στάθηκε επίσης αρκετά στην  ανάγκη να προωθηθεί η ταυτότητα του προϊόντος στις ξένες αγορές. «Ταξιδεύοντας στο εξωτερικό και συνομιλώντας με πολύ κόσμο διαπίστωσα ότι ελάχιστοι γνωρίζουν ότι υπάρχει ελληνικό ρύζι και μάλιστα πολύ ποιοτικό», σημείωσε χαρακτηριστικά.

 

 

«Πως μπορούμε να μειώσουμε την κατανάλωση ενέργειας;».

Άκρως διαφωτιστικό ήταν και το πάνελ για την εξοικονόμηση ενέργειας στο οποίο η συζήτηση περιστράφηκε στους τρόπους και τις -απολύτως εφικτές- τεχνικές μέσω των οποίων μπορεί, ακόμα και σήμερα, να εξοικονομηθεί πολύτιμη ενέργεια τόσο από τα ελληνικά κτίρια όσο και από τις επαγγελματικές κατασκευές και τις μονάδες παραγωγής. Κάτι που μεταφράζεται, εκτός τωνάλλων, και σε μείωση του κόστους παραγωγής.

Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία

News Wire

Πληρωμές Προγράμματα Προϊόντα Τεχνολογία